Σάββατο 10 Ιουνίου 2017

"Άγγελέ μου"

Την περασμένη εβδομάδα έτυχε να παρευρεθώ στη γιορτή λήξης ενός παιδικού σταθμού. Καθένας που έχει βρεθεί σε μια τέτοια εκδήλωση μπορεί εύκολα να θυμηθεί τα πανέμορφα συναισθήματα χαράς και συγκίνησης βλέποντας μικροσκοπικούς θεούς να ανακατεύουν χορευτικά τις κινήσεις τους πλημμυρίζοντας τα σύνορα της ευγνωμοσύνης και της γονικής στοργής. Αμέτρητες εικόνες ανόθευτης χαράς, ανεπιτήδευτες εκφράσεις κεφιού και διασκέδασης, πολύτιμες λεπτομέρειες από αυτές που πριν τα φωτογραφικά αρχεία θησαυρίζουν τις ανθρώπινες καρδιές.

Σε μια τέτοια στιγμή λοιπόν βρισκόμουν κι εγώ, θαυμάζοντας τη μικρή μας ηρωίδα σε χορευτικές και θεατρικές στιγμές που αναμφίβολα ξεχώριζαν για την ευρηματικότητα και την δροσερή απόδοσή τους. Σε μια στιγμή που το βλέμμα μου ακολουθούσε την εντυπωσιακή αλλαγή των μικρών πρωταγωνιστών στη σκηνή, ένιωσα τη ματιά μου να παγώνει για μερικά δευτερόλεπτα. Προσπάθησα να γυρίσω το κεφάλι στο ρυθμό της σκηνικής δράσης μα ήταν αδύνατον. Στην άκρη της μπροστινής σειράς των θεατών βρίσκονταν ένα παιδάκι, συνομήλικο μάλλον με τα άλλα που βρίσκονταν στη σκηνή, καθισμένο στην αγκαλιά της μητέρας του και χειροκροτούσε με ένταση. Χειροκροτούσε με το ακρωτηριασμένο του, ως τον αγκώνα δεξί χέρι, δυνατά! Κόλλησα. Ξανακοίταξα καμουφλάροντας πίσω από το χαμόγελο που φοράμε σε τέτοιες στιγμές, όταν το εξωτερικό ερέθισμα προσφέρει το τέλειο άλλοθι, για να κρυφτείς.

Τα πιτσιρίκια στη σκηνή έτρεχαν στους ρυθμούς της μουσικής εκπληρώνοντας το θαύμα της παιδικότητας που γνωρίζει τη μαγεία της αποκλειστικότητας του παρόντος. Κινούνταν ξέφρενα πέρα δώθε χορεύοντας πότε ρυθμικά πότε άτακτα, με το χαμόγελο ανεξάλειπτα ζωγραφισμένο στο παιδικό τους πρόσωπο. Από κάτω στον κήπο του παιδικού σταθμού, όλοι οι παρευρισκόμενοι χειροκροτούσαμε ή τραβούσαμε φωτογραφίες και βίντεο μοιραζόμενοι τη χαρά των μικρών πρωταγωνιστών. Ο μικρός της πρώτης σειράς δεν είχε ξεκολλήσει το βλέμμα του από τα δρώμενα στη σκηνή. Πιθανότατα κάποιο συγγενικό του πρόσωπο βρίσκονταν ανάμεσα στους μικρούς ήρωες που παρήλαυναν από το σκηνικό της γιορτής. Κι αυτός καθηλωμένος στα γόνατα της μητέρας του φιλοξενούσε στην αγιογραφία του προσώπου του ένα τεράστιο χαμόγελο, δυο πελώρια φωτεινά καστανά μάτια και δυο χέρια με μια παλάμη και πέντε δάχτυλα που ενώνονταν κάπως μεταξύ τους κάνοντας τον πιο δυνατό θόρυβο από τα χειροκροτήματα του καθενός μας. Γελούσε δυνατά, ξεχείλιζε χαρά, και χειροκροτούσε, χειροκροτούσε πιο δυνατά απ’ όλους μας, αυτός ο μικρός με το ακρωτηριασμένο χέρι˙ δάκρυσα, τον κοίταγα έντονα, μη χάσω το θαύμα, αυτόν τον πρωταγωνιστή ανάμεσα στο πανηγύρι της αθωότητας.

Έπιασα τον εαυτό μου να νιώθει την ανοησία όσων προβλημάτων με φορτώνει καθημερινά ο ναρκισσισμός και το άγχος ψεύτικων αναγκών. Να θεωρώ γελοίο το φόβο μου για τα χρήματα, τη δουλειά, την υγεία μου. Συνειδητοποίησα πως τα δικά μου ελλείμματα και τα κάθε είδους προβλήματα είναι δεύτερα μπρος στις ανάγκες και στα προβλήματα άλλων ανθρώπων. Πως δεν αξίζει να παραπονιέμαι για όσα δεν έχω γιατί κάποιος άλλος δεν έχει ούτε αυτά. Κατάλαβα πως είναι μάταιο να επαινώ τα κατορθώματά μου γιατί τα αληθινά επιτεύγματα τα δημιουργούν κάποιοι ηρωικοί γονείς σαν του μικρού παιδιού με το πρόβλημα αναπηρίας. Αντιλήφθηκα πως είναι πολύ μεγάλο ψέμα να μιζεριάζω για όσα δεν έρχονται όπως τα θέλω στη ζωή γιατί για κάποιους η δυσκολία γράφεται με Δ κεφαλαίο. Είδα, πως είμαι εν τέλει αδικαιολόγητος για όσα δεν εκτιμώ και μοιράζομαι ως δώρο με τους γύρω μου γιατί κάποιοι κάνουν πλούτο το υστέρημά τους και το μοιράζονται πλουτίζοντας όσους τους αγαπάνε.

