Κυριακή 31 Ιουλίου 2016
Μια αγκαλιά μέλλον
Πρέπει να κάνει κανείς μέτρο της ζωής του τη μέγιστη δυνατότητα που φέρει εντός του. Διότι η ζωή μας είναι μεγάλη, και χωρά μέσα της τόσο μέλλον, όσο εμείς μπορούμε να κουβαλήσουμε.
Ράινερ Μαρία Ρίλκε Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ράινερ Μαρία Ρίλκε Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ετικέτες
Αχτίδα της εβδομάδας
Τετάρτη 27 Ιουλίου 2016
Είναι η βαρβαρότητα
«Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του.
Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα. Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος. Ότι οι λεγόμενοι «πρακτικοί άνθρωποι» -κατά πλειονότητα, οι σημερινοί αστοί- μας κοροϊδεύουν, είναι χαρακτηριστικό.
Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν. Που βρίσκεται η αλήθεια, θα φανεί μια μέρα, όταν δεν θα μαστε πια εδώ. Θα είναι, όμως, εάν αξίζει, το έργο κάποιου απ’ όλους εμάς. Και αυτό θα σώσει την τιμή όλων μας -και της εποχής μας.»
Από τη συνέντευξη Τύπου του Οδυσσέα Ελύτη, που δόθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1979, στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία με αφορμή την αναγγελία για τη βράβευση του έλληνα ποιητή με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ολόκληρη η ανάρτηση...
Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα. Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος. Ότι οι λεγόμενοι «πρακτικοί άνθρωποι» -κατά πλειονότητα, οι σημερινοί αστοί- μας κοροϊδεύουν, είναι χαρακτηριστικό.
Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν. Που βρίσκεται η αλήθεια, θα φανεί μια μέρα, όταν δεν θα μαστε πια εδώ. Θα είναι, όμως, εάν αξίζει, το έργο κάποιου απ’ όλους εμάς. Και αυτό θα σώσει την τιμή όλων μας -και της εποχής μας.»
Από τη συνέντευξη Τύπου του Οδυσσέα Ελύτη, που δόθηκε στις 19 Οκτωβρίου 1979, στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία με αφορμή την αναγγελία για τη βράβευση του έλληνα ποιητή με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ετικέτες
Λόγος πολιτικός
Σάββατο 23 Ιουλίου 2016
Κάτι παλιόπαιδα
Η πρώτη εικόνα που είχα γι’ αυτήν μου θύμισε τις γιαγιάδες εκείνες που ξεπηδούν από διάφορες ενσαρκώσεις σε ξεχωριστά διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Άλλοτε της γιαγιάς που επιστρέφει από το χωράφι, άλλοτε εκείνης που ανάβει το καντήλι στο ξωκλήσι, της ηλικιωμένης που γυρνά από το χωράφι ή αυτής που ταΐζει τα εγγόνια της μετά τις δουλειές του σπιτιού. Σε μια άλλη εκδοχή που έδωσα χρόνια μετά την συνέκρινα εμφανισιακά με τη Δέσποινα Αχλαδιώτη, την κυρά της Ρω. Μόνο που η δική μου ηρωίδα παρέμεινε άγνωστη. Καμία διαφημιστική επίστρωση, ούτε στο παρουσιαστικό ούτε στη συμπεριφορά της. Απλός άνθρωπος με τα κατάμαυρα ρούχα των γιαγιάδων της επαρχίας ή καλύτερα των χωριών μιας μακρινής πια εποχής. Το σημερινό μνημόσυνο της το χρωστούσα χρόνια. Αυτό που ακόμη με βασανίζει είναι πως δεν ξέρω ούτε το πραγματικό της όνομά της να σας πω.
Πρέπει να έχουν περάσει γύρω στα δέκα χρόνια από τότε που την συνάντησα. Είχα επισκεφτεί τα Γυάλινα Γιάννενα κι είχα προγραμματίσει μια επίσκεψη στο νησί της Λίμνης. Τη Μονή Φιλανθρωπηνών την ήξερα μόνο από διαδικτυακές περιηγήσεις και αναφορές στις σπάνιες αγιογραφίες αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων που φιλοξενεί σε κάποιον από τους εξωνάρθηκές της. Τίποτε άλλο. Το νησί εξάλλου είναι μάλλον γνωστό για τη δράση του Αλή πασά και η επίσκεψη στη Μονή αποτελεί κατά κανόνα δεύτερη ή τρίτη επιλογή. Κάπως έτσι κι εγώ. Αφού είχα περιηγηθεί όλα τα αξιοθέατα του νησιού, ανηφόρισα το πετρόχτιστο δρομάκι για τη Μονή.
Το θέαμα ήταν υποβλητικό. Η Μονή Φιλανθρωπηνών ένα αληθινό κόσμημα για το νησί και την πόλη των Ιωαννίνων. Η αρμονία της πέτρας με το ξύλο ήταν εντυπωσιακή και άπλωνε σε κάθε υποψία ενδιαφέροντος συναισθήματος που γεννιόταν μια εκκωφαντική επιβεβαίωση καλαισθησίας. Η όραση έβγαινε πρωταθλήτρια ανάμεσα στις άλλες αισθήσεις μαζεύοντας με τις αχόρταγες ματιές της αμέτρητες εικόνες αρχοντικής ομορφιάς. Γλίστραγα στους εσωτερικούς χώρους του Ναού περιεργαζόμενος τις αριστουργηματικές εικόνες της μεταβυζαντινής περιόδου του 16ου αιώνα όταν για μια στιγμή ένιωσα να ζαλίζομαι. Έτριψα γρήγορα τα μάτια μου, κάτι απίθανο μού συνέβαινε, δεν ήμουν καλά˙ έβλεπα τις αγιογραφίες να ζωντανεύουν.
Τότε εμφανίστηκε αυτή! Έτριψα τα μάτια μου πιο δυνατά, -Θεέ μου μονολόγησα, μιλούν οι εικόνες; Δεν είμαι καλά, έπρεπε να είχα ξεκουραστεί περισσότερο πριν ανηφορίσω εδώ. –Είσαι καλά; Σταμάτησα να τρίβω τα μάτια μου και τα άνοιξα διάπλατα. Μα ναι, βέβαια, αυτή η μορφή που είδα να κινείται δεν ξεπήδησε από τοιχογραφία, ήταν μια γιαγιά, μια απλή λεπτή μικροκαμωμένη γιαγιά που στέκονταν αθόρυβα τόσην ώρα ανάμεσα σε μένα και στους αγίους καμουφλαρισμένη με μια απερίγραπτη φυσικότητα από το φως των κεριών και την γαλήνη του μέρους. Ξαφνιάστηκα ευχάριστα. -Όχι, όχι σας ευχαριστώ, είμαι μια χαρά. Η γιαγιά επέστρεψε στη θέση της, έκανα πάλι λίγα δευτερόλεπτα να την διακρίνω ανάμεσα στις έγχρωμες φιγούρες των βυζαντινών τοιχογραφιών. Χαμογέλασα. Εκείνη παρέμενε σιωπηλά ανέκφραστη. Χαμήλωσε το βλέμμα, ξαναμπήκε στη λίμνη δίπλα από τους σαράντα μάρτυρες. Δίπλα στην μάνα του νεαρού στρατιώτη.
Αφού περιηγήθηκα για λίγο ακόμη στους άλλους χώρους του Καθολικού προχώρησα μέσα από ένα στενό μικρό πέρασμα σε έναν από τους εξωνάρθηκες. Τότε ένιωσα την παρουσία της πολύ κοντά μου, σχεδόν δίπλα μου. Γύρισα απότομα. Ναι, η μικροκαμωμένη γιαγιά στέκονταν πίσω μου, διακριτικά με ακολούθησε ως εδώ. Έστρεψα το βλέμμα μου δήθεν αδιάφορα στις αγιογραφίες κι αφού τις παρατήρησα για λίγο είπα με το δήθεν υπεροπτικό γνωστικό μου ύφος. -Αυτές οι τοιχογραφίες είναι σίγουρα της πρώτης περιόδου, φαίνεται από τα χρώματα. Τι στο καλό με αυτή μου την διαπίστωση, που λίγο πριν είχα ξεσηκώσει από έναν σχετικό τουριστικό οδηγό θα την εντυπωσιάσω τη γιαγιά. Εξάλλου μια απλή χωριάτισσα είναι, φαίνεται πως είναι αγράμματη. Στην ηλικία της δεν θα κατάφερε να πάει σχολείο, θα ήταν πόλεμος, τι άλλο. Θα με περνά για λαμπρό επιστήμονα!
