Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2014

Η ευχή που ήθελα ν' ακούσω

Ο καθένας μας τούτες τις μέρες δίνει και λαβαίνει πολλές ευχές από πολλούς. Άνθρωποι που αγαπάμε και μας αγαπούν, άλλοι που νομίζουμε πως αγαπάμε και νομίζουν πως μας αγαπούν, άνθρωποι που αγαπάμε με προϋποθέσεις ή αιτίες κι άνθρωποι που μας αγαπούν με προϋποθέσεις κι αιτίες κι άλλοι τέλος που τυχαία συναντηθήκαμε μαζί τους και τυχαία θα περάσουμε από τις ζωές τους μοιράζονται μαζί μας το αμέτρητο ευχολόγιο των εορτών. Σε πόσα ρεβεγιόν ή εορταστικές συνάξεις δε βρεθήκαμε και φέτος περιδιαβαίνοντας τη μοναδικότητά μας ανάμεσα σε μοναδικούς ανθρώπους ανταλλάσοντας κοινότυπες ευχές; Μήπως άραγε δε διασκεδάσαμε με τον κοινό τρόπο, δεν κόψαμε τη βασιλόπιτα σαν όλους, δεν παρευρεθήκαμε στο γιορτινό τραπέζι ή δεν πραγματοποιήσαμε εκδρομές σε χειμερινά θέρετρα σαν τους πολλούς, άραγε γιατί να μην ευχηθούμε με τα ίδια λόγια σαν όλους; Η ιεροτελεστία των γιορτινών εκδηλώσεων είναι συγκεκριμένη.

Όποιον κι αν ρώτησα το θέμα δεν τον απασχόλησε καν. Τι κουβάρια είναι αυτά που μπλέκονται στο μυαλό σου; Πες μια ευχή, ένας λόγος είναι τίποτε περισσότερο, ακόμη κι αυτός που σαν τον εαυτό του σ’ αγαπά λόγια θα μοιραστεί μαζί σου, τι τα θες; Έτσι συνηθίζεται, έτσι πρέπει, έτσι θα συμβαίνει στους αιώνες των αιώνων. Και ποιο λοιπόν είναι αυτό το τόσο αναντικατάστατο και σίγουρο περιεχόμενο των ευχών; Ευχές επί ευχών στροβιλιζόμενες στη γιορτινή ατμόσφαιρα τούτης της πρώτης μέρας του χρόνου, εξαντλούμενες σε τετριμμένα αποχτήματα περί υγείας, χαράς κι ευτυχίας. Άσχημα είναι αυτά; Αυτά πάνω κάτω δε θέλει ο καθένας μας; Όποιος δεν υποπτεύεται το νόημα της ζωής συγκαταβαίνει. Ο εαυτός μου με είχε μεγαλώσει με αυτή τη συνήθεια. Να μην πιστεύει εύκολα αυτά που λένε εύκολα οι πολλοί. Και τι λοιπόν; Οι πολλοί έχουν άδικο κι ο εαυτός σου δίκιο; Αν αυτό δε συνιστά άκρατο εγωισμό τότε τι;

Το κουδούνι ξαφνικά χτυπά, ο εαυτός μου κρύβεται πιο γρήγορα από τη σκέψη, φίλοι ήρθαν να ευχηθούν, να με πάρουν μαζί για κάποιο μαγαζί, εκεί που στο πνεύμα της ημέρας πρέπει να συμπληρώσω την εικόνα ανθρώπων που εύκολα γελάνε, εύχονται δυνατά, ξεκαρδίζονται ποζάροντας για να βαφτίσουν ξεφάντωμα την είσοδο του νέου έτους, έτσι καθώς συνηθίζεται, έτσι καθώς πρέπει, έτσι καθώς χρειάζεται για να πείσουν τους άλλους πως ανήκουν στην ευτυχισμένη τάξη. Κι εγώ ολότελα ξένος από το πνεύμα τούτο σε πείσμα της κοινής γνώμης ή και της δικής μου αποστροφής ανοίγω την πόρτα, βρίσκω μιαν εύκολη δικαιολογία, αρνούμαι να μπλεχτώ σε «εκείνη την ιλιγγιώδη εναλλαγή ανορεξίας και βουλιμίας (αμφότερες νευρωτικής φύσεως), που μας αδειάζει όλους, κουλτουριάρηδες και κανονικούς, μονίμως ζαλισμένους και σε στάση προσήλυτου μαχαλόμαγκα, όλο και μακρύτερα από τις ευγενείς φιλοδοξίες μας, σε κάποιο νυχτερινό άσυλο καταναγκαστικού ξεφαντώματος».