Σε μια στιγμή ένα κοριτσάκι σαν ζωγραφιά απομακρύνθηκε από τη σκηνή και με γρήγορες κινήσεις κατευθύνθηκε στον μικρό μου ήρωα. Τα χαμόγελα των δυο παιδιών αγκαλιάστηκαν στον αέρα και φώτισαν όλη την αυλή του σχολείου. Η μικρή, πιθανότατα αδερφή του, άνοιξε τα χέρια της και τον αγκάλιασε θέλοντας να μοιραστεί τη χαρά της μαζί του. Αυτός την αγκάλιασε δυνατά με τα δυο του χέρια. Είμαι βέβαιος πως η μια παλάμη αγνοούσε την ανυπαρξία της άλλης. Ήταν βέβαιη και σίγουρη για την ένωση. Μια ένωση που δεν ήρθε κι ίσως δεν θα έρθει ποτέ. Δεν ξέρω αν έχει σημασία αυτή η αίσθηση. Τρομάζω στην εικόνα, στα αισθήματα του μικρού παιδιού που θα μεγαλώνει με την συνειδητοποίηση μιας τέτοιας αναπηρίας. Εύχομαι κάποτε η επιστήμη να αποκαταστήσει αυτή την έλλειψη. Να βρει τον τρόπο να δώσει την σωματική υγεία, την αρτιμέλεια που υπόσχεται και την μετέπειτα «φυσιολογική» ζωή. «Φυσιολογική» ζωή, τέλος πάντων, είναι μεγάλη η κουβέντα για έναν τέτοιο τίτλο κι αλλιώς μιλάει ένας που ζει με την αναπηρία κι αλλιώς ο όποιος θεατής.

Η μικρούλα σήκωσε το χέρι της επιστρέφοντας στη σκηνή στον αέρα. Ο αδερφός της ένωσε το δικό του στον αέρα μαζί της! Οι παλάμες χώρισαν. Αυτό ήταν η απάντηση. Ο άλλος σου δίνει αυτό που δεν έχεις, αυτό που δεν είσαι. Η πληρότητα, το δέσιμο είναι υπόθεση δυο ανθρώπων που αγαπά ο ένας τον άλλον με το βάρος και την αξία που τα δυο μικρά αδέρφια ένωσαν τα χέρια τους στον αέρα. Στα δικά τους μάτια πιθανόν ένα ακρωτηριασμένο χέρι να μην τρομάζει τόσο πολύ για το δύσκολο παρόν που θα προσφέρει. Στα δικά τους μάτια όλα θα είναι σαν αυτή την καλοκαιρινή γιορτή στη γιορτή λήξης με τα αμέτρητα χαμόγελα, την ανεξάντλητη χαρά, το κέφι και την ανεκτίμητη παιδική αθωότητα. Γεύση από Παράδεισο!

Στο τέλος της γιορτής, μετά την υπόκλιση όλων των μικρών πρωταγωνιστών της γιορτής και τα τελευταία αποχαιρετιστήρια λόγια από τις δασκάλες τους, δεν μπορούσα να ξεκολλήσω το νου μου από την εικόνα του μικρού μου φίλου. Είχα για άλλη μια φορά αλλοιωθεί τόσο γρήγορα και τόσο βαθειά με την αποκάλυψη μιας αλήθειας ξεκάθαρης και διαπεραστικής. Τέρμα τα χαζά παράπονα για ψεύτικα προβλήματα. Δες παραέξω. Δες και σιώπα. Δες και εκτίμησε. Δες κι αγάπα.

Κατευθύνθηκα προς το μέρος της οικογένειας. Εν τω μεταξύ είχε έρθει κι ο πατέρας που πιθανότατα φωτογράφιζε την μικρή στη γιορτή. Η ίδια έτρωγε απέναντι από τον αδερφό της ένα μεγάλο κομμάτι γλυκό από το ίδιο πιάτο. Ήθελα να συγχαρώ τους γονείς για την αντοχή και την πίστη τους, να τους δώσω δύναμη, να μιλήσω απλά μαζί τους και να μοιραστώ ό,τι κι αν ήθελαν να μοιραστούν, να μάθω μόνο το όνομα του παιδιού, του μικρού μου ήρωα.

Την ώρα που πλησίαζα ο μικρός έκανε μια απότομη κίνηση και γύρισε προς το μέρος μου. Έτρεξε γρήγορα πίσω μου προς κάποιο άλλο παιδάκι, φίλο του πιθανότατα να τον αγκαλιάσει, να παίξει μαζί του. Ίσα που πρόλαβα να του χαϊδέψω το κεφάλι την ώρα που περνούσε τρέχοντας δίπλα μου. Η μητέρα του έστρεψε απότομα κι αυτή το βλέμμα εφιστώντας την προσοχή στο παιδί της: «Άγγελέ μου… μην τρέχεις… πρόσεχε!». Σταμάτησα. Ναι λοιπόν˙ δεν είχα κάνει λάθος! Ήμουν σε μια σκηνή με γεύση από τον Παράδεισο. Κι ένας άγγελος, ένας μικρός ανάπηρος άγγελος, με ακρωτηριασμένο το ένα του χεράκι μού έδειχνε τι είναι Θεός. Πλησίασα τους γονείς και μίλησα μαζί τους. Ρώτησα πολλά κι έμαθα περισσότερα. Ρώτησα πολλά εκτός από ένα. Το όνομα του μικρού. Δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από αυτό που έμοιαζε τόσο μα τόσο αληθινό… «Άγγελέ μου…».

Δεν υπάρχουν σχόλια: