Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

Καταναγκαστικοί γάμοι

Η εικόνα της Ghulam, μιας 11χρονης Αφγανής, δίπλα στον 40 χρονο σύζυγό της τον οποίο την ανάγκασαν οι γονείς της να παντρευτεί, επιλέχθηκε από τη UNICEF ως φωτογραφία της χρονιάς για το 2007.

Η φωτογραφία τραβήχτηκε από την Αμερικανίδα φωτογράφο Stephanie Sinclair, και είναι συνέχεια ενός άλλου άρθρου που ερευνούσε για τους θανάτους νεαρών γυναικών που αυτοπυρπολούνταν ή δολοφονούνταν έπειτα από το θάνατο του γηραιότερου άντρα τους.
Σχετικό δημοσίευμα (στα ισπανικά).
Ολόκληρη η ανάρτηση...

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009

Μ' αγάπησε;

Αν θέλεις να δεις εάν ένας άνθρωπος σε αγαπά, ελευθέρωσέ τον. Αν γυρίσει σε σένα σημαίνει πως σε αγαπά. Αν όχι πάει να πει πως δεν ήταν δικός σου ποτέ.

Από τον "έρωτα στα χρόνια της χολέρας" του Gabriel Garcia Marquez, εκδόσεις Λιβάνη Ολόκληρη η ανάρτηση...

Τρίτη 24 Μαρτίου 2009

ΆΓΙΟΝ ΟΡΟΣ: Ζώσα εμπειρία

Στὶς ἀρχὲς τὰ’ χασα. Δὲν μποροῦσα ν’ ἀντισταθῶ. Ἔχανα τὰ πάντα. Μ’ ἕνα τίποτα πῶς νὰ ζήσω; Τρόμαζα καθὼς ἀνακάλυπτα τὴ γύμνια μου. Σὰν ὁ ἐνθουσιασμὸς χαμήλωνε, ἔλεγα: Γύρνα πίσω βρέ. Δὲν τὰ βγάζεις πέρα. Θὰ μετανοιώσεις καὶ θα’ ναὶ ἀργά. Δὲν εἶναι γιὰ τὰ κότσια σου ἐδῶ. Μὴν κάνεις τὸν γενναῖο. Γύρνα στὴν καλὴ Ἀθήνα πρὶν τὰ βρεῖς μπαστούνια. Δίχως μία μόνιμη παρηγοριὰ στὰ χέρια καὶ μία ἀσφαλῆ βεβαιότητα. Κάτι ἔπρεπε νὰ γίνει. Ἀπ’ τὴν ἄλλη κατάλαβα πὼς αὐτὴ ἡ παρτίδα τοῦ παιχνιδιοῦ μέσα στὴ νύχτα ἔπρεπε νὰ παιχθεῖ ἀποκλειστικὰ μ’ ἐμένα καὶ τὸν Θεό, δίχως ἐπευφημοῦντες θεατὲς μ’ ἐμένα καὶ τὸν Θεό, δίχως ἐπευφημοῦντες θεατὲς καὶ χαρούμενους ἀκροατές. Ὅταν τὸ ἔνιωσα αἰσθάνθηκα νὰ πέφτω στὸ κενό. Μετὰ αἰσθάνθηκα κάτι φοβερότερο. Τὶς σφιγμένες γροθιές μου ὁ συμπαίχτης μου νὰ τὶς χαϊδεύει. Κόντεψα νὰ τρελαθῶ. Αὐτὰ ποὺ διάβαζα στὰ βιβλία, τὰ ζοῦσα κι ἐγώ, μποροῦσα νὰ τὰ ζῶ, θὰ τὰ ζοῦσα καὶ θὰ ζοῦσα. Ἤμουν μέσα σ’ ἕνα πυρωμένο καμίνι δίχως νὰ καίγομαι. Μετὰ ἄρχισα κι ἐγὼ νὰ βλέπω, ν’ ἀκούω, ν’ ἀγαπῶ διαφορετικά. Γιὰ κάτι σημαντικό μας ἔφερε ὁ Θεὸς στὸν κόσμο. Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ζοῦμε γιὰ τὸ τίποτε.

Φοβόμουν τὸν ἑαυτό μου ἢ τὸν ἀγαποῦσα; Ἤθελα ἢ δὲν ἤθελα νὰ μπῶ σὲ μπελάδες ἀγώνων; Καλὰ ἦταν κι ἔτσι. Ὅλοι μὲ λέγανε καλὸ παιδί. Ἦλθα νὰ ἡσυχάσω, ἔλεγα. Τί κουβάρια εἶναι αὐτὰ ποὺ ξετυλίγονται καὶ ξαναμπερδεύονται; Κρυβόμουν; Ξεγελοῦσα τὸν ἑαυτό μου; Ἦταν δυνατόν? μέσα στὰ καλὰ λόγια καὶ τὶς καλὲς πράξεις μου διέφευγε λοιπὸν ὁ ἐαυτός μου. Βγάζει τὸ ἄχτι τοῦ τώρα; Ζητᾶ ἐξηγήσεις. Ἦλθε ὁ καιρός. Καλῶς τὸν.

Ὁ Θεὸς τῆς πόλης, τῶν κατηχητικῶν, τῶν κηρυγμάτων, τῆς θείας μου, ἦταν πολὺ διαφορετικὸς ἀπὸ τὸν ἐδῶ. Ἔπρεπε τώρα νὰ ξαναρχίσω. Ν’ ἀναποδογυριστῶ. Ἡ πόλη μὲ τὶς μάσκες της μὲ εἶχε ἀπογοητεύσει. Μόνο μπροστὰ μποροῦσα πιὰ νὰ κάνω. Ρίχτηκα στὸ κενὸ δίχως ἀλεξίπτωτο. Μία ἀπὸ τὶς λίγες πράξεις μου γιὰ τὶς ὁποῖες θερμὰ εὐχαριστῶ τὸν Θεό.

Χτυπήθηκα πολὺ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ἤθελα να’ ναὶ ὅπως τοὺς ἤθελα, καλοί, εὐγενικοί. Ἤμουν βλάκας. Δὲν μποροῦσα νὰ καταλάβω τὸ τόσο ἁπλό. Ἔπρεπε νὰ δεχθῶ τὸν καθένα ὅπως ἦταν. Ὅπως δέχεται ἡ μάνα τὸ παιδί της. Ὄχι μὲ συγκατάβαση, μὲ ψευτοαγάπη καὶ χαζοϋπομονή, μὲ πονηροευγένειες καὶ σαχλοϋποωρήσεις.

Ἕνα βράδυ σχεδὸν τρόμαξα ὅταν σκέφθηκα σὲ ποιὸν ἀπευθύνομαι προσευχόμενος. Μετὰ ἔνιωσα πὼς ὅλους τους ἀκούει ὁ Θεὸς κι ἡσύχασα. Τὸ θέμα εἶναι πὼς ἡ ἀθανασία εἶναι κάτι τὸ πολὺ σίγουρο. Ὑπάρχουν σοβαροὶ λόγοι γιὰ νὰ ζοῦμε. Καθὼς πέθαινε ὁ Θεὸς τῆς πόλης κι ἀνασταινόταν ἕνας ἄλλος Θεὸς ἡ νύχτα ὀμόρφαινε καὶ δὲν ἤθελες νὰ κοιμηθεῖς…

Ἡ κακομοιριὰ εἶναι ἀπ’ τὶς μεγάλες φτώχειες τοῦ χριστιανοῦ. Τὸ μεγαλύτερο λάθος εἶναι αὐτὴ τὴν κακομοιριὰ νὰ τὴ λέμε ταπείνωση. Εἶναι τόσο ὄμορφες αὐτὲς οἱ μικρὲς ἐκκλησιὲς καὶ μορφές. Μὴν τὶς ἀγγίζετε παρακαλῶ. Μὴν τὶς καθαρίζετε καὶ θέλετε νὰ τὶς ὀμορφήνετε ἐσεῖς. Τὰ μάτια θέλουν πλύσιμο. Τὸ σήμερα πάλιωσε. Τὰ παλιὰ εἶναι μία πείρα ζωντανή.

Από το βιβλίο του π. Μωυσή «Αγρυπνία στο Άγιον Όρος» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ακρίτας.



Κατέλαβα εξαιρετική προσπάθεια να ξεπεράσω τους δισταγμούς μου να γράψω κάτι σχετικό με το Άγιον Όρος και την μοναστική ζωή του. Για μένα αποτελεί μια από τις πολύ ιδιαίτερες αγάπες της ζωής μου και μια από τις μεγαλύτερες αποκαλύψεις που μου δωρίστηκαν για να ζω ουσιαστικά. Ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη από τους αγιορείτες πατέρες για την ιεροσυλία μου να μεταφέρω στο χαρτί κάτι από τη δική τους εμπειρία. Το ημερολόγιο όμως του π. Μωυσή υπήρξε, θεωρώ, μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να τοποθετήσουμε κάποια πράματα στη θέση τους και να ανοίξουμε μια χαραμάδα στην αδιάφορη παχυσαρκία μας απέναντι σε αυτό που συνιστά ζωντανή πνευματική εμειρία. Το απόσπασμα του βιβλίου του π. Μωυσή είναι αντιπροσωπευτικό, αν και κατανοώ εξ’ αρχής πως αλλιώς θα διαβαστούν όσα γράφονται από όσους έχουν επισκεφθεί ή αγαπάνε το Άγιον Όρος και διαφορετικά από όσους κρατούν την άγνοια ή τις προκαταλήψεις τους πάνω από την κρίση τους.
Το άλμα στο κενό είναι μια ενέργεια επιβαλλόμενη από όλους όσοι ευαγγελίζονται για τον εαυτό τους την ανακάλυψη άλλων, πιο ποιοτικών διαστάσεων, στη ζωή τους. Κάτι τέτοιο είναι σύνηθες για τους αγιορείτες μοναχούς, όσους τέλος πάντων από αυτούς με ευσυνειδησία κάνουν αυτή την κίνηση.
Το πρώτο που φαίνεται να τρομάζει τον π. Μωυσή είναι αυτή ακριβώς η διαπίστωση. Η παντέρημη γύμνια του απέναντι στο Θεό. Κι από αυτή τη διαπίστωση ξεκινά. Μοναχός σημαίνει πρώτα απ’ όλα πως τα έχεις εγκαταλείψει όλα, τα έχεις χάσει όλα και πλέον στο κελί σου είσαι μόνο εσύ κι ο Θεός. Και το παιχνίδι παίζεται μόνο εκεί. Να αντιλαμβάνεσαι τη γύμνια σου σαν σημείο αφετηρίας και να επικοινωνείς με το Θεό. Βρίσε τον, αγάπησέ τον, μίλα του απλά ή οργισμένα, αδιαφόρησε ή αφιέρωσέ του ώρες, κοιμήσου ή προσευχήσου. Κάνε ό,τι θες ξέροντας πολύ καλά πως ό,τι κάνεις αφορά εσένα κι Εκείνον. Θα τη βρείτε μαζί την άκρη. Είσαι μοναχός απέναντί του κι είναι μοναχός απέναντί σου. Κάπως έτσι ξεκινά η επικοινωνία του μοναχού με τον Θεό κι έτσι κάπως το άλμα στο κενό κομίζει θαύματα, άγνωστα στους πολλούς˙ τους ασφαλισμένους, αυτούς που αν δεν πέσουν, ζητούν δίχτυ ασφαλείας για να το κάνουν. Μόνο που δίχτυ δεν υπάρχει. Ή πηδάς ή μένεις θεατής όσων τολμούν. Ή ζεις τα θαύματα ή τα ακούς, τα διαβάζεις ή έστω τα θαυμάζεις από χείλη τρίτων.
Την ώρα που ο άλλος σου εαυτός σου βάζει το μαχαίρι στο λαιμό, έρχεται η ώρα να αποδείξεις έμπρακτα, όσο σπάνιες φορές στη ζωή σου, όχι το πόσο αλλά το πώς και το γιατί αγαπάς τον εαυτό σου. Θα γυρίσεις στην «καλή Αθήνα»; Στο άγιο βόλεμα και στις επιταγές των δικών σου; Στις συνθήκες που σου όρισαν έναν τύπο ζωής και στις σχέσεις που σου δίνουν μια αίσθηση ταυτότητας;
Ο άλλος σου εαυτός είναι αμείλικτος. Είναι ο ίδιος που σαν δει με πείσμα να του επιτρέπεις να σου κόψει το λαιμό, θα πιάσει τις σφιγμένες σου γροθιές να τις χαϊδέψει. Θα σε νικήσει όχι ως εχθρός μα σαν φίλος. Τονώνοντάς σου τον εγωισμό, δημιουργώντας σου την αίσθηση πως νικάς δαίμονες και βλέπεις θείες οπτασίες, όλα αυτά με τη δική σου δύναμη, με τη δική σου προσευχή με την ποιότητά σου, με την αγάπη που σου έχει ο Θεός, σε σένα τον ανώτερο από τους άλλους, τον επίλεκτο, τον προορισμένο να ζει τα θαύματα καθημερινά. Ο έξυπνος ξέρει από κόλπα και δε δίνει σημασία. Ο πόλεμος παραμένει πόλεμος. Η αγάπη είναι σφάλμα να προσανατολιστεί αλλού παρά στον Θεό και Αυτός θα τη γυρίσει θεούμενη στο πρόσωπό σου. Ειδάλλως, η «καλή Αθήνα» είναι πάντα εκεί και σε περιμένει εν μέσω επευφημούντων θεατών και χαρούμενων ακροατών.
Αν δε γυρίσεις, θα μάθεις να βλέπεις, ν’ ακούς και ν’ αγαπάς διαφορετικά. Πόσο εύστοχα κι αποκαλυπτικά το λέει ο συγγραφέας: Για κάτι σημαντικό μας έφερε ο Θεός στον κόσμο. Δεν επιτρέπεται να ζούμε για το τίποτε. Άραγε πόσοι από εμάς αναρωτηθήκαμε αν υπάρχει άλλου είδους αγάπη και γιατί, βρε αδερφέ, ήρθαμε στον κόσμο; Είναι πολύ εύκολη η όποια μηδενιστική απάντηση. Ανόητη μεν, εύκολη δε.
Την προτιμάμε όμως γιατί πρώτα επιτρέψαμε στον εαυτό μας να ζούμε για το τίποτε.
Το τίποτε της καριέρας, του χρήματος, της ευζωίας και της επιβεβαίωσης, το τίποτε που κάθε μέρα η χαμένη μας παιδικότητα και η ρημαγμένη μας συνείδηση μας τρίβουν στη μούρη, μπας και αλλοιώσουν αυτό το φάντασμα που βάλαμε για πρόσωπο και το γυροφέρνουμε στη συνάφεια των πολλών για να δρέψουμε μια εύκολη επιβεβαίωση. Ναι βρε αδερφέ, δεν υπάρχει τίποτε, εγώ όμως θα ζω για το τίποτε. Το ‘παμε˙ ανόητο μεν, εύκολο δε.
Οι μπελάδες των αγώνων είναι η διαδικασία που εξασφαλίζει στον καθένα μας την απάντηση αν ξεγελάμε τον εαυτό μας, αν τον κοροϊδεύουμε ή όχι. Για τον μοναχό, όπως θα έπρεπε για τον καθέναν μας, τα πράματα είναι συγκεκριμένα. Ό,τι κι αν γίνει οι ερωτήσεις δε θα φύγουν εάν δεν λάβουν τις απαντήσεις τους, εάν δεν μας προκαλέσουν να γυρέψουμε τον αληθινό μας εαυτό πίσω από τα καλά λόγια ή τις καλές μας πράξεις. Τι σημαίνει «καλό παιδί»; Οι ερωτήσεις δεν περιμένουν. Είναι κατάντια να κοροϊδεύεις τον εαυτό σου για τα μάτια των άλλων. Να προτιμάς να γίνεσαι καραγκιόζης για τα μάτια του κόσμου κι όχι να τον υπηρετείς με την αγάπη ενός κατά χάρη θεού.
Βιώνοντας ο μοναχός αυτή τη σχέση σε βάθος χρόνου μαθαίνει σε αυτή την άλλη ποιότητα της αγάπης. Αναποδογυρίζεται και βλέπει πως ο θεός των κατηχητικών, της θείας του, των κηρυγμάτων ήταν ένα ιδεοληπτικό είδωλο, μια αφηρημένη ηθικιστική σέκτα, ένας καλοφτιαγμένος τάφος για ζωντανούς νεκρούς, έξω απ’ τη ζωή, προδίδοντας τη ζωή, ψευτίζοντάς, βιάζοντάς την. Ο δρόμος είναι μόνο εμπρός. Στο άλμα που προαναφέρθηκε. Και τελικά έτσι βρίσκεις τον εαυτό σου. Χάνοντάς τον.
Ο π. Μωυσής αναφέρεται στο χρυσό κανόνα που μπορεί να μας λυτρώσει όλους από τον πόνο. Κοιτάξτε πόσο απλό: Το σημαντικό είναι να μην θες τους άλλους να είναι σύμφωνα με τις επιθυμίες σου. Πρέπει να τους δεχτείς με την ίδια αποδοχή της μάνας στο παιδί της. Όχι με συγκατάβαση, ψευτοαγάπη και χαζοϋπομονή, με πονηροευγένειες και σαχλοϋποχωρήσεις. Με αληθινή αγάπη. Θυμίζω το εναγώνιο ερώτημα στα κείμενα του Αθανασιάδη και του Coelho. Η ενότητα συνιστά το μωσαϊκό ή το μωσαϊκό την ενότητα; Για να πολιτεύεσαι έτσι, χρειάζεται άλλου είδους αγάπη και αντίληψη του κόσμου. Αναρωτήθηκες ποτέ (θέτω το ερώτημα καθημερινά στον εαυτό μου) πόσο όμορφος και σοφά δημιουργημένος είναι ο κόσμος όταν πάψεις να επιθυμείς όλα και όλοι να είναι όπως εσύ τα ή τους θέλεις;
Για τους περισσότερους βέβαια όλα τούτα θα ακούγονται ξένα γιατί στερούνται της πρώτης παραδοχής του αληθινού μοναχού. Για να υπάρξει σχέση με τον θεό πρέπει αρχικά να δεχτούμε την ύπαρξή του. Κι εκεί αρχίζουν οι διαφωνίες. Βγαίνουν και κάτι χαρτιά από το τραπέζι περί «φύσης» ή «ανώτερης δύναμης» κ.α. και όλοι αφήνουμε τη συζήτηση για κάποια άλλη στιγμή κάποτε στο μέλλον, προτιμώντας να στρέψουμε τον ρου της συνομιλίας στο αν θα παραγγείλουμε σουβλάκια ή πίτσα και αν θα δούμε champion’s league ή «πάμε πακέτο». Είναι ανόητο να αξιώνω την απάντηση του κορυφαίου ερωτήματος σε λίγες γραμμές. Θέτοντας όμως ένα προβληματισμό στον καθένα, θυμίζω πολύ σύντομα πως για να αναρωτηθούμε για τον Θεό και να τον αγαπήσουμε, χρειάζεται να καλλιεργήσουμε μια σχέση κι όχι να κατακτήσουμε μια γνώση περί Αυτού.
Ο π. Μωυσής συνεχίζει το ημερολόγιό του, θυμίζοντάς μας πως την κακομοιριά είναι μέγα λάθος να τη δεχόμαστε και να την ονομάζουμε ταπείνωση. Τελειώνει λέγοντας πως όσοι αδυνατούν να αντιληφθούν την ζώσα εμπειρία αιώνων του Αγίου Όρους, είναι προτιμότερο να απομακρυνθούν διακριτικά παρά να αρχίσουν με βία και δίχως αγάπη να βρουν μυστικά και θαύματα εκεί που δεν υπάρχουν ή δεν έχουν τα μάτια να τα δουν. «Τα μάτια θέλουν πλύσιμο. Το σήμερα πάλιωσε. Τα παλιά είναι μια πείρα ζωντανή».

Υ.Γ. Στην αρχή σκεφτόμουν να αφιερώσω το άρθρο σε όλους εκείνους τους δίχως πείρα επικριτές της μοναστικής ιστορίας του Αγίου Όρους, όπως οι φίλες μου η Μαριλένα και η Έλενα. Μετά σκέφτηκα πως είναι μάταιο να περιμένεις από τον άλλον να γνωρίσει μιαν αλήθεια εάν δεν την έχει βιώσει. Άλλο να κρίνεις δίχως γνώση κι άλλο δίχως αγάπη. Ο π. Μωυσής το λέει κάπου αλλού καλύτερα: Σε όλους εκείνους που τουλάχιστον ειρωνεύονται τη μοναχική ζωή, τι ν’ αντιτάξει κανείς; Είναι σαν να θες ν’ αναλύσεις στον εκ γενετής τυφλό τα χρώματα του δειλινού ή της αυγής. Μήπως θα πρέπει για μερικούς ανθρώπους να μην υπάρχει απολογητική;



Ολόκληρη η ανάρτηση...

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2009

Γράψε λάθος

Δὲν φτάνει ποὺ ἤσουν ἐρχομὸς θερμοκηπίων
ἐνόχλησες καὶ τὴν ὀρθογραφία μου.

Κατ’ ἐπανάληψη λές, μ’ ἔπιασες νὰ γράφω
συνδιάζω ἀντὶ συνδυάζω ποὺ σημαίνει
σύν-δυό, βάζω τὸ ἕνα δίπλα στὸ ἄλλο
τὰ δυὸ μαζὶ ἑνώνω – τὸ ζῶ τὸ ἀφήνουμε ἔξω
γιὰ μετά, ἂν πετύχει ὁ συνδυασμός.

Δὲν εἶμαι λάθος φίλε μου.

Εἶναι μία πρόωρη ἀνάπτυξη ἀδυναμίας.
Δεῖξε μου ἐσὺ ἕνα ὕψιλον
ποῦ νὰ κατάφερε ποτὲ σωστὰ νὰ μᾶς ἑνώσει.
Συνδυασμοὶ πολλοὶ ἀλλὰ πόσοι γνώρισαν
τὴ ρηματική του ζῶ ἀπεραντοσύνη.

Ἀπ’ τὴ σκοπιὰ τοῦ καθενὸς ἡ ὀρθογραφία.
Πάρε παράδειγμα
τί κινητὰ ποὺ γράφεται τὸ ψέμα:
Ὅταν ἐσὺ τὸ ἐξακοντίζεις πρὸς τὸν ἄλλον
σωστὰ τὸ γράφεις μέσα σου, θαρραλέα.
Ὅταν ὅμως ἐσὺ τὸ δέχεσαι κατάστηθα
τότε τὸ γράφεις ψαίμα.
Ρωτᾶς ἀπὸ ποὺ ὡς ποὺ
γράφω τὴ συμπόνοια μὲ ὄμικρον γιώτα.

Ποιὸς ξέρει θὰ μὲ παρέσυρε ἡ ἄπνοια
ὁ ἀνοίκειος τὸ ποίημα ἡ οἴηση
τὸ κοιμητήριο ἡ οἰκουμένη τὸ οἰκτρὸν
καὶ ἡ ἀοιδὸς ἐπιθυμία
ἀπ’ τὴν ἀρχὴ νὰ ξαναγραφόταν ὁ κόσμος.

Ἐξάλλου σου θυμίζω ἡ συμπόνια
πρωτογράφτηκε λάθος ἀπὸ τὸ Θεό.


Κική Δημουλά

Δίχως άλλο η ομιλία σημαίνει την ποιότητα της επικοινωνίας μας. Ο τρόπος με τον οποίο χειριζόμαστε τη γλώσσα είναι μια σαφής ένδειξη της προσωπικής μας καλλιέργειας αλλά και του βαθμού στον οποίο είμαστε σε θέση να εκφράσουμε με μεγαλύτερη πιστότητα την εσωτερική μας πληρότητα. Μπορεί μεν οι μεγαλύτερες αλήθειες να λέγονται με τη σιωπή (άραγε κι αυτή δεν έχει ορθογραφία;) ή με λίγες μόνο λέξεις, ο τρόπος όμως με τον οποίο τις λέμε, η σύνθεσή τους και κυρίως η γραμματική τους σημαίνει πολλά.

Μα ακούγεται η γραμματική θα πει κανείς; Ο πολύς Βιτγκενστάιν είχε πει πως στη γραμματική δεν υπάρχει λάθος για να προεκτείνει αργότερα ο Ελύτης τη θέση αυτή λέγοντας πως η γραμματική της γλώσσας δεν έχει ανορθογραφία.

Η Κική Δημουλά ξέρει πολύ καλά αυτή την αλήθεια και τη μεταχειρίζεται με χαρακτηριστική δεξιότητα. Αναρωτηθείτε το και για τον εαυτό σας. Ακούτε την ίδια λέξη με τον ίδιο τρόπο, με την ίδια ορθογραφία από τον καθένα; Ή πάλι, η γραμματική της ομιλίας σας απέναντι σε άλλους είναι για όλους η ίδια; Ο καθένας κι η ορθογραφία του λοιπόν. Ο καθένας και η δική του σωστή ορθογραφία. Στη γλώσσα που δεν ξέρει από γραμματικές ανορθογραφίες. Γι’ αυτό και το δυο το συνδυάζω της ποιήτριας δεν έγινε ποτέ ζωή. Το ι δεν κατάφερε να γίνει ποτέ ζωή. Αυτή την ιδιότητα είχε διακρίνει ο Ελύτης αναγνωρίζοντας το υ ως το πιο ελληνικό γράμμα ερμηνεύοντας την πυθαγόρεια αντίληψη του στοιχείου για τη ζωή. Το υ παραμένει ένα γράμμα όταν δε δημιουργεί «τη ρηματική του ζω απεραντοσύνη». Παραμένει ι στο βαθμό που ένας άνθρωπος αποτυγχάνει στις σχέσεις του με τους συνανθρώπους μένοντας μόνος, ζώντας για τον εαυτό του, μη αγαπώντας, μη ζώντας, Το ι δεν γίνεται ποτέ υ, το συνδιάζω ποτέ συνδυάζω, το δια διαιρεί, το δυο ενώνει, το ένα χωρίζει από τη ζωή της κοινωνίας το άλλο βιώνει τη ρηματική του ζω απεραντοσύνη.

Τι να την κάνεις λοιπόν τη γραμματική των άλλων αν στη δική σου, δεν υπάρχει πιστότητα ορθογραφίας και ορθοπραξίας; Τι να καταλάβεις και τι να καταλάβουν; Θα γράφουν πάντα συνδυάζω δίχως να έχουν αγαπήσει ποτέ κανέναν για να καταλαβαίνουν γιατί το συνδυάζω θέλει δυο για να το αληθέψουν. Ο καθένας μόνος του στο βαθμό που αντιλαμβάνεται την πρόωρη ανάπτυξη αδυναμίας στη γραφή του, μόνο με ι επιτρέπεται να το γράψει. Οτιδήποτε άλλο συνιστά ανορθογραφία..

Ο καθένας λοιπόν κι η δική του ορθογραφία και το παράδειγμα που ακολουθεί πειστικότατο. Το θαρραλέο ψέμα που εξακοντίζουμε στον άλλον γράφεται με αι όταν θαρραλέα το δεχόμαστε. Όταν το σώμα σχίζεται ματώνει. Το ίδιο και η ψυχή ή το μυαλό. Το ίδιο και η μνήμη, οι υποσχέσεις ή οι ελπίδες. Όταν αυτά διαψεύδονται το ψέμα δεν μπορεί πια παρά να γράφεται ψαίμα. Να γράφεται έτσι γιατί έτσι το βλέπουμε να κυλά μέσα από τις κάθε είδους πληγές μας. Το ψέμα που ματώνει είναι ψαίμα. Δεν είναι μια άλλη λέξη. Είναι η ίδια που χρησιμοποιούμε θαρραλέα για να πληγώσουμε κάποιον. Μόνο που το αίμα κυλά από την πλευρά του άλλου, κάπου πολύ βαθειά μέσα του κι εμείς δεν θέλουμε ή δε προσπαθούμε να το δούμε. Ζήτημα ορθογραφίας και αυτοσυνειδησίας. Θυμηθείτε τη γραμματική του εαυτού σας σε ανάλογες περιπτώσεις και προσδιορίστε την ορθή γραφή.

Η Κική Δημουλά θέλοντας να δώσει ακόμη μεγαλύτερη έκταση στην ορθογραφία της μοίρας του καθενός μας, αναφέρεται στη λέξη συμπόνια που πρωτογράφτηκε λάθος από το Θεό. Χρησιμοποιεί αριστοτεχνικά οκτώ λέξεις με οι. Αφού αυτές έχουν οι πρέπει και η συμπόνια να γράφεται με οι. Οκτώ λέξεις βγαλμένες από τη ζωή της: η άπνοια, ο ανοίκειος το ποίημα, η οίηση, το κοιμητήριο, η οικουμένη, το οικτρόν και η αοιδός επιθυμία. Η ορθογραφία πάντα αφορά τα φωνήεντα κι είναι αιωνίως άγνωστη στα σύμφωνα. Σοφό και γοητευτικό. Σε τι συνίσταται λοιπόν η εκ γενετής ανορθογραφία της λέξης; Σε αυτό το μισό για πάντα ι που δεν επιτρέπει τη συμπόνια να γίνεται πόνος για δυο αλλά ανηφοριά, κατάσταση που μόνος του ο καθένας μπορεί να τη περάσει. Επειδή από τη φύση του ο καθένας δε χωρά μεγαλύτερο πόνο από το δικό του και δεν μπορεί να γίνει δυο απέναντί του. Ποιο είναι λοιπόν το μυστικό; Η αγάπη για να γραφτεί σωστά θέλει το υ για τους δυο. Ο πόνος που θα έπρεπε κι αυτός να γράφεται με δυο γράμματα δυστυχώς δε μοιράζεται γιατί από το Θεό φτιάχτηκε με ι. Για να χωρά μόνο έναν. Γιατί αλλιώς δεν θα ήταν πόνος, δε θα ήταν θάνατος. Θα ήταν κάτι υποφερτό. Το ι του ενός , το υ και το οι των δυο.

Ας αλλάξουμε ορθογραφία. Ή καλύτερα ας μάθουμε να γράφουμε σωστά τις λέξεις. Θυμηθείτε: Στη γραμματική δεν υπάρχουν λάθη. Στη ζωή μας το επιτρέπουμε;

Τα «ποιήματα» της Κικής Δημουλά κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ίκαρος Ολόκληρη η ανάρτηση...

Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

Μια ξεχωριστή μητέρα

Ολόκληρη η ανάρτηση...

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2009

Το φάντασμα της αξόδευτης αγάπης

Ένα βιβλίο που προσπαθεί να βρει την ταυτότητά του ανάμεσα στο δοκιμιακό λόγο και στο μυθιστόρημα, στη φιλοσοφία και στην ψυχολογία. Συναντιέται πάνω στη «Γέφυρα του Καρόλου» με το προηγούμενο πνευματικό πόνημα της συγγραφέως, «Ο Παλιάτσος και η Άνιμα», συνεχίζοντας -με φόντο στο εξώφυλλο την περίφημη αυτή γέφυρα της Πράγας- την εξερεύνηση ή καλύτερα την ανίχνευση στις δαιδαλώδεις ατραπούς της ανθρώπινης ψυχής. Οι αναγνώστες κοινωνούν των αχράντων μυστηρίων του ανεξιχνίαστου ψυχικού κόσμου και γίνονται μύστες των αρχέγονων και διαχρονικών τελετουργιών του έρωτα, της φιλίας, της θρησκείας, του πόνου και γενικότερα των συναισθημάτων, που μας οδηγούν, αν δεν τα χειριστούμε σωστά, στις νευρώσεις και στην ψυχανάλυση.

Η συγγραφέας περνώντας από ιστορίες-διαδρομές στον κόσμο εντός της και των άλλων, καταλήγει στο συμπέρασμα πως μόνο αν βρούμε και αγαπήσουμε τον εαυτό μας, θα βρούμε τον άλλο και το Θεό. Η αγάπη είναι η μεγάλη πλήρωση της ύπαρξης, το διαβατήριο για την αυτοπραγμάτωσή μας, την αρμονική και ισορροπημένη συμβίωση με μας τους ίδιους και τους πλησίον μας.

Οι άνθρωποι παραπονιούνται πως δεν τους αγαπούν. Είναι εξάρτηση να περιμένεις από τους άλλους να σου χαρίσουν την αγάπη. Όσο κι αν αγαπιέσαι, το αίσθημα του ανικανοποίητου- αυτού του ύπουλου εχθρού της εποχής μας- θα επιμένει ζοφώδες στην καρδιά, αν αυτή η καρδιά δεν μπορεί ν’ αγαπήσει. Γεμίζουμε μονάχα απ’ την αγάπη που εμείς δίνουμε, από την πίστη που ασκούμε, απ’ όσα δικά μας χαρίζουμε. Ακόμη κι ψυχή διά της απωλείας της κερδίζεται!

Κι αν είναι δύσκολο να βρίσκουμε αγάπες, είναι πολύ πιο δύσκολο να αγαπάμε˙ προϋποθέτει μεταστροφή της εγωιστικά εκπαιδευμένης προσωπικοτητάς μας κάτι τέτοιο. Όσο την αρνούμαστε τη μεταμόρφωση, η επιδημία της ανίας και της κατάθλιψης εξαπλώνεται, σαν ΦΑΝΤΑΣΜΑ στοιχειώνει τη ζωή μας.
Λέγεται πως: «Μελαγχολία είναι η αξόδευτη αγάπη…».

Την επιμέλεια του κειμένου είχε η «Κατερίνα των βράχων»

Το βιβλίο της Μάρως Βαμβουνάκη, «Το φάντασμα της αξόδευτης αγάπης» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ψυχογιός».
Ολόκληρη η ανάρτηση...

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2009

O μύθος της ψυχικής νόσου

Για την συγγραφική προσφορά του π. Φιλόθεου Φάρου ελάχιστοι θα μιλήσουν αρνητικά. Σε αυτόν χρωστάμε εξαιρετικά έργα όπως το κλασσικό "Έρωτος Φύσις" ή ο "Διάλογος" κ.α. Με το συγκεκριμένο έργο συνεχίζει την εξαιρετική έως τώρα πορεία του δίνοντας στον καθέναν από εμάς τη δυνατότητα να προβληματιστούμε για θεμελιώδη ζητήματα και να οδηγηθούμε σε αλήθειες βιωματικές μέσα από μια διαδικασία πρόκλησης και ελευθερίας.

Σύμφωνα με τον ίδιο λοιπόν, ο άνθρωπος έχει πληρότητα ζωής στο ποσοστό που έχει ικανοποιήσει τρεις κύριες ανάγκες του. Την ανάγκη να αγαπά, την ανάγκη να τον αγαπούν και την ανάγκη να αισθάνεται ότι έχει αξία. Η ικανοποίηση όμως αυτών των αναγκών έχει κάποιο κόστος. Φέρνει τον άνθρωπο σε σύγκρουση με την κοινωνική σύμβαση, την οικογένεια, τους φίλους και τους γνωστούς και μπορεί να του δημιουργήσει επαγγελματικές και οικονομικές δυσκολίες. Κάποιοι άνθρωποι δεν θέλουν να αναλάβουν την ευθύνη για την ικανοποίηση των καίριων αναγκών τους και αποδρούν στην ψυχική διαταραχή. Το πρόβλημά τους δεν είναι ούτε βιολογικό αλλά ούτε το βεβαρημένο ιστορικό τους αλλά η απροθυμία τους να αναλάβουν την ευθύνη της ζωής τους. Γι' αυτό η θεραπεία τους δεν θα επιτευχθεί ούτε με φάρμακα ούτε με αναδρομές στο παρελθόν αλλά με την ενίσχυση της δυνατότητας, που έστε και σε λανθάνουσα κατάσταση έχουν, να τολμήσουν αυτό που χρειάζεται για να μπορέσουν να ικανοποιήσουν την ανάγκη τους να αγαπούν, να αγαπιώνται και να αισθάνονται ότι έχουν αξία.

Στο βιβλίο περιέχονται και εμπειρικά παραδείγματα που κάνουν την παρακολούθηση των νοημάτων πιο εύληπτη. Σε κάθε περίπτωση πάντως ο αναγνώστης θα ολοκληρώσει το βιβλίο έχοντας μείνει σαφώς πιο πλούσιος και πιο ολοκληρωμένος από την ανάγνωσή του. Σε εμάς απομένει καλοί μου φίλοι να εκμεταλλευτούμε τα όσα ο π. Φιλόθεος προσπάθησε με τέτοια φιλότιμη και έμπονη διάθεση να μας γνωρίσει. Καλή ανάγνωση σε όλους.


Το βιβλίο του π. Φιλόθεου Φάρου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός
Ολόκληρη η ανάρτηση...

Το χρέος της αλλαγής

Ήρθαμε στον κόσμο για να αλλάξουμε το πεπρωμένο σε ελευθερία.
Από την "Τέχνη του ζην" του Τσεζάρε Παβέζε, εκδόσεις Καστανιώτη

Ολόκληρη η ανάρτηση...

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

Η εντός ημών επικαιρότητα

Στὸ μικρὸ εἰκονοστάσι μου, χρόνια τώρα, φυλάγω ρόδια, δαχτυλίδια κοριτσιῶν, χρωματιστὰ βότσαλα, πεταλοῦδες. Ὅταν δέομαι, οἱ συμφορὲς ἀπομακρύνονται ἤ, ἐὰν ὄχι, μοιάζουν μὲ πελώριες ἀνορθογραφίες. Ἴσως ἀγαπῶ τὰ καθαρὰ κείμενα γι’ αὐτὸ ˙ γιὰ νὰ μὴ μὲ ἀποστεροῦν ἀπὸ μιά τέτοια δυνατότητα: οἱ ροδιὲς νὰ φωνάζουν σὰν πετεινάρια, τὰ δαχτυλίδια νὰ ὁμολογοῦν τοὺς ἀθάνατους ἔρωτες, τὰ βότσαλα νά μοῦ ὑποβάλλουνε τὴν αἰώνια παρουσία τῆς θάλασσας, οἱ πεταλοῦδες νὰ μὲ πηγαίνουν τρεῖς ὀρόφους πιὸ ψηλὰ πάνω ἀπ’ τὶς ἀθλιότητες. Αἰσθάνομαι μιὰν εὐγνωμοσύνη, ποὺ δὲν ξέρω σὲ ποιὸν νὰ τὴν ἀπευθύνω. Ἐξακολουθητικὰ ὑπάρχει κάποιο πρόσωπο ποὺ μὲ μαγνητίζει σὰν Μέδουσα. Ποιὸ εἶναι; Ποιὸς εἶμαι; Ποῦ εἶμαι;

Συχνά, συμβαίνει νὰ μὴν καταλαβαίνω τί λέω, καὶ ὅμως αὐτὸ νὰ ἀνταποκρίνεται ἀκριβῶς σὲ ὅ,τι αἰσθάνομαι. Τὸ ἴδιο, ἔχω τὴν ὑποψία, συμβαίνει γιὰ τὶς σχέσεις μας μὲ τὴ Γῆ. Ὅσο τὴν καταλαβαίνουμε, ἁπλῶς βρίσκουμε, σκάβοντας μέσα της, διάφορα χρήσιμα μεταλλεύματα ˙ καὶ πάλι, μόνον ἐὰν στὸ ἀναμεταξὺ μία ξαφνικὴ δόνησή της δέ μᾶς καταστρέψει. Λίγο ἐντούτοις ἐὰν τῆς ἀφεθοῦμε χωρὶς ὀπισθοβουλία, τὴ βλέπουμε νὰ μᾶς ἀγκαλιάζει καὶ νὰ μᾶς σηκώνει ψηλά, σὰν πελώριος γαλάζιος ἄγγελος. Κι ὅ,τι ποὺ ἑτοιμαζόμουνα – χωρὶς ἄλλα ἐπιχειρήματα- νὰ τὸ πῶ.