Με τη στάμπα του άκρατου εγωιστή λοιπόν παραμέρισα την έξοδο με τους φίλους (άραγε τι ευχές ανταλλάξαμε; Δύσκολο να θυμηθώ αλλά εύκολο να μαντέψω) και προσκάλεσα τον εαυτό μου τούτη τη μέρα γυρεύοντας κάτι αληθινό, κάτι που μόνο αυτός ήξερε. Ανάμεσα στην συνάφεια των πολλών και στο κλίμα που ονομάζουν γιορτινό χαμήλωσα τα φώτα κι άναψα τα περίφημα «καντηλάκια της μοναξιάς» κατά πώς θα έλεγε κι ο σπουδαίος Χρήστος Βακαλόπουλος. Με τούτο το ταπεινό φως κάθισα απέναντι από εμένα και ζήτησα από τον εαυτό μου μια ευχή ικανή να με γεμίσει για τις επόμενες τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες του χρόνου.

- Μιαν ευχή. Μιαν ευχή μόνο δώσε μου, τίποτε άλλο. Μια ευχή να χορτάσω από ελπίδα.

- Να σε πλουτίσει η νέα χρονιά από όμορφα πρόσωπα.

- Όμορφα πρόσωπα;

- Ναι, όμορφα πρόσωπα. Θυμάσαι την έκφραση του Ελύτη για τα μάτια που βλέπει τον αναπαρθενευμένο κόσμο;

- Κι έπειτα; Στα πρόσωπα; Η ομορφιά της ψυχής; Αυτό εννοείς;

- Μεγάλωσες πια. Δες τα πράγματα ξεκάθαρα. Άκουσέ με προσεχτικά. Αυτή είναι η ευχή μου για φέτος: Ανάμεσα στους τόσους περαστικούς από τη ζωή σου ξεχώρισε τους αναντικατάστατους. Αυτόν που συναντάς κι ομορφαίνει τη ζωή σου. Η πληρότητα κι η ποιότητα στη ζωή εξασφαλίζονται κάθε φορά που βρίσκεις αυτόν τον άλλον και τον βλέπεις και γεμίζει η καρδιά σου ομορφιά. Γεμίζει η καρδιά σου αγαλλίαση και δε σκέπτεσαι πώς θα του πάρεις κάτι, σκέπτεσαι μόνο τι θα του δώσεις. Δε φοβάσαι μήπως σε εκμεταλλευτεί εκείνος αλλά τρέμεις στο ενδεχόμενο να τον εκμεταλλευτείς εσύ. Αυτό σημαίνει όμορφος άνθρωπος, αναντικατάστατος.

- Πολύτιμος.

- Αναντικατάστατος, επιμένω…

Ευχαριστώντας τον εαυτό εκείνο που με ξέρει πιο καλά απ’ τον καθένα, σώπασα για λίγο προσπαθώντας να εννοήσω τον όμορφο άνθρωπο. Αλλού λοιπόν είναι η ουσία, αλλού, κι αυτό πια το ήξερα καλά. Έξω από αυτά που ζητάμε και δίνουμε ως ευχές τούτες τις μέρες ο πλούτος, το αληθινά σημαντικό, δεν κρύβεται σε ό,τι δίνεις και ό,τι παίρνεις σαν αντάλλαγμα. Αλίμονο. Κρύβεται στην παρουσία. Εκεί που μια απλή παρουσία, ένας ερχομός πληρώνει το κάθε τι με ομορφιά, εξαντλεί το νόημα των συμβάντων και γεμίζει τα πάντα με φως. Εκεί στα μυστικά, στα κρυφά είναι η ουσία. Ο Παράδεισος των σχέσεων χτίζεται με αμέτρητες ώρες μοναξιάς, μακριά από το συρφετό και τη συνάφεια των εύκολων συναναστροφών. Πριν δώσεις τον εαυτό σου, ανάγκη είναι να τον κάνεις αξιαγάπητο. Να γίνεις όμορφος για να μπορέσεις με τα όμορφα μάτια σου να δεις, με τα όμορφα χέρια σου να αγκαλιάσεις και με την όμορφη καρδιά σου να αγαπήσεις τους όμορφους ανθρώπους που τόσο αθόρυβα μα τόσο ουσιαστικά πλουτίζουν τη ζωή σου.

Καλή χρονιά… και να παραμένετε όμορφοι!

Δεν υπάρχουν σχόλια: