Πέμπτη 28 Μαΐου 2009

«Ουαί Υμίν»

«Ουαί Υμίν»
Λεκτική Επιθετικότητα και Πολιτιστική Ταυτότητα: Το Παράδειγμα της Κοινότητας του Αποστόλου Ματθαίου

του Δημήτρη Αρκάδα*

Σχεδόν κάθε φορά που ακούμε δείγματα του σημερινού εκκλησιαστικού θεολογικού λόγου, θεωρούμε ως δεδομένη και παγιωμένη την εικόνα του Ιησού, την οποία μας παρουσιάζει. Η επίσημη, θεσμική Εκκλησία εικονογραφεί το πρόσωπο και τα έργα του με όσο πιο «ανώδυνο» τρόπο μπορεί. Εμφανίζεται ενώπιόν μας ένας γλυκός και ήρεμος εβραίος δάσκαλος, ένας πράος στους τρόπους και μειλίχιος στις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους ραβίνος, ένα συγκαταβατικό και προσηνές πρόσωπο στο κήρυγμα και την διδασκαλία του.

Μια τέτοια εικόνα του Ιησού, δεν είναι καθόλου ξένη προς την ευαγγελική μαρτυρία, η οποία μας έχει διασωθεί, καθώς και τα τέσσερα ευαγγελικά κείμενα μαρτυρούν προς αυτήν την κατεύθυνση. Άρα και η επιλογή της θεσμικής Εκκλησίας να τονίσει αυτήν την πτυχή του Ιησού είναι δικαιολογημένη, εφ’ όσον το μήνυμα που επιθυμεί να εκπέμψει είναι αυτό της διαλλακτικότητας, ειδικά προς τους άλλους κοινωνικούς εταίρους της, όπως είναι το κράτος. Μια εκκλησιαστική διοίκηση με άμεση και οργανική εξάρτηση από τον κρατικό μηχανισμό, ούσα δομικό κομμάτι αυτού του οργανισμού, δεν θα ήταν δυνατόν να τονίσει άλλα, περισσότερο «ακραία» και «περιθωριακά» πρόσωπα του Ιησού.

Εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος: μα υπάρχουν και τέτοιου είδους πτυχές που αφορούν το πρόσωπο του Ιησού; Γνωρίζουμε ήδη το βίαιο περιστατικό της εκδίωξης των εμπόρων από τον Ναό των Ιεροσολύμων. Ωστόσο, αν και το πιο γνωστό, δεν είναι το μόνο το οποίο μας δείχνει έναν διαφορετικό Ιησού. Στα ευαγγελικά κείμενα, τα οποία φέρουν ιδίως την σφραγίδα της παράδοσης του αποστόλου Ματθαίου, έχει καταγραφεί η πορεία της ματθαϊκής κοινότητας, διασώζοντας τα σκληρά λόγια ενός οργισμένου Ιησού, ο οποίος κατακεραυνώνει την πολιτικοθρησκευτική ηγεσία της ρωμαιοκρατούμενης Παλαιστίνης. Έχει ενδιαφέρον να χαρτογραφήσουμε τα σημεία ανάπτυξης τούτης της βίαιης παρέμβασης του Ιησού, αναλύοντας επιπλέον και την κοινωνική/πολιτική φύση του. Επίσης, θα επιχειρήσουμε να ανασυστήσουμε πτυχές της πολιτιστικής ταυτότητας της χριστιανικής κοινότητας και μάλιστα αυτής του Ματθαίου. Ο βασικός όγκος των δεδομένων μας εντοπίζεται στο 23ο κεφάλαιο του Ματθαίου.

1. «Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί» (Ματθ. 23:13-29)

Η παραπάνω φράση, η οποία χρησιμοποιείται κατά κόρον στο 23ο κεφάλαιο του κατά Ματθαίον ευαγγελίου (απαριθμούμε έξι φορές) στρέφεται εναντίον της πολυπληθέστερης ηγετικής θρησκευτικής ομάδας [2], αυτής των Φαρισαίων. Η αναφορά στους «γραμματείς» μάλλον γίνεται προκειμένου η ματθαϊκή κοινότητα να επιτείνει την κυρίαρχη θέση της φαρισαϊκής παράταξης, εφ’ όσον γνωρίζουμε και από άλλες κειμενικές πηγές τους όρους «οι γραμματείς των Φαρισαίων» (Μαρκ. 2:16) και «τινές των γραμματέων εκ μέρους των Φαρισαίων» (Πραξ. 23:9), οι οποίες μας αποκαλύπτουν την βαθειά συνάφεια των εν λόγω μερίδων [1].

Η βασική κατηγορία που τους προσάπτει ο Ιησούς, είναι αυτή του «υποκριτή». Η συγκεκριμένη φράση έλκει την καταγωγή της από το ελληνικό θέατρο: υποκριτής ήταν ο ηθοποιός, ο οποίος υποδυόταν, φορώντας την ανάλογη μάσκα, τα πρόσωπα που συγκροτούσαν το αρχαίο δράμα. Στην δική μας συνάφεια, ο Ιησούς τονίζει το στοιχείο της εξαπάτησης, κοινό τόσο στην θεατρική δραματουργία, όσο και στην κοινωνική συμπεριφορά και το ήθος πολλών μελών της φαρισαϊκής ομάδας. Φαίνεται ότι ο Ιησούς είχε αποκρυσταλλώσει αυτή την γνώμη γι’ αυτούς, καθώς από νωρίς καυτηριάζει την αποστεωμένη και σχολαστική προσήλωσή τους στο γράμμα του Νόμου, στηρίζοντας την κριτική του και στον προφητικό λόγο του Ησαία (Ματθ. 15:7). Η συνεχής επανάληψη της συγκεκριμένης κατηγορίας, έτσι όπως την παρουσιάζει η ματθαϊκή κοινότητα, εμμένοντας στο στοιχείο της θεατρικότητας (δηλαδή ότι οι Φαρισαίοι παίζουν μόνον έναν ρόλο, ο οποίος δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα της ζωής τους) και του προσωπείου (δηλαδή ενός ψεύτικου προσώπου, το οποίο επιδεικνύουν προς τα έξω, σε αντίθεση με την αληθινή τους εικόνα, που κρύβουν επιμελώς), μας κάνει να υποψιαστούμε ότι η εν λόγω φράση λειτουργούσε στα χρόνια που συγκροτείτο το ευαγγέλιο του Ματθαίου ως «τεχνικός όρος» μιας «ομολογιακής» τρόπον τινά επωδού, η οποία φανέρωνε τα συναισθήματα και την στάση των πιστών προς αυτούς.

2. «Φαρισαίε τυφλέ»-«οδηγοί τυφλών» (Ματθ. 23: 16, 19, 24, 26)

Στην επόμενη κατηγορία, ο τόνος του Ιησού γίνεται ακόμη πιο προσωπικός. Χρησιμοποιεί στην ρητορική του την λέξη «Φαρισαίε», ως κλητική προσφώνηση, προκειμένου να προσωποποιήσει έτι περαιτέρω την αντίθεσή του. Πλέον το φαρισαϊκό κίνημα ενσαρκώνεται και συγκεφαλαιώνεται σε ένα πρόσωπο, τον τυφλό Φαρισαίο. Η τυφλότητα, δηλαδή η ανικανότητα όρασης και θέασης του κόσμου, οφείλεται στην αδυναμία επεξεργασίας του φωτός, άρα στην αναγκαστική παραμονή στον χώρο του σκότους, τον χώρο απουσίας του φωτός. Εδώ ο Ιησούς αναφέρεται μάλλον στην οικτρή κατάσταση ανθρώπων, οι οποίοι ενώ ως πνευματικοί ταγοί και καθοδηγητές θα έπρεπε να είναι και οι ίδιοι ως φως, αντίθετα είναι τυφλοί, δηλαδή αμέτοχοι του πνευματικού φωτισμού, έργο στο οποίο τους έταξαν οι κοινωνικοί τους εταίροι.

Αναδεικνύεται με άλλα λόγια μια τερατώδης αντίφαση, η οποία καταρρακώνει τον φαρισαϊσμό, ως θρησκευτικό θεσμό του ιουδαϊσμού, εφ’ όσον υλοποιείται μια διαστροφή: παρουσιάζονται ως οδηγοί και θεματοφύλακες μιας θρησκείας, την οποία έχουν κατ’ ουσίαν προδώσει. Γι’ αυτό και ο Ιησούς υπογραμμίζει το τραγικό μέλλον αυτών, αλλά και όσων τους εμπιστεύονται: «τυφλοί εισίν οδηγοί τυφλών τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγεί, αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται» (Ματθ. 15:14).

3. «μωροί και τυφλοί» (Ματθ. 23:17)

Συστατικό στοιχείο της τυφλότητας των Φαρισαίων αναδεικνύεται και η μωρία, δηλαδή η ανοησία. Σε αυτό το σημείο καταγγέλλονται από τον Ιησού ως ανόητοι και ασεβείς, εφ’ όσον η δεύτερη (ασέβεια) εμφανίζεται ως η βασικότερη εκδήλωση της πρώτης (ανοησία): πρέπει να είναι κανείς τουλάχιστον ανόητος, δηλαδή να στερείται νοήματος στη ζωή του, αν βρίσκεται εκτός της ευσέβειας, δηλαδή της αναγνώρισης, λόγω και έργω, της θεϊκής κυριαρχίας εντός του κόσμου. Εφ’ όσον οι Φαρισαίοι είχαν προσηλωθεί μάλλον στον εαυτό τους, δηλαδή στον δικό τους τρόπο προσέγγισης του Θεού, για τους πιστούς της ματθαϊκής παράδοσης είναι απλώς ανόητοι.

Και επειδή η προσφώνηση «μωρέ», δηλαδή «ανόητε», ήταν απαγορευμένη ανάμεσα σε αδελφούς (Ματθ. 5:22), συνάγουμε ότι οι Φαρισαίοι βρίσκονταν σαφώς εκτός των ορίων της ματθαϊκής κοινότητας, δηλαδή δεν ήταν «αδελφοί» τους, ούτε σε μια μακροπρόθεσμη προοπτική [3]. Διότι οι Φαρισαίοι υποστασιάζουν ένα πρωτοφανές σκάνδαλο: είναι εκείνοι οι οποίοι, όντες τέτοιας ποιότητας, έχουν την τυφλότητα να περιφρονούν τον λαό, ο οποίος αγνοούσε τον Νόμο: «αλλά ο όχλος ο μη γινώσκων τον νόμον επάρατοι εισιν» (Ιω. 7:49).

4. «όφεις, γεννήματα εχιδνών» (Ματθ. 23:33)

Στην αρχαία ιουδαϊκή εικονολογία, το φίδι, «ο όφις», συμβολίζει τον πειρασμό, γι’ αυτό και αποκαλείται ως «επικατάρατος» (Γεν. 3:14). Η χριστιανική κοινότητα, ως άμεσος απόγονος τούτης της κληρονομιάς, αναγνωρίζει με την σειρά της στον «όφι τον αρχαίο» (Αποκ. 12:9, 20:2), τον πειραστή, τον μεγαλύτερο βέβηλο πόλο, τον Διάβολο. Το φίδι, έτσι, καθίσταται σύμβολο αποστροφής (Ματθ. 7:10), θανάσιμου κινδύνου (Μαρκ. 16:18, Λουκ. 10:19), πανουργίας και εξαπάτησης (Β΄ Κορ. 11:3).Ως τέτοιοι στοχοποιούνται οι Φαρισαίοι από τον Ιησού. Τονίζει, εμμέσως πλήν σαφώς, ότι βρίσκονται στην υπηρεσία του αντίθεου πειραστή, εφ’ όσον έχουν οικειοποιηθεί την πρακτική του, την εξαπάτηση («υποκριταί») και τα παρελκόμενά της (τυφλότητα και μωρία).

Επιπλέον, για να επιτείνει τούτη τη βαριά κατηγορία ο Ιησούς, την συμπληρώνει με τον όρο «γεννήματα εχιδνών». Αυτή ειδικά η κατηγορία συνιστά μέγιστη προσβολή ενάντια στην θρησκευτική ιουδαϊκή ηγεσία, εφ’ όσον δυναμιτίζει έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες κοινωνικής νομιμοποίησης εκείνης της εποχής: την αρχή της καθαρότητας του ισραηλιτικού γενεαλογικού δένδρου [4].

Χρησιμοποιώντας ο Ιησούς τούτη την αγαπημένη έκφραση του Ιωάννη του Βαπτιστή για τους Φαρισαίους (Ματθ. 3:7, Λουκ. 3:7), παρόμοια σε ανατρεπτική δυναμική με την «πονηρά και μοιχαλίδα γενεά» (Ματθ. 12:39 και 16:4), την «μοιχαλίδα και αμαρτωλή γενεά» (Μαρκ. 8:34), αμφισβητεί ευθέως και με επιθετικό τρόπο το κύρος τους, άρα και την δυνατότητά τους να ηγούνται, κληρονομικώ δικαιώματι, του ιουδαϊσμού [5]. Οι Φαρισαίοι δεν μπορούν να εμπνεύσουν πια, καθώς μετασχηματίζονται σε κοινωνικούς παρίες για τους χριστιανούς.

5. «παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις, οίτινες έξωθεν μεν φαίνονται ωραίοι, έσωθεν δε γέμουσιν οστέων νεκρών και πάσης ακαθαρσίας» (Ματθ. 23:27)

Σύμφωνα με τα ιουδαϊκά ταφικά έθιμα του πρώτου μ.Χ. αιώνα, λίγο πριν την περίοδο του εβραϊκού Πάσχα και συγκεκριμένα γύρω στις 15 του μήνα Αδάρ (ο οποίος εκτεινόταν περίπου από τα μέσα Φεβρουαρίου έως τα μέσα Μαρτίου), οι τάφοι ασπρίζονταν με πολλή προσοχή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο γίνονταν ευδιάκριτοι, ώστε κάθε ευσεβής Ιουδαίος να φροντίζει να αποφεύγει την οποιαδήποτε επαφή μαζί τους, προκειμένου να μην μολυνθεί [6]. Πρέπει ν’ αναφέρουμε ότι ο νεκρός, άρα και ο τάφος του, η τελευταία του κατοικία, θεωρούντο από τους αρχαίους ισραηλίτες ως πηγή βεβήλωσης, σύμφωνα με τον θρησκευτικό ιουδαϊκό κώδικα: «και πάς, ος εάν άψηται επί προσώπου του πεδίου τραυματίου ή νεκρού ή οστέου ανθρωπίνου ή μνήματος, επτά ημέρας ακάθαρτος έσται» (Αριθ. 19:16). Η πρακτική αυτή του ασπρίσματος αναφέρεται σε τάφους οι οποίοι ανοίγονταν ως χαντάκι ή φρέαρ στην γη [7] και όχι όπως συνέβη με την περίπτωση της ταφής του Ιησού, όπου «έθηκαν αυτόν εν μνήματι λαξευτώ» (Λουκ. 23: 53).

Τούτη η ταφική πρακτική υπογραμμίζει για άλλη μια φορά, με σκληρά λόγια, την υποκρισία των Φαρισαίων, καθώς δεν έχει σημασία το εξωτερικό, ωραίο παρουσιαστικό τους, αλλά ο ακάθαρτος και βέβηλος εσωτερικός κόσμος τους. Έστω κι αν πρόκειται για μια λεκτική μεταφορά, δεν παύει να είναι ανεπίτρεπτη με τα κοινωνικά μέτρα και σταθμά της εποχής, αφού σχετίζεται με έναν ιεροποιημένο θεσμό του Ισραήλ. Κι εδώ, ωστόσο, παρατηρούμε ένα αντεστραμμένο παράδοξο: μια «βέβηλη ιερότητα». Αντί να γίνονται αιτία αγιασμού και αγιότητας, οι Φαρισαίοι μολύνουν και εκτροχιάζουν θρησκευτικά τους ανθρώπους. Κι αυτό γιατί ό,τι ξεχειλίζει μέσα από εκείνους τους συμβολικούς τάφους είναι εκτός από την υποκρισία και η ανομία: «εστέ μεστοί υποκρισίας και ανομίας» (Ματθ. 23:28). Οι Φαρισαίοι μαστιγώνονται λεκτικά από τον Ιησού ως διαστροφείς της αλήθειας, ως δημιουργοί μιας εικονικής, άρα παραμορφωτικής, πραγματικότητας.

6. Κατασκευάζοντας μια Συλλογική Πολιτιστική Ταυτότητα

Μέσα από την βήμα-βήμα ανάλυση αυτών των λόγων του Ιησού, εγείρεται αναπόφευκτα το ερώτημα: γιατί; Γιατί τέτοια επιθετικότητα εκ μέρους του Ιησού εναντίον όσων τον απορρίπτουν; Μήπως δεν είναι αυτός που διακήρυξε ότι «όστις σε ραπίζει εις την δεξιάν σιαγόνα σου, στρέψον αυτώ και την άλλην» (Ματθ. 5:39); Ποιος ο λόγος μιας τόσο βίαιης αντιπαράθεσης; Συμβαδίζουν όλα αυτά με το μήνυμα της καταλλαγής που τρέφει τον χριστιανισμό;

Για να απαντήσουμε στα παραπάνω ερωτήματα, θα πρέπει να ανατρέξουμε στις συνθήκες γένεσης και ανάπτυξης της ματθαϊκής κοινότητας, η οποία όχι μόνον διέσωσε την παράδοση αυτή, αλλά και την κατέγραψε στο ευαγγέλιό της, πριν μας το παραδώσει «κτήμα ες αεί».

Ύστερα από την καταστροφή του Ναού, το 70 μ.Χ., από τους Ρωμαίους, δεν θα μπορούσαν να συνεχίσουν την ύπαρξή τους οι τάσεις και παρατάξεις του ιουδαϊσμού όπως τις γνωρίζαμε ως τότε. Η σαδδουκαϊκή αριστοκρατία και το ιερατείο, οι οποίοι βρίσκονταν σε άμεση σύνδεση με την ύπαρξη του Ναού, τώρα πια, χωρίς πραγματικό έρεισμα, διϋλίζονται εντός της μόνης ιουδαϊκής τάσης που επιβιώνει: τον φαρισαϊσμό [8]. Οι Φαρισαίοι, ταυτισμένοι με τους γραμματείς, δίνουν πλέον τον τόνο στην νέα πολιτιστική ιουδαϊκή πραγματικότητα και τις ανάγκες που χρειάζεται να καλύψει: Ποιο το μέλλον του ιουδαϊσμού στο εξής; Ο Φαρισαϊσμός ανασυντάσσεται και μέσα από την ερμηνεία του Νόμου ξεκινά η επόμενη φάση της ιστορικής πορείας του Ισραήλ, στην οποία κυριαρχεί το αίτημα για πάση θυσία διατήρηση της ιουδαϊκής καθαρότητας και μοναδικότητας, έτσι όπως την αντιλαμβανόταν ο ίδιος, με την αποκάθαρσή του από αλλότριες και «ύποπτες» τάσεις, όπως θεωρείτο τότε ο αρχικός χριστιανισμός. Η κυριαρχία τους θεωρείται αδιαμφισβήτητη, το κύρος τους ακλόνητο, η εξουσία τους δεδομένη. Είναι πλέον η μήτρα που θα αρχίσει να γεννά το μεταγενέστερο πνευματικό κίνημα του ραββινισμού [9].

Μέσα σε τούτο το περιβάλλον γεννιέται επίσης η κοινότητα της ματθαϊκής παράδοσης. Επρόκειτο για ιουδαιοχριστιανούς, δηλαδή για ιουδαίους, οι οποίοι ενώ διατηρούσαν ακόμη οργανική και ουσιαστική σχέση με τις λατρευτικές και νομικές πρακτικές του ιουδαϊσμού και θεωρούντο κατ’ αρχήν από τους ίδιους τους ιουδαίους, όπως ήδη προαναφέραμε, ως άλλη μία ιουδαϊκή τάση, εντούτοις ομολογούσαν την πίστη τους στον μεσσιανικό χαρακτήρα του προσώπου του Ιησού και κυρίως διακήρυτταν την εμμονή τους στην Ανάστασή του, κάτι με το οποίο διαφωνούσε σφόδρα η φαρισαϊκή/ραββινική πλευρά [10].

Έτσι, η κοινότητα του Ματθαίου, ξεκινά έναν αγώνα ζωής και θανάτου με την συναγωγή. Διεκδικεί την αποκλειστικότητα και εγκυρότητα της αληθινής ιουδαϊκής κληρονομιάς, χωρίς συμβιβασμούς, όταν μιλά υποτιμητικά για «ταις συναγωγαίς αυτών» (Ματθ. 10:17), δηλαδή των Ιουδαίων, ενώ μάλλον υποκρύπτεται το «εν ταις συναγωγαίς ημών» [11]. Πρόκειται για τις απαρχές μιας ενδο-ιουδαϊκής κρίσης, στην οποία η χριστιανική εκκλησία του Ματθαίου υπάρχει ως μειονότητα, άρα χωρίς εξουσία και κοινωνική διείσδυση, γι’ αυτό και επιστρατεύει το μόνο όπλο που διαθέτει: την λεκτική αντιπαράθεση [12].

Πολύ περισσότερο που, ο φαρισαϊκός/ραββινικός ιουδαϊσμός, με την σύνοδο της Ιάμνειας, η οποία συνεκλήθη περίπου κατά το 100 μ.Χ., χαρακτηρίζει πλέον τους χριστιανούς ως minim, δηλαδή «αιρετικούς», άρα και θεσμικά απόβλητους από τον κορμό του επίσημου ιουδαϊσμού. Η αρχή αυτής της εξέλιξης αποτυπώνεται στην κρίση που δονεί το κείμενο του Ματθαίου [13], το οποίο εκδίδεται περίπου δύο δεκαετίες πριν την παραπάνω ημερομηνία. Ειδικά τα «ουαί υμίν» που εκτοξεύονται εναντίον των Φαρισαίων, τοποθετούνται ως λεκτικό ισοδύναμο στους Μακαρισμούς και ιδίως στους ονειδισμούς και διωγμούς για τους οποίους προειδοποιούνται οι πιστοί (Ματθ. 5:11-12). Δύσκολα μπορεί κανείς να φανταστεί ότι αυτές οι πρακτικές δεν αντανακλούν στις επίσημες πράξεις του θεσμικού ιουδαϊσμού, παραπέμποντας σε ένα είδος «κοινωνικού εποστρακισμού» για τους χριστιανούς [14].

Τοποθετώντας, λοιπόν, η ματθαϊκή κοινότητα τέτοιας έντασης λόγια στο στόμα του Ιησού, δεν κάνει κάτι λιγότερο από το να επιχειρεί να οικοδομήσει μια ιδιαίτερη πολιτιστική ταυτότητα. Προχωρεί σε μια διαδικασία απονομιμοποίησης της φαρισαϊκής/ραββινικής ηγεσίας, μέσα από την λεκτική διάλυση του συμβολικού σύμπαντος του ιουδαϊσμού, το οποίο ενυλωνόταν στον Νόμο και τους θεσμικούς, αυθεντικούς εκφραστές του, τους Φαρισαίους [15]. Η αποιεροποίηση των Φαρισαίων μέσα από την δική τους, χριστιανική πηγή ιερότητας, δηλαδή το πρόσωπο του Ιησού και η συνακόλουθη λεκτική στοχοποίησή τους, φανερώνει εν τέλει την προοδευτική αποκοπή τους από την ιουδαϊκή κοινότητα, την πατρίδα των πατέρων τους. Η εκκλησιαστική κοινότητα του Ματθαίου, αν και βαθιά τραυματισμένη, ξεκινά μια ξεχωριστή πορεία, έξω από κάθε ασφάλεια του παρελθόντος, προσανατολισμένη στην ανοικτότητα του μέλλοντος.

Αναφορές

1. Daniel R. Schwartz, Studies in the Jewish Background of Chtistianity, Tubingen: J. C. B. Mohr (Paul Sieberg) 1992: 90.
2. Πολλών, αλλά όχι όλων. Οι χριστιανικές ευαγγελικές πηγές μας διασώζουν πληροφορίες για τις καλές σχέσεις που διατηρούσε ο Ιησούς με κάποιος Φαρισαίους. Υπήρχε μία μερίδα από αυτούς, οι οποίοι τον προειδοποιούν ότι ο Ηρώδης Αντίπας ζητά να τον σκοτώσει (Λουκ. 13:31), επίσης ο Ιησούς συχνά γευμάτιζε με Φαρισαίους (Λουκ. 7:36 και 14:1), ενώ ένας επιφανής Φαρισαίος, ο Νικόδημος, τον υπερασπίζεται ανοιχτά ενώπιον του Μεγάλου Συνεδρίου (Ιω. 7:50).
3. Bruce J. Malina and Richard L. Rohrbaugh, Social-Science Commentary on the Synoptic Gospels, Minneapolis: Fortress Press 1992: 142.
4. Bruce J. Malina, The New Testament World: Insights from Cultural Anthropology, London: SCM Press 1983: 113.
5. Bruce J. Malina, The Social World of Jesus and the Gospels, London and New York: Routledge 1998: 135.
6. Floyd V. Filson, The Gospel According to St. Matthew, London: Adam and Charles Black 19773: 247.
7. Anthony J. Saldarini, “Delegitimation of Leaders in Matthew 23”, Catholic Biblical Quarterly 54 (1992): 676, υποσημ. 47.
8. Gerd Theissen and Annette Metz, The Historical Jesus: A Comprehensive Guide, transl. by John Bowden, Minneapolis: Fortress Press 1998: 140.
9. Anthony J. Saldarini, “Delegitimation of Leaders in Matthew 23”, Catholic Biblical Quatrerly 54 (1992): 662-664.
10. Δημητρίου Αρκάδα, «‘Ιερές Προπαγάνδες’: Η Ανάσταση του Ιησού ως Άξονας Πολιτικής Στρατηγικής στη Σύγκρουση Ιουδαϊκής Συναγωγής και Ματθαϊκής Κοινότητας», Θρησκειολογία-Ιερά/Βέβηλα 5 (2004): 21-30.
11. Claudia Setzer, Jewish Responses to Early Christians: History and Polemics, 30-150 C.E., Minneapolis: Fortress Press 1994: 38.
12. J. Andrew Overman, Church and Community in Crisis: The Gospel According to Matthew, Valley Forge, Pennsylvania: Trinity Press International 1996: 325-326.
13. Charles W. F. Smith, “The Mixed State of the Church in Matthew’s Gospel”, Journal of Biblical Literature 82 (1963): 161-162.
14. Ekkehard W. Stegemann and Wolfgang Stegemann, The Jesus Movement: A Social History of Ist First Century, transl. by O. C. Dean, Jr., Minneapolis: Fortress Press 1999: 236-237.
15. Anthony J. Saldarini, Matthew’s Christian-Jewish Community, Chicago: The Chicago University Press 1994: 46-47.

* Ο Δημήτρης Αρκάδας είναι Θεολόγος, Καθηγητής 1ου Γυμνασίου Αίγινας
Ολόκληρη η ανάρτηση...

Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Η αιωνιότητα και ο χαμένος παράδεισος

Μένοντας δοῦλοι στή μιζέρια τῆς καθημερινότητας μένουμε δοῦλοι στὸ πρόσκαιρο καὶ ἐφήμερο καὶ φθαρτὸ τοῦ κόσμου τούτου. Κλείνουμε ὅλη τή θέα τῆς ζωῆς στίς χωματερὲς ἐκτάσεις τῆς ρουτίνας, γίνεται ὅλη ἡ ζωὴ ἔνας παχὺς χωματόδρομος πού τὸν περνάμε ἔρποντας.

Κάθε ξύπνημα ὅμως κάποιας μεγάλης χαρᾶς μέσα
μας, κάθε γεύση μεθυστικὴ τοῦ ἰδιαιτέρου καὶ ξεχωριστοῦ πού ὑπάρχει στή ζωή, εἶναι μία γεύση τοῦ ἀπόλυτου καὶ γι’ αὐτὸ μία γεύσῃ αἰωνιότητας… Ἡ αἰωνιότητα ζεὶ μέσα μας στήν κάθε μέρα, στήν κάθε ὥρα, σὰν σύγκριση καὶ σὰν νοσταλγία… Ὁ χαμένος παράδεισος ζεὶ μέσα μας στίς στιγμὲς τῆς μεγάλης χαρᾶς, στὸ πλησίασμα ἑνὸς ἀνθρώπου, μιᾶς ἀληθείας, μιᾶς ἀγάπης, μιᾶς ὀμορφιάς… Εἶναι στιγμὲς στή ζωή, αὐτές πού κάνουν τή δίψα μας μαρτύριο καί πού τὸ νιώθουμε καθαρά πώς θ’ ἀρκοῦσαν, σὲ μία ἀέναη παράταση, νά μάς ξεδιψάσουν γιά μία αἰωνιότητα.

Από το βιβλίο «Πεῖνα καὶ Δίψα» του Χρήστου Γιανναρά, εκδόσεις Γρηγόρη

Η «Πεῖνα καὶ Δίψα» είναι η πρώτη συγγραφική απόπειρα του Χρήστου Γιανναρά, ένα βιβλίο που ο ίδιος ονομάζει σαν μια «εφηβική εξομολόγηση με βασικό ερέθισμα τις πρώτες εμπειρίες της ανθρώπινης ανεπάρκειας».

Οι λέξεις αιωνιότητα, χαμένος παράδεισος, ιδιαίτερο και ξεχωριστό ακούγονται σε πολλούς σαν ξένες. Κάτι που το λέμε μα δεν το εννοούμε, κάτι εκτός ζωής που δεν μπορεί, δεν πρέπει, να αφορά εμάς.

Ιχνηλατούμε τον εαυτό μας στις στιγμές που δοκιμάζουμε τα όριά μας, δίχως πάντοτε να τα ξεπερνάμε. Μεγάλη χαρά, μεγάλη λύπη, συναπάντημα με πρόσωπα ξεχωριστά, ο έρωτας ο μοναδικός, η απώλεια αγαπημένων προσώπων, η πληρότητα και η έλλειψη, η διαρκώς ανανεούμενη στη ζωή μας πείνα και δίψα.

Μα τότε πού βρίσκεται αυτό που ονομάζουμε «ευτυχία» τη στιγμή που άλλοτε θα είμαστε χορτάτοι κι άλλοτε πεινασμένοι από αληθινή ζωή; Ο συγγραφέας απαντά κάνοντας ένα βήμα πιο πέρα. Αναγνωρίζει πως η ευτυχία δεν είναι καμία κορυφή και κανένας ισόβιος σκοπός. Εκεί παίζεται αυτό που ονομάζουμε ρουτίνα και έξοδος από αυτή. Είναι ανόητο να προσδοκούμε κάθε μας ημέρα να είναι μια συναρπαστική εμπειρία γεμάτη ωραίες εκπλήξεις. Κάτι τέτοιο θα ήταν εκτός από ουτοπικό και μονότονο. Θα χάναμε την αίσθηση της διαφοράς και της συγκίνησης.

Τι χάνουμε λοιπόν όταν, εξοικονομώντας ενέργεια, βυθιζόμαστε στη ρουτίνα της καθημερινότητας; Χάνουμε αυτή την ευρύτερη θέαση της ζωής, περιορίζοντας τις προεκτάσεις που μπορούμε να δώσουμε στα βιώματά μας. Και προσέξτε: το νόημα της ευτυχίας είναι για τον καθένα ξεχωριστό κι ως εκ τούτου άλλα τα όρια που βάζει ο καθένας. Να σου έχει δοθεί όλος ο κόσμος να θαυμάσεις κι εσύ να μην ταξιδεύεις έξω απ’ την πόλη σου.

Όταν όμως η συγκίνηση που αναπάντεχα έρχεται στη ζωή μας ξυπνάει τις κοιμισμένες μας προσδοκίες, αρχίζουμε να αμφιβάλλουμε και να επαναπροσδιορίζουμε τα όριά μας. Ο προσωπικός μας παράδεισος, που μέχρι χθες νομίζαμε χαμένο, εμφανίζεται εμπρός μας πλασμένος μόνο για εμάς, έτοιμος να τον γευτούμε.

Εκεί λοιπόν εντοπίζεται η αίσθηση της μεγάλης εντός μας χαράς, η μεθυστική γοητεία του ιδιαίτερου και ξεχωριστού που υπάρχει στη ζωή, η εκστατική γεύση του απόλυτου και η συνακόλουθη πρόγευση της αιωνιότητας. «Μιας στιγμής χωρητικότητα που κλονίζει αιώνες» καθώς λέει κι ο μεγάλος Οδυσσέας Ελύτης.

Είναι λοιπόν μέσα από αυτές τις στιγμές της μεγάλης χαράς, από το πλησίασμα ενός ανθρώπου, μιας αλήθειας, μιας αγάπης, μιας ομορφιάς, που ενσαρκώνουμε την πληρότητα σαν ιδιότητα και σαν προοπτική. Με ένα τέτοιο βίωμα λοιπόν είναι αδύνατο να πορευθείς αλλού γυρεύοντας την «ευτυχία». Ο βαθύτερος εαυτός είναι αδύνατο να λησμονήσει. Γι’ αυτό και ο Χ. Γιανναράς μιλάει για τον χαμένο Παράδεισο, αυτόν που κάποτε χάσαμε αλλά τον έχουμε ζήσει, τον νοσταλγούμε και κατευθύνουμε τα βήματά μας στο νόημα που γνωρίσαμε κατάβαθα εκεί.

Θυμηθείτε για παράδειγμα τον χαμένο Παράδεισο της παιδικότητάς σας και κάντε μόνοι σας τις αναγωγές. Εμπειρία, οδύνη απουσίας, ανάμνηση, δρόμος και προοπτική.

Λέμε πολλές φορές πως σημασία δεν έχει το πόσο καιρό ξέρεις κάποιον αλλά το πόσο βαθιά αυτός ο άνθρωπος έχει μπει στη ζωή σου. Έτσι κι όλες οι στιγμές μας κρίνονται όχι από τη συχνότητά τους αλλά από το πόσο βαθιά μας έχουν σημαδέψει. Και το συγκλονιστικό είναι ακριβώς αυτό: Πως δηλαδή ακόμη και στον καιρό τον δύσκολο αρκεί να ανασύρουμε από τη κιβωτό της μνήμης μας τις στιγμές που μας έδειξαν τον Παράδεισο. Είναι όμως ακριβώς αυτές οι «στιγμές στη ζωή, που κάνουν τη δίψα μας μαρτύριο και που το νιώθουμε καθαρά πως θ’ αρκούσαν, σε μια αέναη παράταση, να μας ξεδιψάσουν για μια αιωνιότητα».

Το ερώτημα λοιπόν είναι απλό και είναι χρήσιμο για μια φορά έστω μέσα στην ημέρα να το θέτουμε με ειλικρίνεια στον εαυτό μας; Ζεις την αιωνιότητα σήμερα;
Ολόκληρη η ανάρτηση...

Πολιτεύεσαι; (κύριε ευρυβουλευτά...)

Πολιτεύεσαι και δεν ντρέπεσαι
φωνάζεις στα μπαλκόνια, δακρύζεις στην Τ. V,
σε λένε στις ειδήσεις, σου κάνουν κριτική
πέρασαν χίλια χρόνια από τότε στο βουνό
που φώναζες αέρα κι έσπερνες πανικό.

Ρε μπάρμπα, πες μου κάτι γιατί θα τρελαθώ
θα στρίψει το μυαλό μου θα πέσω στον γκρεμό
άλλαξαν τα μυαλά σου ή τα 'πιασες χοντρά
κι έγιν' η επανάσταση χωράφια και λεφτά;

Υπόγεια Ρεύματα, από το δίσκο «Ο μάγος κοιτάζει την πόλη» Ολόκληρη η ανάρτηση...

Παρασκευή 22 Μαΐου 2009

Προσέξτε. Σας βλέπουν...

Ολόκληρη η ανάρτηση...

Τετάρτη 20 Μαΐου 2009

Τα καθ΄εαυτόν

Για τον Χρήστο Γιανναρά έχουν γραφεί πολλά και από πολλούς. Ο ίδιος έχει γράψει πάμπολλα βιβλία ενώ η επιστημονική και λογοτεχνική του προσφορά είναι αξιοσημείωτη.

Τὸ καθ’ ἑαυτὸν το διάβασα πριν καιρό χάριν ενός καλού φίλου. Πρόκειται για μια αυτοβιογραφία του μεγάλου καθηγητή με το γνώριμο λογοτεχνικό του ύφος γραμμένη (τι κρίμα) πριν από
δεκαπέντε περίπου χρόνια.

Από τα πρώτα κεφάλαια του έργου ο Χ. Γιανναράς επιχειρεί να αποκαλύψει τον εαυτό του με ακεραιότητα μέσα από στιγμές κι εμπειρίες που σημάδεψαν το βίο του. Επιχειρεί να κοινωνήσει με τους αναγνώστες του την ουσία των καταστάσεων που διαμόρφωσαν το χαρακτήρα του και των προσώπων που μοιράστηκε με αυτούς τις μέρες του.

Η πορεία των λόγων του βρίσκονται στην κόψη του επισφαλούς, όπως κάθε εξομολόγηση. Για τα ουσιωδέστερα της ζωής νιώθουμε να ακροβατούμε μαζί του σελίδα σελίδα ανάμεσα στο θαύμα και στην ευτέλεια. Ένα ελάχιστο ολίσθημα και περνάς ακαριαία από την αυταπαρνητική γυμνότητα στη ναρκισσική αυτοάμυνα. Ο ίδιος θέτει τα όρια και μας καλεί να προβληματιστούμε πάνω σ’ αυτά και να φανούμε αντάξιοι της αλήθειας που βρίσκεται στην πληρότητα του καθενός.

Πρόκληση αυτογνωσίας και μέθεξης σε ουσιώδη μυστικά του τρόπου βιοτής μας. Ένα πρώτης τάξεως έργο για όσους τολμούν να ιχνηλατήσουν τις κρυμμένες εντός και γύρω μας ομορφιές.
Αντί επιλόγου θα ήθελα να μεταφέρω τα λόγια του συγγραφέα μέσα από τις τελευταίες γραμμές του βιβλίου: «Ἕνα ὁλόκληρο βιβλίο γιὰ νὰ καταθέσω μόνο μίαν ἔνδειξη δρομοδειχτική: τὸν πόθο μου. Θέλω τή στιγμή τῆς τελευταίας μου πνοῆς νά φεύγω μὲ τή λαχτάρα τοῦ γυρισμοὺ στήν πατρίδα. Μὲ τὸ τρελὸ καρδιοχτύπι μιᾶς ἐρωτικῆς προσμονῆς. Αὐτὸ μόνο».

Το βιβλίο «Τὰ καθ’ ἑαυτὸν» του Χρήστου Γιανναρά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος
Ολόκληρη η ανάρτηση...

Τρίτη 19 Μαΐου 2009

Ξημέρωμα

Τὰ μυρισμένα χείλη
τῆς ἡμέρας φιλοῦσι
τὸ ἀναπαυμένον μέτωπον
τῆς οἰκουμένης·

Από τις "Ὠδὲς" του Ανδρέα Κάλβου, εκδόσεις Ωρόρα
Ολόκληρη η ανάρτηση...

Σάββατο 16 Μαΐου 2009

Το κενό

Τὸ κενὸ ὑπάρχει ὄσο δέν πέφτεις μέσα του.

Από τη "Μαρία Νεφέλη" του Οδυσσέα Ελύτη
Ολόκληρη η ανάρτηση...

Πέμπτη 14 Μαΐου 2009

Μαθητές και εξετάσεις
Ένα γράμμα αφιερωμένο στους μαθητές που διαγωνίζονται στις πανελλήνιες εξετάσεις

«Έτσι μαθαίνει ένα παιδί, ρουφώντας επιδεξιότητες με τα δάχτυλα των ποδιών και των χεριών του, ώσπου να φτάσουν βαθιά μέσα του. Απορροφώντας τις συνήθειες και τις στάσεις του περίγυρού του, σπρώχνοντας και τραβώντας τον κόσμο του.

Ένα παιδί μαθαίνει πιο πολύ από τη δοκιμή παρά από το λάθος, πιο πολύ από την ευχαρίστηση παρά από τον πόνο, πιο πολύ από την πείρα παρά από την υποβολή και τη συμβουλή, και πιο πολύ από την υποβολή παρά από την καθοδήγηση.

Έτσι ένα παιδί μαθαίνει με τη στοργή, την αγάπη, την υπομονή, την κατανόηση, τη συμμετοχή, με το να είναι και να κάνει. Μέρα με τη μέρα το παιδί μαθαίνει λίγα απ' αυτά που ξέρετε, λίγα περισσότερα απ' όσα νομίζετε και καταλαβαίνετε.

Αυτά που ονειρευόσαστε και πιστεύετε, αυτά γίνεται το παιδί. Από την αντίληψή σας που είναι θολή ή διαυγής, από τη σκέψη σας που είναι συγκεχυμένη ή οργανωμένη, από τα πιστεύω σας που είναι ανόητα ή σοφά, από τα όνειρά σας, που είναι άχρωμα ή —αυτό μ' αρέσει πολύ— χρυσά, από τις ανακρίβειες που λέτε ή από την αλήθεια, από όλα αυτά μαθαίνει ένα παιδί».

Φρέντερικ Μόφετ «Πώς μαθαίνει ένα παιδί».

Εδώ και αρκετές ημέρες γύρευα ένα άρθρο αφιερωμένο στους μαθητές που αυτή τη περίοδο δοκιμάζονται με το θεσμό των πανελληνίων εξετάσεων. Ομολογώ πως η απογοήτευσή μου ήταν μεγάλη. Με έκπληξη διαπίστωσα πως τα κείμενα που αναφέρονταν στις εξετάσεις ήταν σπάνια και τα πιο πολλά από αυτά γραμμένα εμφαντικά για να αρέσουν στους μαθητές ή στους γονείς τους και (κυρίως) όχι σε όσους δεν «επιτύγχαναν» σε αυτές.

Για τις εξετάσεις υπάρχουν πολλά πράγματα να ειπωθούν και από ανθρώπους με μεγαλύτερη εμβρίθεια. Λίγες σκέψεις μόνο πρόχειρες θέλω να μοιραστώ, απευθυνόμενος στους μαθητές, με όσους τολμάνε να βλέπουν πιο βαθιά από τα γεγονότα.