Από τα Μικρά Έψιλον στο εν Λευκώ του Οδυσσέα Ελύτη, εκδόσεις Ίκαρος

Ο Οδυσσέας Ελύτης μιλά για μια εντός ημών πραγματικότητα. Μια αλήθεια που βρίσκεται μέσα στον καθένα από εμάς αλλά οι περισσότεροι αρνούμαστε να υποψιαστούμε την ύπαρξή της ή να την αποδεχτούμε. Σαν αποτέλεσμα ζούμε με όρους που υπαγορεύει μια πραγματικότητα τεχνητή, από σχέδια και φιλοδοξίες τρίτων κι όχι από τη δική μας προσωπική περιπέτεια βιοτής. Ζώντας έτσι κάτω από τη σκιά μιας επικαιρότητας που μας επιβάλλουν τα πολιτικά συστήματα και τα μέσα ενημέρωσης λησμονούμε ή καλύτερα παγιδευόμαστε και δεν ασχολούμαστε με τα ουσιώδη της ζωής.

Παρακάμπτουμε ερωτήματα για την ουσία της ζωής, το νόημα της απώλειας, την άθληση των σχέσεων, την αιτία και το σκοπό της ύπαρξης και των υπαρκτών, τα κρυμμένα μυστικά και τα παιδικά μας όνειρα, επιμένοντας να κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας νομίζοντας πως ζούμε, πεθαίνοντας όμως πολλές φορές κάθε μέρα. Ο καταναλωτισμός κι ο άκριτος δογματισμός υπνωτίζουν το μυαλό και έπειτα σαν γάγγραινα μολύνουν τη συνείδηση, τα αισθήματα και την ποιότητα της ζωής μας.

Τα μεταλλεύματα της εντός μας Γης που αναφέρει ο Ελύτης είναι μια υπόθεση που καταξιώνει την ποιότητα μας ως πρόσωπα και είναι αυτά ακριβώς τα ερωτήματα που ο καθένας μας πρέπει να θέτει στον εαυτό του για να συνειδητοποιεί πως αντιπροσωπεύει κάτι συγκεκριμένο. Η εξόρυξη είναι συχνά επώδυνη αλλά αναγκαία. Κι όλα τα ερωτήματα δεν απαντώνται ή χρειάζονται μια διαδικασία ετών – ίσως και τη διάρκεια όλου του βίου- να ικανοποιηθούν.

Η ευγνωμοσύνη του συγγραφέα είναι αυτή ακριβώς: Η αίσθηση πως καταπιάστηκε με τα ερωτήματα αυτά, δημιούργησε σημαντικά συμπεράσματα και διαμόρφωσε αξίες και σταθερές. Όχι ηθικού περιεχομένου. Αξίες που έχουν να κάνουν με την πραγμάτωση της σχέσης ως κοινωνίας προσώπων και τη συναίσθηση της μοναδικότητας σε αναφορά με ό,τι και όποιον συγκροτεί σχέση. Αυτό που τον λυτρώνει είναι η γνώση του τι συνιστά ανορθογραφία στην εμπειρική μας διαδρομή και η αποφυγή της. Το κατά πόσον είμαστε συνεπείς με την εσωτερική μας φωνή, την παιδική αθωότητα κι ευγένεια που δεν εγκαταλείψαμε, τη διάθεσή μας να αγαπάμε άξια και αληθινά.

Η διαδικασία φίλοι μου είναι απλή: Χρειάζεται να εμπιστευτούμε την εσωτερική μας αυτή φωνή και να βιώσουμε την αγάπη ως πρόκληση ελευθερίας. Σκύβοντας λοιπόν ο καθένας μας στο δικό του μικρό εικονοστάσι, θα βρει τα φυλαγμένα ρόδια, τα δαχτυλίδια των κοριτσιών τα χρωματιστά βότσαλα, και ,αν έχει δοκιμάσει τον εαυτό του στις αντιξοότητες, κάποιες πεταλούδες. Τους συμβολισμούς τους αποδίδει χαρακτηριστικά ο Ελύτης. Όλα τα άλλα είναι στο χέρι μας. Η αδιαφορία για την επιβαλλόμενη γύρω μας πραγματικότητα και η ανακάλυψη της δικής μας εσώτατης αλήθειας, διαμορφώνει την ελπίδα για αυτό που μόνο οι ίδιοι θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως πληρότητα βίου.

Στα βασικότερα ερωτήματα του κειμένου ο Ελύτης ευφυώς δεν δίνει απάντηση. Ενδιαφέρει όλους μας πρώτιστα το ερώτημα και πολύ μετά η απάντηση που, εν τέλει, είναι προσωπική υπόθεση για τον καθένα. Είναι ζήτημα πληρότητας της δικής του επικαιρότητας. Αξία έχει μόνον αυτό. Τα άλλα δεν είναι δικά μας. Κι ό,τι μας επιβάλλεται, δεν μας ανήκει.

Υ.Γ. Προσοχή˙ τα πρόσωπα Μέδουσες πάντα θα υπάρχουν και πάντα θα μαγνητίζουν. Αγώνας σχέσης όμως δίχως αυτά... δεν υπάρχει.
Ολόκληρη η ανάρτηση...

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

Λόγος ύπαρξης

Ή ζεις γι' αυτό που είσαι ή γι' αυτό που δεν θα γίνεις ποτέ.

Οδυσσέας Ελύτης
(Ανοιχτά χαρτιά, εκδόσεις Ίκαρος) Ολόκληρη η ανάρτηση...