Η «επιτυχία» στις εξετάσεις είναι ένας τίτλος που εξασφαλίζει απλά την είσοδο σε μια σχολή και όχι την πληρότητα του βίου. Δυστυχώς ό,τι αξίζει να μάθετε ως άνθρωποι δεν θα το διδαχθείτε στο σχολείο. Το πιο σημαντικό πράγμα που μπορείτε να μάθετε είναι να αγαπάτε και να αγαπιέστε. Αυτό δεν θα το διδαχθείτε σε κανένα σχολείο ή φροντιστήριο και σίγουρα δεν θα το εξεταστείτε στις πανελλήνιες εξετάσεις.

Στις εξετάσεις ενδιαφέρει αυτό που ξέρετε ή δεν ξέρετε κι όχι αυτό που είστε. Μην επιτρέψετε στον εαυτό σας και σε κανέναν άλλο να σας κρίνει γι’ αυτό.

Όταν ένα σάπιο εκπαιδευτικό σύστημα βγάζει αποτελέσματα, αυτά μπορεί να είναι καρποί μιας υγιούς διαδικασίας μόρφωσης; Προβληματιστείτε λίγο περισσότερο τι είδους νικητής υπάρχει σε έναν αγώνα που δεν δόθηκε ποτέ.

Σε αυτή τη διαδικασία δεν είστε μόνοι και δεν θα βγείτε μόνοι. Κάθε δοκιμασία μπορεί είτε να σε ωριμάσει είτε να σε απελπίσει. Διαλέξτε.

Το κείμενο του Μόφετ επιλέχτηκε για να σας θυμίζει τι αξίζει να μάθετε και πώς. Όλα τα άλλα που διδαχτήκατε στη τάξη, πιστέψτε με, θα τα ξεχάσετε πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι πιστεύετε.

Το Υπουργείο Ονείρων θα ήθελε να ευχηθεί σε ΟΛΟΥΣ τους διαγωνιζόμενους επιτυχία με ό,τι αυτή σημαίνει για τον καθένα ξεχωριστά. Και κάτι τελευταίο: τα αποτελέσματα των πιο σημαντικών εξετάσεων στη ζωή σας δεν θα είναι αυτά που θα αναρτηθούν στους πίνακες των σχολείων το Καλοκαίρι. Τα αποτελέσματα των πιο σημαντικών εξετάσεων στη ζωή σας θα είναι η απάντηση που, σαν μεγαλώσετε, θα δώσετε τον εαυτό σας όταν αυτός σας ρωτήσει αν γίνατε όλα όσα είσαστε.
Ολόκληρη η ανάρτηση...

Τρίτη 12 Μαΐου 2009

Από τα καλύτερα βίντεο του National Geographic

Ολόκληρη η ανάρτηση...

Παρασκευή 8 Μαΐου 2009

Το μεγάλο Ναι και το Όχι το σωστό!

CHE FECE... IL GRAN RIFIUTO

Σὲ μερικοὺς ἀνθρώπους ἔρχεται μία μέρα
πού πρέπει τὸ μεγάλο Ναὶ ἢ τὸ μεγάλο τὸ Ὄχι
νὰ ποῦνε. Φανερώνεται ἀμέσως ὅποιος τὸ’ χει
ἕτοιμο μέσα τοῦ τὸ Ναί, καὶ λέγοντας τὸ πέρα

πηγαίνει στὴν τιμὴ καὶ στὴν πεποίθησή του.
Ὁ ἀρνηθεῖς δὲν
μετανοιώνει. Ἂν ρωτιοῦνταν πάλι,
ὄχι θὰ ξανάλεγε. Κι ὅμως τὸν καταβάλλει
ἐκεῖνο τ’ ὄχι –τὸ σωστό- εἰς ὅλην τὴν ζωή του.


Το συγκεκριμένο ποίημα είναι από τα πιο παρεξηγημένα του Αλεξανδρινού ποιητή. Ο Σεφέρης ήδη από το 1941 μιλούσε αρνητικά γι’ αυτό, ενώ ο ίδιος ο Καβάφης μετά το 1910 και ίσαμε τον θάνατό του (1933), δεν το ενέταξε στις συλλογές που εξέδιδε ως τα τέλη της ζωής του δίχως ωστόσο να το αποκηρύξει. Στο Αρχείο Καβάφη σώζονται ανέκδοτα δύο αυτόγραφα σχόλιά του, ασφαλώς πρώιμα, που μαρτυρούν, αν όχι τις επιφυλάξεις που ενδεχομένως ωρίμασαν αργότερα, πάντως όμως ότι σχεδόν εξαρχής ένιωθε πως το ποίημα αυτό χρειαζόταν διευκρινίσεις.Σχολιάζει λοιπόν ο Καβάφης: «Εφιστώ προσοχήν εις την λέξιν μερικούς. Σε μερικούς ανθρώπους, όχι σε όλους». Με άλλα λόγια: το ποίημά μου δεν είναι γενικής (ούτε καθημερινής) εφαρμογής, αλλά ισχύει μόνο για λίγους ανθρώπους (και για την ημέρα εκείνη που θα κρίνει όλη την υπόλοιπη ζωή τους).

Στο δεύτερο και ουσιαστικότερο σχόλιο του Καβάφη για το ίδιο ποίημα αναφέρεται στον «ήρωα» ή αντι-ήρωά του — ο οποίος δεν είναι εκείνος που είπε «το μεγάλο Ναι», αλλά αυτός που είπε «το μεγάλο Όχι». Το σχόλιο είναι συντομογραφημένο, άρα για προσωπική χρήση του ποιητή: «Αρνήθηκε, γιατί σκέφτηκε ευσυνείδητα ή πως είναι ακατάλληλος για το έργο ή πως το έργο είναι ανάξιό του ή πως το έργο δεν έπρεπε να πραγματοποιηθεί ή κάποια παρόμοια λογικήν αιτία. Όμως κάποιος άλλος ανέλαβε το έργο και επέτυχε — πιθανότατα επειδή ήταν ο κατάλληλος για τούτο το ειδικό έργο, ή είχε στην διάθεσή του ορισμένα ειδικά μέσα, τα οποία αλλοίωσαν ή διευκόλυναν ή βελτίωσαν το έργο είτε τα αποτελέσματά του. Η επιτυχία αυτού του κάποιου άλλου αντανακλά εις βάρος του Αρνηθέντος, και αυτός είναι ο λόγος που, αν και ο Αρνηθείς εγνώρισε πως το Όχι του ήταν σωστό, μολαταύτα τούτο το Όχι τον βαραίνει σε όλη την ζωή του — το κάνουν να τον βαραίνει οι υποψίες και οι φλυαρίες και οι επιτιμήσεις και οι παρανοήσεις των πολλών».

Το πρώτο σχόλιο συνοδεύεται από μιαν άλλη σημείωση του Καβάφη, για τον ιταλικό τίτλο του ποιήματος («Che fece… il gran rifiuto» = Αυτός που έκανε… την μεγάλη άρνηση). Είναι γνωστό πως προέρχεται από ένα στίχο του Ντάντε για κάποιον που από δειλία («per viltate» ή «per viltà») είπε Όχι, και τα αποσιωπητικά δείχνουν ότι ο Καβάφης παρέλειψε τις δύο αυτές λέξεις — δικαιωματικά αφού δεν ερμηνεύει τον Ντάντε αλλά απλώς του δανείζεται μιαν έκφραση για τον τίτλο ενός τελείως άσχετου ποιήματος.

Στην σημείωσή του, λοιπόν, αυτήν ο Καβάφης γράφει: «Το “per viltate” βγήκε διότι ακριβώς το ποίημα πραγματεύεται ή υπονοεί την έλλειψιν του viltate».

Ο Καβάφης κάνει λόγο για τις συγκεκριμένες στιγμές της ζωής μας που οι συνειδητοποιημένοι άνθρωποι καλούνται να λάβουν μοιραίες (με όλη τη σημασία της λέξης) αποφάσεις. Οι στιγμές αυτές είναι σπάνιες επειδή είναι ριζικές. Στη ποίησή του δεν υπάρχει άσπρο – μαύρο, καλό - κακό. Όσο σωστό είναι το ένα είναι και το άλλο. Έτσι και στη ζωή δεν υπάρχει ένας σωστός τρόπος. Και το Ναι και το Όχι αποκτούν κάποια αξία όταν εκπορεύονται από την εσώτατή μας αλήθεια. Αυτός που θέλει και μπορεί να πει το Ναι θα το πει. Όποιος όμως δεν είναι σε θέση να σηκώσει τις συνέπειες του θα αρνηθεί και αυτό το Όχι θα είναι σωστό.

Στη καθημερινή μας πραξιολογία ιεροποιήσαμε το Ναι υπερεκτιμώντας τις δυνάμεις και τα όριά μας θεωρώντας πως όλοι είμαστε έτοιμοι και ικανοί για όλα. Αλήθεια όμως, συνήθως χρειάζεται ασύγκριτα περισσότερο θάρρος να πεις ένα Όχι παρά το ευάρεστο Ναι. Να χρησιμοποιείς αξιοκρατικά μέσα για ένα σκοπό και όχι να υπηρετείς τον δεύτερο με τη χρήση των όποιων μέσων.

Φανταστείτε να σας ζητούν κάτι που δεν μπορείτε να κάνετε ή να μπαίνετε σε αυτή τη διαδικασία για να πείσετε κάποιον ή τον εαυτό σας πως αξίζετε κάτι παραπάνω. Η διαφορά τίθεται αυτόματα. Αυτό που είμαστε αντικαθίσταται από αυτό που θέλουν οι άλλοι να είμαστε. Γινόμαστε κάποιοι για τα μάτια των άλλων γιατί απλά δεν μπορούμε να είμαστε συνεπείς με τον εαυτό μας.

Δεν είμαστε μαθημένοι στον αγώνα και στη δοκιμασία γι’ αυτό δεν θέλουμε το όχι το σωστό να μας «καταβάλει για όλη τη ζωή μας». Προτιμούμε να πούμε και να πράξουμε ψέματα στον εαυτό μας και σ’ όποιον σχετίζεται μαζί μας γιατί παγιδευόμαστε από την ψευδαίσθηση της πολυδιαφημιζόμενης ευτυχίας που θέλει μόνο νικητές και γέλια και αποβράζει κάθε ίχνος πόνου, εμπιστοσύνης, αγωνίας ή κοινής δοκιμασίας.

Η ευθύνη μας έγκειται στο σημείο που δίνουμε μια ταυτότητα στις δυνατότητές μας. Απεριόριστες ή μη. Οι πρώτες εγκλωβίζουν σε μια πορεία άγχους και ψεύτικων αποδείξεων. Πιθανότατα και μεγάλων συγκινήσεων. Όμως το μεγάλο Όχι το λένε οι άνθρωποι που αναγνωρίζουν πως έχουν όρια και προσπαθούν με αυτά να ζήσουν ό,τι πιο πλήρες είναι σε θέση να χωρέσουν. Δε ζηλεύουν, δεν μεμψιμοιρούν γιατί η μοίρα τους είναι θέμα καθαρά προσωπικό, καρπός ωριμότητας κι αυτοσυνειδησίας και κυρίως έχουν την αίσθηση πως ζουν τη δική τους περιπέτεια και όχι τη ζωή ενός άλλου. Και σίγουρα χρειάζεται απίστευτα μεγαλύτερη ωριμότητα και γενναιότητα για να πεις το Όχι το σωστό και να διαφοροποιηθείς από την δειλία και την ανόητη δουλικότητα των αναποφάσιστων ή εγωιστών ανθρώπων.

Ολοκληρώνοντας θα ήθελα να καταθέσω έναν παραλληλισμό που κάνει ο Γ. Π. Σαββίδης μεταξύ Καβάφη και Έλιοτ με αφορμή το συγκεκριμένο ποίημα: «Στο δράμα του, Φονικό στην Εκκλησιά (1935), ο αρχιεπίσκοπος Θωμάς Μπέκετ, για να μην αφήσει πια ορφανό το ποίμνιό του στην βίαιη κοσμική εξουσία του βασιλιά και των φεουδαρχών, επιστρέφει στην Αγγλία ύστερα από εφτά χρόνια εξορίας, αποφασισμένος να αντιμετωπίσει ακόμα και μαρτυρικό θάνατο. Στην ψυχική του προετοιμασία, έχει να δοκιμαστεί από τρεις κοσμικούς Πειρασμούς: της ανέμελης αισθησιακής ζωής· της εξουσίας που συνεπάγεται υποταγή της Εκκλησίας στον βασιλιά· ή της εξουσίας με προϋπόθεση να συμμαχήσει με τους φεουδάρχες για να προδώσουν μαζί τον βασιλιά.

Απροσδόκητα, εμφανίζεται και ένας τέταρτος Πειρασμός. Είναι ο άλλος εαυτός του Θωμά, και τον παρακινεί να επιδιώξει με κάθε τρόπο το πιθανό μαρτύριο, δηλ. την εξασφάλιση όχι τόσο της μεταθανάτιας κοσμικής δόξας όσο του επουράνιου μεγαλείου. Εκείνο που βοηθάει τον Θωμά να νικήσει και τούτον τον Πειρασμό, είναι η φωνή λαού των απλών γυναικών της Καντερβουρίας: «Κατάστρεψε τον εαυτό σου και χαθήκαμε!». Τότε η φωνή του Θωμά αντηχεί γεμάτη διαλεκτική και χριστιανική σοφία:
«Ο τελευταίος πειρασμός είναι η πιο μεγάλη προδοσία:να κάνεις το σωστό για τη στραβήν αιτία…»

Η καθημερινότητά μας ανθίζει θαύματα όχι με άμυαλα ή άκαρδα μεγάλα Ναι ή μεγάλα Όχι αλλά από τη στιγμή εκείνη που συνειδητοποιήσουμε τι είμαστε άξιοι να πράξουμε ή να μην πράξουμε, σε σχέση με τις επιθυμίες μας.

"Τα ποιήματα" του Κ. Καβάφη κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ύψιλον

Ολόκληρη η ανάρτηση...

Τρίτη 5 Μαΐου 2009

Ο κόσμος που θέλω

Δεν θέλουμε έναν κόσμο όπου η εγγύηση πως δεν θα πεθάνουμε από πείνα αναταλλάσσεται με τη βεβαιότητα πως θα πεθάνουμε από πλήξη.

Από την "πραγματεία για το σαβουάρ βιβρ προς χρήση των νέων γενεών" του Ραούλ Βανεγκέρ Ολόκληρη η ανάρτηση...

Δευτέρα 4 Μαΐου 2009

Για να μας χωράει όλους

Ολόκληρη η ανάρτηση...