- Μπα, έτσι λένε όσοι δεν ξέρουν. Είναι ξεκάθαρα της τρίτης περιόδου αλλά πού να τα ξέρεις κι εσύ αυτά. Πού να σε ενδιαφέρουν... Γύρισα το έκπληκτο βλέμμα μου στο μέρος της. Ακολούθησε, κάπως καθυστερημένα είναι η αλήθεια και το έκπληκτο μαρμαρωμένο μου σώμα. – Τι είπατε; Τρίτης περιόδου; - Ναι τρίτης. Δεν το βλέπεις ξεκάθαρα; Τα χρώματα είναι διαφορετικά. Κι οι μορφές, η θεματική τους είναι διαφορετική. – Η θεματική τους! παραμίλησα για λίγο. Είναι δυνατόν μια γιαγιά αγράμματη να ξέρει τι είναι θεματική και να διακρίνει έτσι άνετα τις καλλιτεχνικές περιόδους των τοιχογραφιών σε έναν βυζαντινό ναό;
-Σας ζητώ συγγνώμη. Εσείς είστε κάτι εδώ; - Εδώ μένω. – Εδώ; Μα τότε είχα δίκιο! Πήγα να πω ανάμεσα στις τοιχογραφίες, αλλά πρόλαβα τη γλώσσα μου. – Εδώ δηλαδή που; Η γερόντισσα έκανε δυο αργά βήματα και μου έδειξε ένα πέτρινο μικρό δωμάτιο δίπλα στο Ναό που παλιότερα μάλλον χρησίμευε ως αποθήκη. – Εδώ; Μα αυτό είναι ένα απλό δωμάτιο, ούτε καν σπίτι. Μήπως το σπίτι σας είναι στο χωριό στο νησί, με τα παιδιά, την οικογένειά σας; – Όχι. Δεν έχω παιδιά, ούτε οικογένεια. Μένω εδώ. Ταράχτηκα. -Και τότε πώς; - Πώς ζω; Όχι δεν παίρνω κανέναν μισθό, ούτε υπάλληλος είμαι. Απλά φυλάω το Ναό, όπως έκαναν τόσοι και τόσοι πριν από μένα. – Τόσοι και τόσοι πριν από σας; - Ναι τούτος ο Ναός είναι δικός μας, στο νησί, τον έχουμε σαν σπίτι μας. Και από γενιά σε γενιά ένας από εμάς τον φρουρεί, τον προσέχει. – Τον προσέχει; Μα καλά, τη ρώτησα, παλιότερα υπήρχε ίσως κάποιος λόγος. Από Τούρκους από άλλους εχθρούς. Τώρα από ποιον τη φυλάτε;
Η μαυροφορεμένη γιαγιά κούνησε απελπισμένη το κεφάλι της ψιθυρίζοντάς μου: κρίμα και φαίνεσαι και σπουδαγμένος. Οι Τούρκοι γιε μου το σεβάστηκαν το μέρος, το προστάτευαν το Μοναστήρι. Δεν πείραξαν τίποτε. Ίσα ίσα. Οι εχθροί είναι άλλοι. – Άλλοι; Δηλαδή; Η γιαγιά μού έκανε νόημα να την ακολουθήσω. Περάσαμε από μια πέτρινη μικρή καμάρα και βρεθήκαμε σε έναν διάδρομο ενός άλλου εξωνάρθηκα. -Αυτοί είναι οι εχθροί. Γι’ αυτούς είμαι φύλακας εδώ ώσπου να πεθάνω. Γύρισα το πρόσωπο στην τοιχογραφία που μου έδειχνε το αδυνατισμένο χέρι της γιαγιάς. Σε ένα μεγάλο μέρος του εξωτερικού τοίχου, κάτω από τις μορφές του αγίου Συμεών και του αγίου Ιωάννη υπήρχαν χαραγμένα κάποια ονόματα, τυχαίες ζωγραφικές ασυναρτησίες, συνθήματα και καρδιές σαν κι αυτά που βλέπεις σε παγκάκια ή τοίχους παλιών σπιτιών. Πλησίασα κι άλλο και ταξίδεψα στην ανορθογραφία της αρχοντικής απεικόνισης. Γιώργος και Αγγελική, Θρύλος ολέ, Για πάντα μαζί, Νίκος 2003, Metallica, ΠΑΟΚ θρησκεία, καρδούλες, βέλη, αδιευκρίνιστης τεχνοτροπίας και προθέσεων χαραγματιές και φθορά στην βυζαντινή αγιογραφία.
Έκανα να απλώσω το χέρι μου να τα αγγίξω, να χαϊδέψω το λευκό σοβά πίσω από τα βεβηλωμένα χρώματα μιας άλλης μακρινής εποχής. Η γιαγιά με εμπόδισε. - Μη σε παρακαλώ μη, μην το αγγίζεις, αρκετά έχουν φθαρεί. Μη τα καταστρέφουμε κι άλλο. -Με ένα άγγιγμα; Σκέφτηκα, -με ένα άγγιγμα. Ας μείνει μόνο σε αυτό των ματιών. Γύρισα να της πως πόσο λυπάμαι. Είχε δακρύσει και με κοίταγε με ένα παράπονο αγιάτρευτο. Ο πόνος της έδειχνε τόσο μεγάλος που ούτε στην αγκαλιά μου δεν χωρούσε. – Μη κλαίτε σας παρακαλώ. –Δεν κλαίω απάντησε. Μόνο οργίζομαι. Πικραίνομαι. Πικραίνομαι που πέρασαν τόσοι αιώνες, ήρθαν εδώ ξένοι Τούρκοι και Γερμανοί και χίλιοι δυο και σεβάστηκαν τούτο τον θησαυρό. Και όσα βλέπεις σήμερα επέζησαν για αιώνες, το ακούς; για αιώνες! Για να τα βλέπουμε, να τα θαυμάζουμε και για να προσευχόμαστε σε αυτά. Να προσευχόμαστε! Θεέ μου… Κι εμείς; Να ποιοι είμαστε εμείς. Ο Νίκος κι ο φίλος του κι ο Γιώργος με την Αγγελική κι ένας Πάοκ και τόσοι άλλοι που δεν σεβάστηκαν τα ιερά και τα όσιά μας. Απλά για να μας θυμίζουν πόσο μπορεί να ντρέπεται ο άνθρωπος για τον διπλανό του.
Ένιωσα να βουρκώνω κι εγώ. Δεν ήξερα τι να πω, πώς να την παρηγορήσω. – Και δεν βρήκατε ποτέ έναν; Δεν τον πιάσατε δεν τον καταγγείλατε; Δεν ξέρετε ποιοι είναι; - Ποιοι είναι; Κάτι παλιόπαιδα! Που έρχονται εδώ για εκδρομές και αντί να πάρουν αναμνήσεις, παίρνουν κομμάτια από την ιστορία, την παράδοση, την ομορφιά αυτού του τόπου. Έτσι ξεδιάντροπα κι ανεύθυνα ξεριζώνουν την καρδιά μας. Ούτε οι Τούρκοι έτσι γιε μου, ούτε οι Τούρκοι που τους λέγαμε βάρβαρους, ούτε αυτοί. Δεν άντεξα άνοιξα τα χέρια μου και την αγκάλιασα συμπονετικά. – Μη κλαίτε, δε φταίτε εσείς, ό,τι έγινε έγινε. Άλλωστε θα μπορούσε να υπάρχει κάποιος φύλακας από το Κράτος – Φύλακας από το Κράτος; Και θα το αγαπάει αυτός σαν εμάς ή θα πληρώνεται για να κάνει τη δουλειά του; Όχι εγώ πρώτα φταίω. Αν φυλούσα καλύτερα, εάν είχα το νου μου να τρέχω πιο γρήγορα ανάμεσα στα παιδιά που περιφέρονται άτακτα, άλλα είναι μέσα άλλα έξω κι άλλα σκαλίζουν τους αγίους, θα τα προλάβαινα. Αλλά δεν τα κατάφερα, η ανάξια δεν κατάφερα να τα προλάβω. – Δε φταίτε εσείς για την αλητεία των άλλων. – Όχι εγώ φταίω. Εγώ. Αυτός που μού έδωσε τη φύλαξη μού έδωσε τον ναό σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Εγώ σαν πεθάνω πώς θα τον παραδώσω με τέτοιες βρωμιές; Τέτοια καταστροφή δε φτιάχνεται παιδί μου, δε διορθώνεται ποτέ. Στη Δευτέρα Παρουσία θα δώσω λόγο γι’ αυτά. Ούτε οι Τούρκοι γιέ μου, ούτε οι Τούρκοι…
Κάποια βήματα επισκεπτών που ακούστηκαν στο εσωτερικό του Ναού έκαναν τη γερόντισσα να βιαστεί να επιστρέψει στις αγιογραφίες της στο εσωτερικό της Μονής. Έμεινα να κοιτώ τους βανδαλισμούς που κάποιοι ασυνείδητοι, νικημένοι από το βάρος της ασημαντότητάς τους είχαν κάνει στις μορφές των αγίων. Είναι άραγε ανυπόφορη στη ψυχή τους τόση αρχοντική ομορφιά; Τόση παράδοση και ποτισμένη από τις έμπονες θυσίες, τις στερήσεις και την αγάπη των ντόπιων συμπόρευση, πώς μπορεί να αφήνει ασυγκίνητο τον οποιονδήποτε νέο που περνά από εδώ; Και καλά όλα τα άλλα, έστω και δίχως ίχνος καλλιτεχνικής ή ιστορικής ευαισθησίας, ποιο άθλιο κίνητρο είναι αυτό που σε ωθεί να καταστρέψεις την ίδια σου την ιστορία; Πιθανότατα αυτά τα παλιόπαιδα που υπαινίχθηκε η γιαγιά να βλέπουν την ομορφιά στο Μυκονιάτικο life style κι όχι στην καλλιτεχνική απλότητα μιας βυζαντινής Μονής. Φταίνε άραγε μόνο αυτοί; Μάλλον όχι. Κι από την άλλη δες˙ η γιαγιά θα μπορούσε να τους βρίσει πιο άσχημα, να νιώθει εξοργισμένη από την προσβολή τους, όπως καλή ώρα τώρα εγώ, μα αυτή όχι. Απλά: κάτι παλιόπαιδα. Δεν γίνεται αλλιώς πρέπει κι η ίδια, τόσο καλλιεργημένη, αν και δείχνει απλή αγράμματη χωριάτισσα, να έχει ποτιστεί από την τόση αρχοντιά του μέρους. Όμοια με τους αγίους της κι αυτή.
Γύρισα να φύγω. Πέρασα από το εσωτερικό του Καθολικού. Άνοιξα διάπλατα τα μάτια, αυτή τη φορά δεν θα μπερδευόμουν, θα τη διέκρινα καλά, μα ναι, αυτή τη φορά είχε καθίσει δίπλα στη τοιχογραφία του αγίου Χριστοφόρου. Την πλησίασα σιωπηλά την ώρα που κάποιοι ξένοι τουρίστες ρύθμιζαν τις φωτογραφικές τους μηχανές πριν ανοίξουν πυρ κατά των αγιογραφιών του ναού. Της φίλησα τα χέρια. – Τι κάνεις εκεί; Χαζό είσαι; Στους παπάδες φιλάνε τα χέρια - Και στους αγίους. Συγχωρήστε εκ μέρους αυτών των παιδιών όλους μας που δεν ξέρουμε να τιμούμε και να αγαπάμε όπως πρέπει. –Κι εγώ τι νομίζεις κάνω όλα αυτά τα χρόνια εδώ; Γι αυτά τα παλιόπαιδα προσεύχομαι. Να μην τους μετρηθεί αυτό που έκαναν. Την αγκάλιασα θερμά. – Και τ’ όνομά σας; - Δεν έχω, είμαι απλά η φύλακας της Μονής. Με μια απότομη κίνηση ξέφυγε από την αγκαλιά μου και προχώρησε στο κέντρο του Ναού, -Όχι φωτογραφίες παρακαλώ, απαγορεύεται! Οι ξένοι τουρίστες, απόρησαν και γύρισαν με μια κίνηση στο μέρος της με τις κάμερα ανά χείρας. -No photos please, no photos! Γύρισε στο μέρος μου και σήκωσε τους ώμους. -Ξένοι, δεν καταλαβαίνουν αλλιώς! Της απάντησα με ένα δάκρυ ποτισμένο από τα κατάβαθα της καρδιάς μου. -Θα ξανάρθω της είπα, για σας, ευχαριστώ για όλα, να είστε καλά.
Και την επόμενη χρονιά ξαναπήγα, μα αυτή δεν ήταν εκεί. Είχε προλάβει τον Απρίλη του ίδιου χρόνου να μετοικήσει στις ψηλότερες τοιχογραφίες της Μονής, εκεί που εμφανίζονται οι άγγελοι και οι σκηνές του Παραδείσου. Η μικροκαμωμένη γερόντισσα που για όλη της τη ζωή δεν είχε κάνει οικογένεια και φύλαγε τιμώντας μια ιερή παράδοση αιώνων τη Μονή είχε πεθάνει πλήρης ημερών ανάμεσα στους αγαπημένους της αγίους. Την βρήκαν στην τοιχογραφία του αγίου Συμεών και Ιωάννη, ακουμπισμένη σαν να προσεύχεται στο πεζούλι που βρίσκεται δίπλα. Τα χέρια της ήταν όπως λένε ενωμένα πολύ σφιχτά αλλά κανείς δεν μπορούσε να πει με σιγουριά ποιον μελετούσε. Η νέα φύλακας της Μονής, ηλικιωμένη και μαυροφορεμένη κι αυτή με άφησε να πάω μόνος στην τοιχογραφία των αγίων. Εκεί ξαναντίκρυσα με τα μάτια της ψυχής, κάτω από τις εικόνες των αγίων και τους βανδαλισμούς κάποιων νέων, τη γλυκύτατη μορφή της γερόντισσας μου, την ώρα που πλημμυρισμένη από ευχαριστία δοξολογούσε τον Δημιουργό της που της έδωσε τέτοια ισόβια αποστολή κι ευθύνη. Έσκυψα και της φίλησα το μάγουλο. -Για ποιον προσεύχεσαι γιαγιά; -Για κάτι παλιόπαιδα γιε μου, για κάτι παλιόπαιδα… Ολόκληρη η ανάρτηση...
Πρέπει να έχουν περάσει γύρω στα δέκα χρόνια από τότε που την συνάντησα. Είχα επισκεφτεί τα Γυάλινα Γιάννενα κι είχα προγραμματίσει μια επίσκεψη στο νησί της Λίμνης. Τη Μονή Φιλανθρωπηνών την ήξερα μόνο από διαδικτυακές περιηγήσεις και αναφορές στις σπάνιες αγιογραφίες αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων που φιλοξενεί σε κάποιον από τους εξωνάρθηκές της. Τίποτε άλλο. Το νησί εξάλλου είναι μάλλον γνωστό για τη δράση του Αλή πασά και η επίσκεψη στη Μονή αποτελεί κατά κανόνα δεύτερη ή τρίτη επιλογή. Κάπως έτσι κι εγώ. Αφού είχα περιηγηθεί όλα τα αξιοθέατα του νησιού, ανηφόρισα το πετρόχτιστο δρομάκι για τη Μονή.
Το θέαμα ήταν υποβλητικό. Η Μονή Φιλανθρωπηνών ένα αληθινό κόσμημα για το νησί και την πόλη των Ιωαννίνων. Η αρμονία της πέτρας με το ξύλο ήταν εντυπωσιακή και άπλωνε σε κάθε υποψία ενδιαφέροντος συναισθήματος που γεννιόταν μια εκκωφαντική επιβεβαίωση καλαισθησίας. Η όραση έβγαινε πρωταθλήτρια ανάμεσα στις άλλες αισθήσεις μαζεύοντας με τις αχόρταγες ματιές της αμέτρητες εικόνες αρχοντικής ομορφιάς. Γλίστραγα στους εσωτερικούς χώρους του Ναού περιεργαζόμενος τις αριστουργηματικές εικόνες της μεταβυζαντινής περιόδου του 16ου αιώνα όταν για μια στιγμή ένιωσα να ζαλίζομαι. Έτριψα γρήγορα τα μάτια μου, κάτι απίθανο μού συνέβαινε, δεν ήμουν καλά˙ έβλεπα τις αγιογραφίες να ζωντανεύουν.
Τότε εμφανίστηκε αυτή! Έτριψα τα μάτια μου πιο δυνατά, -Θεέ μου μονολόγησα, μιλούν οι εικόνες; Δεν είμαι καλά, έπρεπε να είχα ξεκουραστεί περισσότερο πριν ανηφορίσω εδώ. –Είσαι καλά; Σταμάτησα να τρίβω τα μάτια μου και τα άνοιξα διάπλατα. Μα ναι, βέβαια, αυτή η μορφή που είδα να κινείται δεν ξεπήδησε από τοιχογραφία, ήταν μια γιαγιά, μια απλή λεπτή μικροκαμωμένη γιαγιά που στέκονταν αθόρυβα τόσην ώρα ανάμεσα σε μένα και στους αγίους καμουφλαρισμένη με μια απερίγραπτη φυσικότητα από το φως των κεριών και την γαλήνη του μέρους. Ξαφνιάστηκα ευχάριστα. -Όχι, όχι σας ευχαριστώ, είμαι μια χαρά. Η γιαγιά επέστρεψε στη θέση της, έκανα πάλι λίγα δευτερόλεπτα να την διακρίνω ανάμεσα στις έγχρωμες φιγούρες των βυζαντινών τοιχογραφιών. Χαμογέλασα. Εκείνη παρέμενε σιωπηλά ανέκφραστη. Χαμήλωσε το βλέμμα, ξαναμπήκε στη λίμνη δίπλα από τους σαράντα μάρτυρες. Δίπλα στην μάνα του νεαρού στρατιώτη.
Αφού περιηγήθηκα για λίγο ακόμη στους άλλους χώρους του Καθολικού προχώρησα μέσα από ένα στενό μικρό πέρασμα σε έναν από τους εξωνάρθηκες. Τότε ένιωσα την παρουσία της πολύ κοντά μου, σχεδόν δίπλα μου. Γύρισα απότομα. Ναι, η μικροκαμωμένη γιαγιά στέκονταν πίσω μου, διακριτικά με ακολούθησε ως εδώ. Έστρεψα το βλέμμα μου δήθεν αδιάφορα στις αγιογραφίες κι αφού τις παρατήρησα για λίγο είπα με το δήθεν υπεροπτικό γνωστικό μου ύφος. -Αυτές οι τοιχογραφίες είναι σίγουρα της πρώτης περιόδου, φαίνεται από τα χρώματα. Τι στο καλό με αυτή μου την διαπίστωση, που λίγο πριν είχα ξεσηκώσει από έναν σχετικό τουριστικό οδηγό θα την εντυπωσιάσω τη γιαγιά. Εξάλλου μια απλή χωριάτισσα είναι, φαίνεται πως είναι αγράμματη. Στην ηλικία της δεν θα κατάφερε να πάει σχολείο, θα ήταν πόλεμος, τι άλλο. Θα με περνά για λαμπρό επιστήμονα!
- Μπα, έτσι λένε όσοι δεν ξέρουν. Είναι ξεκάθαρα της τρίτης περιόδου αλλά πού να τα ξέρεις κι εσύ αυτά. Πού να σε ενδιαφέρουν... Γύρισα το έκπληκτο βλέμμα μου στο μέρος της. Ακολούθησε, κάπως καθυστερημένα είναι η αλήθεια και το έκπληκτο μαρμαρωμένο μου σώμα. – Τι είπατε; Τρίτης περιόδου; - Ναι τρίτης. Δεν το βλέπεις ξεκάθαρα; Τα χρώματα είναι διαφορετικά. Κι οι μορφές, η θεματική τους είναι διαφορετική. – Η θεματική τους! παραμίλησα για λίγο. Είναι δυνατόν μια γιαγιά αγράμματη να ξέρει τι είναι θεματική και να διακρίνει έτσι άνετα τις καλλιτεχνικές περιόδους των τοιχογραφιών σε έναν βυζαντινό ναό;
-Σας ζητώ συγγνώμη. Εσείς είστε κάτι εδώ; - Εδώ μένω. – Εδώ; Μα τότε είχα δίκιο! Πήγα να πω ανάμεσα στις τοιχογραφίες, αλλά πρόλαβα τη γλώσσα μου. – Εδώ δηλαδή που; Η γερόντισσα έκανε δυο αργά βήματα και μου έδειξε ένα πέτρινο μικρό δωμάτιο δίπλα στο Ναό που παλιότερα μάλλον χρησίμευε ως αποθήκη. – Εδώ; Μα αυτό είναι ένα απλό δωμάτιο, ούτε καν σπίτι. Μήπως το σπίτι σας είναι στο χωριό στο νησί, με τα παιδιά, την οικογένειά σας; – Όχι. Δεν έχω παιδιά, ούτε οικογένεια. Μένω εδώ. Ταράχτηκα. -Και τότε πώς; - Πώς ζω; Όχι δεν παίρνω κανέναν μισθό, ούτε υπάλληλος είμαι. Απλά φυλάω το Ναό, όπως έκαναν τόσοι και τόσοι πριν από μένα. – Τόσοι και τόσοι πριν από σας; - Ναι τούτος ο Ναός είναι δικός μας, στο νησί, τον έχουμε σαν σπίτι μας. Και από γενιά σε γενιά ένας από εμάς τον φρουρεί, τον προσέχει. – Τον προσέχει; Μα καλά, τη ρώτησα, παλιότερα υπήρχε ίσως κάποιος λόγος. Από Τούρκους από άλλους εχθρούς. Τώρα από ποιον τη φυλάτε;
Η μαυροφορεμένη γιαγιά κούνησε απελπισμένη το κεφάλι της ψιθυρίζοντάς μου: κρίμα και φαίνεσαι και σπουδαγμένος. Οι Τούρκοι γιε μου το σεβάστηκαν το μέρος, το προστάτευαν το Μοναστήρι. Δεν πείραξαν τίποτε. Ίσα ίσα. Οι εχθροί είναι άλλοι. – Άλλοι; Δηλαδή; Η γιαγιά μού έκανε νόημα να την ακολουθήσω. Περάσαμε από μια πέτρινη μικρή καμάρα και βρεθήκαμε σε έναν διάδρομο ενός άλλου εξωνάρθηκα. -Αυτοί είναι οι εχθροί. Γι’ αυτούς είμαι φύλακας εδώ ώσπου να πεθάνω. Γύρισα το πρόσωπο στην τοιχογραφία που μου έδειχνε το αδυνατισμένο χέρι της γιαγιάς. Σε ένα μεγάλο μέρος του εξωτερικού τοίχου, κάτω από τις μορφές του αγίου Συμεών και του αγίου Ιωάννη υπήρχαν χαραγμένα κάποια ονόματα, τυχαίες ζωγραφικές ασυναρτησίες, συνθήματα και καρδιές σαν κι αυτά που βλέπεις σε παγκάκια ή τοίχους παλιών σπιτιών. Πλησίασα κι άλλο και ταξίδεψα στην ανορθογραφία της αρχοντικής απεικόνισης. Γιώργος και Αγγελική, Θρύλος ολέ, Για πάντα μαζί, Νίκος 2003, Metallica, ΠΑΟΚ θρησκεία, καρδούλες, βέλη, αδιευκρίνιστης τεχνοτροπίας και προθέσεων χαραγματιές και φθορά στην βυζαντινή αγιογραφία.
Έκανα να απλώσω το χέρι μου να τα αγγίξω, να χαϊδέψω το λευκό σοβά πίσω από τα βεβηλωμένα χρώματα μιας άλλης μακρινής εποχής. Η γιαγιά με εμπόδισε. - Μη σε παρακαλώ μη, μην το αγγίζεις, αρκετά έχουν φθαρεί. Μη τα καταστρέφουμε κι άλλο. -Με ένα άγγιγμα; Σκέφτηκα, -με ένα άγγιγμα. Ας μείνει μόνο σε αυτό των ματιών. Γύρισα να της πως πόσο λυπάμαι. Είχε δακρύσει και με κοίταγε με ένα παράπονο αγιάτρευτο. Ο πόνος της έδειχνε τόσο μεγάλος που ούτε στην αγκαλιά μου δεν χωρούσε. – Μη κλαίτε σας παρακαλώ. –Δεν κλαίω απάντησε. Μόνο οργίζομαι. Πικραίνομαι. Πικραίνομαι που πέρασαν τόσοι αιώνες, ήρθαν εδώ ξένοι Τούρκοι και Γερμανοί και χίλιοι δυο και σεβάστηκαν τούτο τον θησαυρό. Και όσα βλέπεις σήμερα επέζησαν για αιώνες, το ακούς; για αιώνες! Για να τα βλέπουμε, να τα θαυμάζουμε και για να προσευχόμαστε σε αυτά. Να προσευχόμαστε! Θεέ μου… Κι εμείς; Να ποιοι είμαστε εμείς. Ο Νίκος κι ο φίλος του κι ο Γιώργος με την Αγγελική κι ένας Πάοκ και τόσοι άλλοι που δεν σεβάστηκαν τα ιερά και τα όσιά μας. Απλά για να μας θυμίζουν πόσο μπορεί να ντρέπεται ο άνθρωπος για τον διπλανό του.
Ένιωσα να βουρκώνω κι εγώ. Δεν ήξερα τι να πω, πώς να την παρηγορήσω. – Και δεν βρήκατε ποτέ έναν; Δεν τον πιάσατε δεν τον καταγγείλατε; Δεν ξέρετε ποιοι είναι; - Ποιοι είναι; Κάτι παλιόπαιδα! Που έρχονται εδώ για εκδρομές και αντί να πάρουν αναμνήσεις, παίρνουν κομμάτια από την ιστορία, την παράδοση, την ομορφιά αυτού του τόπου. Έτσι ξεδιάντροπα κι ανεύθυνα ξεριζώνουν την καρδιά μας. Ούτε οι Τούρκοι έτσι γιε μου, ούτε οι Τούρκοι που τους λέγαμε βάρβαρους, ούτε αυτοί. Δεν άντεξα άνοιξα τα χέρια μου και την αγκάλιασα συμπονετικά. – Μη κλαίτε, δε φταίτε εσείς, ό,τι έγινε έγινε. Άλλωστε θα μπορούσε να υπάρχει κάποιος φύλακας από το Κράτος – Φύλακας από το Κράτος; Και θα το αγαπάει αυτός σαν εμάς ή θα πληρώνεται για να κάνει τη δουλειά του; Όχι εγώ πρώτα φταίω. Αν φυλούσα καλύτερα, εάν είχα το νου μου να τρέχω πιο γρήγορα ανάμεσα στα παιδιά που περιφέρονται άτακτα, άλλα είναι μέσα άλλα έξω κι άλλα σκαλίζουν τους αγίους, θα τα προλάβαινα. Αλλά δεν τα κατάφερα, η ανάξια δεν κατάφερα να τα προλάβω. – Δε φταίτε εσείς για την αλητεία των άλλων. – Όχι εγώ φταίω. Εγώ. Αυτός που μού έδωσε τη φύλαξη μού έδωσε τον ναό σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Εγώ σαν πεθάνω πώς θα τον παραδώσω με τέτοιες βρωμιές; Τέτοια καταστροφή δε φτιάχνεται παιδί μου, δε διορθώνεται ποτέ. Στη Δευτέρα Παρουσία θα δώσω λόγο γι’ αυτά. Ούτε οι Τούρκοι γιέ μου, ούτε οι Τούρκοι…
Κάποια βήματα επισκεπτών που ακούστηκαν στο εσωτερικό του Ναού έκαναν τη γερόντισσα να βιαστεί να επιστρέψει στις αγιογραφίες της στο εσωτερικό της Μονής. Έμεινα να κοιτώ τους βανδαλισμούς που κάποιοι ασυνείδητοι, νικημένοι από το βάρος της ασημαντότητάς τους είχαν κάνει στις μορφές των αγίων. Είναι άραγε ανυπόφορη στη ψυχή τους τόση αρχοντική ομορφιά; Τόση παράδοση και ποτισμένη από τις έμπονες θυσίες, τις στερήσεις και την αγάπη των ντόπιων συμπόρευση, πώς μπορεί να αφήνει ασυγκίνητο τον οποιονδήποτε νέο που περνά από εδώ; Και καλά όλα τα άλλα, έστω και δίχως ίχνος καλλιτεχνικής ή ιστορικής ευαισθησίας, ποιο άθλιο κίνητρο είναι αυτό που σε ωθεί να καταστρέψεις την ίδια σου την ιστορία; Πιθανότατα αυτά τα παλιόπαιδα που υπαινίχθηκε η γιαγιά να βλέπουν την ομορφιά στο Μυκονιάτικο life style κι όχι στην καλλιτεχνική απλότητα μιας βυζαντινής Μονής. Φταίνε άραγε μόνο αυτοί; Μάλλον όχι. Κι από την άλλη δες˙ η γιαγιά θα μπορούσε να τους βρίσει πιο άσχημα, να νιώθει εξοργισμένη από την προσβολή τους, όπως καλή ώρα τώρα εγώ, μα αυτή όχι. Απλά: κάτι παλιόπαιδα. Δεν γίνεται αλλιώς πρέπει κι η ίδια, τόσο καλλιεργημένη, αν και δείχνει απλή αγράμματη χωριάτισσα, να έχει ποτιστεί από την τόση αρχοντιά του μέρους. Όμοια με τους αγίους της κι αυτή.
Γύρισα να φύγω. Πέρασα από το εσωτερικό του Καθολικού. Άνοιξα διάπλατα τα μάτια, αυτή τη φορά δεν θα μπερδευόμουν, θα τη διέκρινα καλά, μα ναι, αυτή τη φορά είχε καθίσει δίπλα στη τοιχογραφία του αγίου Χριστοφόρου. Την πλησίασα σιωπηλά την ώρα που κάποιοι ξένοι τουρίστες ρύθμιζαν τις φωτογραφικές τους μηχανές πριν ανοίξουν πυρ κατά των αγιογραφιών του ναού. Της φίλησα τα χέρια. – Τι κάνεις εκεί; Χαζό είσαι; Στους παπάδες φιλάνε τα χέρια - Και στους αγίους. Συγχωρήστε εκ μέρους αυτών των παιδιών όλους μας που δεν ξέρουμε να τιμούμε και να αγαπάμε όπως πρέπει. –Κι εγώ τι νομίζεις κάνω όλα αυτά τα χρόνια εδώ; Γι αυτά τα παλιόπαιδα προσεύχομαι. Να μην τους μετρηθεί αυτό που έκαναν. Την αγκάλιασα θερμά. – Και τ’ όνομά σας; - Δεν έχω, είμαι απλά η φύλακας της Μονής. Με μια απότομη κίνηση ξέφυγε από την αγκαλιά μου και προχώρησε στο κέντρο του Ναού, -Όχι φωτογραφίες παρακαλώ, απαγορεύεται! Οι ξένοι τουρίστες, απόρησαν και γύρισαν με μια κίνηση στο μέρος της με τις κάμερα ανά χείρας. -No photos please, no photos! Γύρισε στο μέρος μου και σήκωσε τους ώμους. -Ξένοι, δεν καταλαβαίνουν αλλιώς! Της απάντησα με ένα δάκρυ ποτισμένο από τα κατάβαθα της καρδιάς μου. -Θα ξανάρθω της είπα, για σας, ευχαριστώ για όλα, να είστε καλά.
Και την επόμενη χρονιά ξαναπήγα, μα αυτή δεν ήταν εκεί. Είχε προλάβει τον Απρίλη του ίδιου χρόνου να μετοικήσει στις ψηλότερες τοιχογραφίες της Μονής, εκεί που εμφανίζονται οι άγγελοι και οι σκηνές του Παραδείσου. Η μικροκαμωμένη γερόντισσα που για όλη της τη ζωή δεν είχε κάνει οικογένεια και φύλαγε τιμώντας μια ιερή παράδοση αιώνων τη Μονή είχε πεθάνει πλήρης ημερών ανάμεσα στους αγαπημένους της αγίους. Την βρήκαν στην τοιχογραφία του αγίου Συμεών και Ιωάννη, ακουμπισμένη σαν να προσεύχεται στο πεζούλι που βρίσκεται δίπλα. Τα χέρια της ήταν όπως λένε ενωμένα πολύ σφιχτά αλλά κανείς δεν μπορούσε να πει με σιγουριά ποιον μελετούσε. Η νέα φύλακας της Μονής, ηλικιωμένη και μαυροφορεμένη κι αυτή με άφησε να πάω μόνος στην τοιχογραφία των αγίων. Εκεί ξαναντίκρυσα με τα μάτια της ψυχής, κάτω από τις εικόνες των αγίων και τους βανδαλισμούς κάποιων νέων, τη γλυκύτατη μορφή της γερόντισσας μου, την ώρα που πλημμυρισμένη από ευχαριστία δοξολογούσε τον Δημιουργό της που της έδωσε τέτοια ισόβια αποστολή κι ευθύνη. Έσκυψα και της φίλησα το μάγουλο. -Για ποιον προσεύχεσαι γιαγιά; -Για κάτι παλιόπαιδα γιε μου, για κάτι παλιόπαιδα… Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ετικέτες
Μποτίλιες στο πέλαγος
Σάββατο 25 Ιουνίου 2016
Στα χείλια του γκρεμού
Ἀλήθεια σας λέω, ἄν δέν φτάσει ὁ ἄνθρωπος στά χείλια τοῦ γκρεμοῦ, δέν πετοῦν οἱ πλάτες του φτεροῦγες.
Από το έργο «Ο τελευταίος πειρασμός» του Νίκου Καζαντζάκη, εκδόσεις Ελ. Καζαντζάκη Ολόκληρη η ανάρτηση...
Από το έργο «Ο τελευταίος πειρασμός» του Νίκου Καζαντζάκη, εκδόσεις Ελ. Καζαντζάκη Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ετικέτες
Αχτίδα της εβδομάδας
Σάββατο 4 Ιουνίου 2016
Γιατί θα παντρευτείς τον λάθος άνθρωπο...
Προέλευση: www.lifo.gr
Ένα υπέροχο κείμενο του Αλέν Ντε Μποτόν που δημοσιεύθηκε στους New York Times, ίσως είναι το πιο πολυδιαβασμένο άρθρο των ημερών και εξηγεί τι είδους σύντροφο επιλέγουμε και στο τέλος καταλήγουμε δυστυχισμένοι και μόνοι.
Λένε - και πολλές φορές ισχύει - ότι συνήθως δεν παντρευόμαστε αυτόν ή αυτήν που ερωτευόμαστε. Είναι μια αλήθεια, επιμένουν οι πεσιμιστές, που ισχύει για τους περισσότερους ανθρώπους ανεξαρτήτως φυλής και εθνικότητας, οικονομικής κατάστασης και μορφωτικού επιπέδου. Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό; Τι μας οδηγεί στο λάθος ταίρι ή στην καλύτερη περίπτωση όχι στον άνθρωπο που πραγματικά ερωτευτήκαμε; Οι λόγοι που παραθέτει ο Αλέν ντε Μποτόν εξηγούν και το πώς το κείμενο του έγινε δημοφιλές μέσα σε λίγες ώρες από την ανάρτηση του στη στήλη των απόψεων των "New York Times".
"Είναι από εκείνα τα πράγματα που πιο πολύ φοβόμαστε ότι μπορούν να συμβούν σε εμάς. Μπορούμε να κάνουμε πολλά για να το αποφύγουμε. Κι όμως τελικά κάνουμε το ίδιο λάθος που έκαναν πολλοί πριν από εμάς: παντρευόμαστε τον λάθος άνθρωπο. Εν μέρει, αυτό συμβαίνει, γιατί έχουμε τεράστιο πρόβλημα, όταν προσπαθούμε να πλησιάσουμε τους άλλους. Φαινόμαστε πιο φυσιολογικοί μόνο σε όσους δεν μας γνωρίζουν πολύ καλά. Σε μία πιο σοφή κοινωνία, σε μια κοινωνία που θα γνώριζε λίγο καλύτερα τον εαυτό της, η ιδανική ερώτηση στο δείπνο του πρώτου κιόλας ραντεβού θα ήταν: 'Και πώς είσαι, όταν τρελαίνεσαι;'.
Ίσως έχουμε την τάση - και πόσο λανθασμένα - να γινόμαστε έξαλλοι με κάποιον που διαφωνεί μαζί μας ή να νιώθουμε χαλαροί μόνο όταν δουλεύουμε. Συνηθίζουμε να κρατάμε καρτεργάρικη στάση σε ό,τι αφορά την οικειότητα μετά το σεξ ή ακόμη χειρότερα συνηθίζουμε να σιωπούμε, ως απάντηση στις μικροταπεινώσεις της ζωής. Κανένας δεν είναι τέλειος. Το πρόβλημα είναι ότι πριν από τον γάμο, σπάνια τολμούμε να σκαλίσουμε τα συμπλέγματα μας. Κάθε φορά που οι συνήθεις σχέσεις απειλούν να αποκαλύψουν τα ψεγάδια μας, κατηγορούμε τους συντρόφους μας. Όσο για τους φίλους μας, δεν νοιάζονται και τόσο πολύ να κάνουν όλη αυτή τη σκληρή δουλειά, ώστε να μας διαφωτίσουν για τα ελαττώματα μας.
Για να καταλάβουμε τους συντρόφους μας, για να αποκομίσουμε αυτή τη ζωτική εντύπωση για εκείνους, επισκεπτόμαστε τις οικογένειες τους, κοιτάμε τις παλιές τους φωτογραφίες, γνωριζόμαστε με τους συμμαθητές και τους φίλους τους. Όλο αυτό μας δημιουργεί την εντύπωση ότι έχουμε κάνει όσα πρέπει να κάνουμε. Κι όμως, αυτό είναι λάθος. Ο γάμος τελειώνει σαν ένα ελπιδοφόρο, γενναιόδωρο, τζογαδόρικο, ωστόσο, παιχνίδι που παίζουν δύο άνθρωποι, που δεν ξέρουν ποιοι είναι ούτε ποιοι θα γίνουν, δένοντας τους εαυτούς σε ένα μέλλον που δεν μπορούν να αντέξουν, ένα μέλλον για το οποίο προσεκτικά απέφυγαν κάθε έρευνα.
Καθ' όλη τη διάρκεια της πορείας του ανθρώπινου είδους, οι άνθρωποι παντρεύονται για λογικούς και συμφεροντο-λογικούς σκοπούς: επειδή η γη της κοπέλας συνόρευε με εκείνη του γείτονα, επειδή η οικογένεια της κατείχε μία επικερδή επιχείρηση, επειδή ο πατέρας της ήταν ο φύλαρχος ή ο αρχηγός της πόλης... Κι από τέτοιους λογικούς γάμους εκπορεύονταν τα εξής: μοναξιά, απιστία, κακοποίηση, σκληρές καρδιές και σκοτισμένα μυαλά. Ο γάμος από συμφέρον ποτέ δεν υπήρξε ένας λογικός γάμος. Γι' αυτό και αντικαταστάθηκε από τον γάμο από έρωτα.
Αυτό που έχει σημασία σε έναν γάμο από έρωτα είναι ότι υπάρχουν δύο άνθρωποι που κυριολεκτικά έχουν βυθιστεί ο ένας στον άλλο και κατά βάθος γνωρίζουν ότι αυτό που κάνουν είναι σωστό. Για την ακρίβεια, όσο πιο ανώριμος εμφανίζεται ένας γάμος (επειδή, ίσως έγινε μέσα σ' ένα εξάμηνο από τότε που γνωρίστηκε το ζευγάρι), τόσο πιο ασφαλής μπορεί να είναι. Η επιπολαιότητα στην πραγματικότητα είναι το αντίβαρο για όλα τα λάθη, ένας καταλύτης στη δυστυχία: το κύρος που εδώ διαθέτει το ένστικτο είναι μία φυσική αντίδραση σε τόσους αιώνες παράλογης λογικής.
Ακόμη και έτσι, όμως, παρά το ότι θεωρούμε ότι αναζητούμε την ευτυχία, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Γιατί αυτό που πραγματικά ψάχνουμε δεν είναι η ευτυχία, αλλά η ομοιότητα, να κάτι που μπερδεύει τα σχέδια μας, ειδικά σε ό,τι αφορά τον γάμο: εκείνο που πραγματικά ψάχνουμε είναι να ξαναδημιουργήσουμε, ως ενήλικες πια, το περιβάλλον και τα συναισθήματα της παιδικής μας ηλικίας. Η αγάπη που οι περισσότεροι από εμάς γευτήκαμε ως παιδιά, ήταν αναμεμιγμένη με κάποιες δυναμικές αποδόμησης: όπως το αίσθημα του να θέλεις να βοηθήσεις έναν ενήλικα που έχει χάσει τον έλεγχο, όπως το να φοβάσαι τον θυμό του γονιού, όπως το να νιώθεις έκθετος, αν ετοιμάζεσαι να εκφράσεις όσα νιώθεις κι όσα θες. Τώρα, λοιπόν, δεν μοιάζει πιο λογικό που στην ενήλικη ζωή μας απορρίπτουμε συγκεκριμένους ανθρώπους, όχι επειδή έχουν κάποιο ελάττωμα, αλλά επειδή είναι οι σωστοί για εμάς. Για την ακρίβεια, πολύ σωστοί, πολύ ώριμοι, πολύ ισορροπημένοι, γεμάτη κατανόηση, πιστοί και αξιόπιστοι, τόσο πια που η καρδιά μας ξέρει ότι όλα αυτά τα συναισθήματα είναι απολύτως ξένα για εμάς. Παντρευόμαστε τους λάθος ανθρώπους, γιατί πολύ απλά δεν θέλουμε να σχετιζόμαστε με αυτούς που θα μας αγαπήσουν πραγματικά και θα μας κάνουν ευτυχισμένους.
Και φυσικά, κάνουμε λάθη, ακριβώς επειδή είμαστε τόσο μόνοι. Πραγματικά μόνοι. Καιρό μόνοι. Και μετά από τόσο καιρό μοναξιάς, απομόνωσης σχεδόν είναι ανέφικτο να μπορέσεις να παραμείνεις επιλεκτικός. Και τελικώς, παντρευόμαστε για να δημιουργήσουμε μία ωραία αίσθηση μονιμότητας. Νομίζουμε ότι ο γάμος θα μας βοηθήσει να διατηρήσουμε τη χαρά που νιώσαμε, όταν αποφασίσαμε να κάνουμε την πρόταση: ίσως να ήμασταν τότε στη Βενετία, με τον ήλιο του απογεύματος να ρίχνει χρυσές ανταύγειες στα νερά και να εξομολογούμασταν πράγματα που δεν είχαμε ξαναπεί σε κανέναν. Παντρευτήκαμε, πιστεύοντας ότι όλο αυτό θα κρατούσε για καιρό, αλλά ούτε που μυριστήκαμε ότι όλο αυτό δεν είχε καμία σχέση με τον θεσμό του γάμου.
Στην πραγματικότητα, ο γάμος μας πάει αλλού, σ' ένα σπίτι γεμάτο υποχρεώσεις και τρελαμένα παιδιά, που σκοτώνουν το πάθος κι ας προήλθαν απ' αυτό. Το μόνο συστατικό που απομένει σ' αυτό το μπουκάλι είναι ο σύντροφος και συνήθως είναι το λάθος συστατικό. Τα καλά νέα είναι ότι δεν πειράζει αν ανακαλύψαμε ότι παντρευτήκαμε τον λάθος άνθρωπο. Δεν χρειάζεται να τον / την εγκαταλείψουμε, ας εγκαταλείψουμε μόνο το ρομαντικό ιδεώδες του δυτικού πολιτισμού που εδώ και 250 χρόνια επιμένει ότι κάπου εκεί έξω υπάρχει το ιδανικό άλλο μας μισό, έτοιμο να ικανοποιήσει κάθε μας επιθυμία. Φυσικά και όχι.
Χρειάζεται μόνο να απορρίψουμε και να απαλλαγούμε από αυτή την ιδεώδη θεώρηση με τη συνειδητοποίηση ότι κάποτε και θα θυμώσουμε, και θα ενοχληθούμε και θα απογοητευτούμε σε μια σχέση και θα ανταποδώσουμε κιόλας, (χωρίς να υπάρχει ίχνος κακίας σε όλο αυτό πολλές φορές). Δεν υπάρχει τέλος στο αίσθημα του κενού και της μη πληρότητας. Αλλά τίποτα από αυτά δεν είναι ασυνήθιστο ή αιτίας διαζυγίου. Με το να επιλέγουμε αυτόν με τον οποίο θα δέσουμε τη ζωή μας, ουσιαστικά επιλέγουμε τον τρόπο με τον οποίο θέλουμε να υποφέρουμε.
Αυτή η πεσιμιστική φιλοσοφία που επικρατεί γύρω από τον γάμο προσφέρει μία λύση που μας απαλλάσσει από τα αγχωτικά, γεμάτα αναταραχή κομμάτια του θεσμού. Ακούγεται παράξενο, αλλά ακριβώς αυτή η απαισιοδοξία ανακουφίζει από την καταπιεστική φαντασίωση περί ρομαντικού γάμου. Η αποτυχία ενός συγκεκριμένου συντρόφου να μας σώσει από τη θλίψη και η μελαγχολία δεν έχει να κάνει με τον συγκεκριμένο άνθρωπο ούτε είναι σημάδι καταστροφής ή... αναβάθμισης αυτής της ένωσης.
Ο άνθρωπος που μας ταιριάζει καλύτερα, δεν είναι αυτό με τον οποίο συμφωνούμε στα πάντα, με τον οποίο μοιραζόμαστε κοινά γούστα και επιλογές, αλλά εκείνος που μπορεί να διαπραγματευτεί τις διαφορές μας με έναν έξυπνο τρόπο - κοινώς ένας σύντροφος που είναι καλός στις διαφωνίες και τις διαπραγματεύσεις. Πέρα από το ιδανικό του τέλειου ταιριάσματος δύο ανθρώπων, υπάρχει ένα άλλο ιδανικό κι αυτό είναι η ικανότητα να ανέχεται κάποιος τις διαφορές και τα ελαττώματα μας με γενναιοδωρία κι αυτό - ναι - είναι η μεγαλύτερη ένδειξη του ότι βρήκαμε τον περισσότερο κατάλληλο άνθρωπο. Και - ναι - η συμβατότητα είναι ένα επίτευγμα της αγάπης, αλλά όχι προαπαιτούμενο της.
Ο ρομαντισμός δεν μας βοήθησε πολύ. Είναι μία μάλλον τραχιά φιλοσοφία. Είναι ο λόγος για τον οποίο πολλά από αυτά που περνάμε στους γάμους μας, γεγονότα που μας φαίνεται εξωπραγματικά και κάποτε άθλια. Καταλήγουμε μόνοι και πεπεισμένοι ότι η οντότητα μας με όλες της τις ατέλειες δεν είναι φυσιολογική. Πρέπει να γίνουμε πιο "φιλόξενοι" στο "λάθος", προσπαθώντας να υιοθετήσουμε μία πιο ανάλαφρη, χιουμοριστική συμπεριφορά που θα συγχωρεί εμάς, αλλά και τους γύρω μας". Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ένα υπέροχο κείμενο του Αλέν Ντε Μποτόν που δημοσιεύθηκε στους New York Times, ίσως είναι το πιο πολυδιαβασμένο άρθρο των ημερών και εξηγεί τι είδους σύντροφο επιλέγουμε και στο τέλος καταλήγουμε δυστυχισμένοι και μόνοι.
Λένε - και πολλές φορές ισχύει - ότι συνήθως δεν παντρευόμαστε αυτόν ή αυτήν που ερωτευόμαστε. Είναι μια αλήθεια, επιμένουν οι πεσιμιστές, που ισχύει για τους περισσότερους ανθρώπους ανεξαρτήτως φυλής και εθνικότητας, οικονομικής κατάστασης και μορφωτικού επιπέδου. Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό; Τι μας οδηγεί στο λάθος ταίρι ή στην καλύτερη περίπτωση όχι στον άνθρωπο που πραγματικά ερωτευτήκαμε; Οι λόγοι που παραθέτει ο Αλέν ντε Μποτόν εξηγούν και το πώς το κείμενο του έγινε δημοφιλές μέσα σε λίγες ώρες από την ανάρτηση του στη στήλη των απόψεων των "New York Times".
"Είναι από εκείνα τα πράγματα που πιο πολύ φοβόμαστε ότι μπορούν να συμβούν σε εμάς. Μπορούμε να κάνουμε πολλά για να το αποφύγουμε. Κι όμως τελικά κάνουμε το ίδιο λάθος που έκαναν πολλοί πριν από εμάς: παντρευόμαστε τον λάθος άνθρωπο. Εν μέρει, αυτό συμβαίνει, γιατί έχουμε τεράστιο πρόβλημα, όταν προσπαθούμε να πλησιάσουμε τους άλλους. Φαινόμαστε πιο φυσιολογικοί μόνο σε όσους δεν μας γνωρίζουν πολύ καλά. Σε μία πιο σοφή κοινωνία, σε μια κοινωνία που θα γνώριζε λίγο καλύτερα τον εαυτό της, η ιδανική ερώτηση στο δείπνο του πρώτου κιόλας ραντεβού θα ήταν: 'Και πώς είσαι, όταν τρελαίνεσαι;'.
Ίσως έχουμε την τάση - και πόσο λανθασμένα - να γινόμαστε έξαλλοι με κάποιον που διαφωνεί μαζί μας ή να νιώθουμε χαλαροί μόνο όταν δουλεύουμε. Συνηθίζουμε να κρατάμε καρτεργάρικη στάση σε ό,τι αφορά την οικειότητα μετά το σεξ ή ακόμη χειρότερα συνηθίζουμε να σιωπούμε, ως απάντηση στις μικροταπεινώσεις της ζωής. Κανένας δεν είναι τέλειος. Το πρόβλημα είναι ότι πριν από τον γάμο, σπάνια τολμούμε να σκαλίσουμε τα συμπλέγματα μας. Κάθε φορά που οι συνήθεις σχέσεις απειλούν να αποκαλύψουν τα ψεγάδια μας, κατηγορούμε τους συντρόφους μας. Όσο για τους φίλους μας, δεν νοιάζονται και τόσο πολύ να κάνουν όλη αυτή τη σκληρή δουλειά, ώστε να μας διαφωτίσουν για τα ελαττώματα μας.
Για να καταλάβουμε τους συντρόφους μας, για να αποκομίσουμε αυτή τη ζωτική εντύπωση για εκείνους, επισκεπτόμαστε τις οικογένειες τους, κοιτάμε τις παλιές τους φωτογραφίες, γνωριζόμαστε με τους συμμαθητές και τους φίλους τους. Όλο αυτό μας δημιουργεί την εντύπωση ότι έχουμε κάνει όσα πρέπει να κάνουμε. Κι όμως, αυτό είναι λάθος. Ο γάμος τελειώνει σαν ένα ελπιδοφόρο, γενναιόδωρο, τζογαδόρικο, ωστόσο, παιχνίδι που παίζουν δύο άνθρωποι, που δεν ξέρουν ποιοι είναι ούτε ποιοι θα γίνουν, δένοντας τους εαυτούς σε ένα μέλλον που δεν μπορούν να αντέξουν, ένα μέλλον για το οποίο προσεκτικά απέφυγαν κάθε έρευνα.
Καθ' όλη τη διάρκεια της πορείας του ανθρώπινου είδους, οι άνθρωποι παντρεύονται για λογικούς και συμφεροντο-λογικούς σκοπούς: επειδή η γη της κοπέλας συνόρευε με εκείνη του γείτονα, επειδή η οικογένεια της κατείχε μία επικερδή επιχείρηση, επειδή ο πατέρας της ήταν ο φύλαρχος ή ο αρχηγός της πόλης... Κι από τέτοιους λογικούς γάμους εκπορεύονταν τα εξής: μοναξιά, απιστία, κακοποίηση, σκληρές καρδιές και σκοτισμένα μυαλά. Ο γάμος από συμφέρον ποτέ δεν υπήρξε ένας λογικός γάμος. Γι' αυτό και αντικαταστάθηκε από τον γάμο από έρωτα.
Αυτό που έχει σημασία σε έναν γάμο από έρωτα είναι ότι υπάρχουν δύο άνθρωποι που κυριολεκτικά έχουν βυθιστεί ο ένας στον άλλο και κατά βάθος γνωρίζουν ότι αυτό που κάνουν είναι σωστό. Για την ακρίβεια, όσο πιο ανώριμος εμφανίζεται ένας γάμος (επειδή, ίσως έγινε μέσα σ' ένα εξάμηνο από τότε που γνωρίστηκε το ζευγάρι), τόσο πιο ασφαλής μπορεί να είναι. Η επιπολαιότητα στην πραγματικότητα είναι το αντίβαρο για όλα τα λάθη, ένας καταλύτης στη δυστυχία: το κύρος που εδώ διαθέτει το ένστικτο είναι μία φυσική αντίδραση σε τόσους αιώνες παράλογης λογικής.
Ακόμη και έτσι, όμως, παρά το ότι θεωρούμε ότι αναζητούμε την ευτυχία, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Γιατί αυτό που πραγματικά ψάχνουμε δεν είναι η ευτυχία, αλλά η ομοιότητα, να κάτι που μπερδεύει τα σχέδια μας, ειδικά σε ό,τι αφορά τον γάμο: εκείνο που πραγματικά ψάχνουμε είναι να ξαναδημιουργήσουμε, ως ενήλικες πια, το περιβάλλον και τα συναισθήματα της παιδικής μας ηλικίας. Η αγάπη που οι περισσότεροι από εμάς γευτήκαμε ως παιδιά, ήταν αναμεμιγμένη με κάποιες δυναμικές αποδόμησης: όπως το αίσθημα του να θέλεις να βοηθήσεις έναν ενήλικα που έχει χάσει τον έλεγχο, όπως το να φοβάσαι τον θυμό του γονιού, όπως το να νιώθεις έκθετος, αν ετοιμάζεσαι να εκφράσεις όσα νιώθεις κι όσα θες. Τώρα, λοιπόν, δεν μοιάζει πιο λογικό που στην ενήλικη ζωή μας απορρίπτουμε συγκεκριμένους ανθρώπους, όχι επειδή έχουν κάποιο ελάττωμα, αλλά επειδή είναι οι σωστοί για εμάς. Για την ακρίβεια, πολύ σωστοί, πολύ ώριμοι, πολύ ισορροπημένοι, γεμάτη κατανόηση, πιστοί και αξιόπιστοι, τόσο πια που η καρδιά μας ξέρει ότι όλα αυτά τα συναισθήματα είναι απολύτως ξένα για εμάς. Παντρευόμαστε τους λάθος ανθρώπους, γιατί πολύ απλά δεν θέλουμε να σχετιζόμαστε με αυτούς που θα μας αγαπήσουν πραγματικά και θα μας κάνουν ευτυχισμένους.
Και φυσικά, κάνουμε λάθη, ακριβώς επειδή είμαστε τόσο μόνοι. Πραγματικά μόνοι. Καιρό μόνοι. Και μετά από τόσο καιρό μοναξιάς, απομόνωσης σχεδόν είναι ανέφικτο να μπορέσεις να παραμείνεις επιλεκτικός. Και τελικώς, παντρευόμαστε για να δημιουργήσουμε μία ωραία αίσθηση μονιμότητας. Νομίζουμε ότι ο γάμος θα μας βοηθήσει να διατηρήσουμε τη χαρά που νιώσαμε, όταν αποφασίσαμε να κάνουμε την πρόταση: ίσως να ήμασταν τότε στη Βενετία, με τον ήλιο του απογεύματος να ρίχνει χρυσές ανταύγειες στα νερά και να εξομολογούμασταν πράγματα που δεν είχαμε ξαναπεί σε κανέναν. Παντρευτήκαμε, πιστεύοντας ότι όλο αυτό θα κρατούσε για καιρό, αλλά ούτε που μυριστήκαμε ότι όλο αυτό δεν είχε καμία σχέση με τον θεσμό του γάμου.
Στην πραγματικότητα, ο γάμος μας πάει αλλού, σ' ένα σπίτι γεμάτο υποχρεώσεις και τρελαμένα παιδιά, που σκοτώνουν το πάθος κι ας προήλθαν απ' αυτό. Το μόνο συστατικό που απομένει σ' αυτό το μπουκάλι είναι ο σύντροφος και συνήθως είναι το λάθος συστατικό. Τα καλά νέα είναι ότι δεν πειράζει αν ανακαλύψαμε ότι παντρευτήκαμε τον λάθος άνθρωπο. Δεν χρειάζεται να τον / την εγκαταλείψουμε, ας εγκαταλείψουμε μόνο το ρομαντικό ιδεώδες του δυτικού πολιτισμού που εδώ και 250 χρόνια επιμένει ότι κάπου εκεί έξω υπάρχει το ιδανικό άλλο μας μισό, έτοιμο να ικανοποιήσει κάθε μας επιθυμία. Φυσικά και όχι.
Χρειάζεται μόνο να απορρίψουμε και να απαλλαγούμε από αυτή την ιδεώδη θεώρηση με τη συνειδητοποίηση ότι κάποτε και θα θυμώσουμε, και θα ενοχληθούμε και θα απογοητευτούμε σε μια σχέση και θα ανταποδώσουμε κιόλας, (χωρίς να υπάρχει ίχνος κακίας σε όλο αυτό πολλές φορές). Δεν υπάρχει τέλος στο αίσθημα του κενού και της μη πληρότητας. Αλλά τίποτα από αυτά δεν είναι ασυνήθιστο ή αιτίας διαζυγίου. Με το να επιλέγουμε αυτόν με τον οποίο θα δέσουμε τη ζωή μας, ουσιαστικά επιλέγουμε τον τρόπο με τον οποίο θέλουμε να υποφέρουμε.
Αυτή η πεσιμιστική φιλοσοφία που επικρατεί γύρω από τον γάμο προσφέρει μία λύση που μας απαλλάσσει από τα αγχωτικά, γεμάτα αναταραχή κομμάτια του θεσμού. Ακούγεται παράξενο, αλλά ακριβώς αυτή η απαισιοδοξία ανακουφίζει από την καταπιεστική φαντασίωση περί ρομαντικού γάμου. Η αποτυχία ενός συγκεκριμένου συντρόφου να μας σώσει από τη θλίψη και η μελαγχολία δεν έχει να κάνει με τον συγκεκριμένο άνθρωπο ούτε είναι σημάδι καταστροφής ή... αναβάθμισης αυτής της ένωσης.
Ο άνθρωπος που μας ταιριάζει καλύτερα, δεν είναι αυτό με τον οποίο συμφωνούμε στα πάντα, με τον οποίο μοιραζόμαστε κοινά γούστα και επιλογές, αλλά εκείνος που μπορεί να διαπραγματευτεί τις διαφορές μας με έναν έξυπνο τρόπο - κοινώς ένας σύντροφος που είναι καλός στις διαφωνίες και τις διαπραγματεύσεις. Πέρα από το ιδανικό του τέλειου ταιριάσματος δύο ανθρώπων, υπάρχει ένα άλλο ιδανικό κι αυτό είναι η ικανότητα να ανέχεται κάποιος τις διαφορές και τα ελαττώματα μας με γενναιοδωρία κι αυτό - ναι - είναι η μεγαλύτερη ένδειξη του ότι βρήκαμε τον περισσότερο κατάλληλο άνθρωπο. Και - ναι - η συμβατότητα είναι ένα επίτευγμα της αγάπης, αλλά όχι προαπαιτούμενο της.
Ο ρομαντισμός δεν μας βοήθησε πολύ. Είναι μία μάλλον τραχιά φιλοσοφία. Είναι ο λόγος για τον οποίο πολλά από αυτά που περνάμε στους γάμους μας, γεγονότα που μας φαίνεται εξωπραγματικά και κάποτε άθλια. Καταλήγουμε μόνοι και πεπεισμένοι ότι η οντότητα μας με όλες της τις ατέλειες δεν είναι φυσιολογική. Πρέπει να γίνουμε πιο "φιλόξενοι" στο "λάθος", προσπαθώντας να υιοθετήσουμε μία πιο ανάλαφρη, χιουμοριστική συμπεριφορά που θα συγχωρεί εμάς, αλλά και τους γύρω μας". Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ετικέτες
Για την αγάπη
Σάββατο 28 Μαΐου 2016
Το όμορφο δοχείο
Η παιδική ηλικία είναι το βασίλειο της μεγάλης δικαιοσύνης και της βαθιάς αγάπης. Στα χέρια ενός παιδιού κανένα πράγμα δεν είναι σπουδαιότερο από κάποιο άλλο. Παίζει με μια χρυσή καρφίτσα ή με ένα λευκό λουλούδι. Δεν έχει φόβο της απώλειας. Για το παιδί ο κόσμος εξακολουθεί να είναι το όμορφο δοχείο μέσα στο οποίο δεν χάνεται τίποτα. Δεν αναγκάζει τα πράγματα να εγκατασταθούν κάπου. Τα αφήνει να διαβούν μέσα από τα χέρια του σαν αγέλη σκοτεινών νομάδων που περνούν κάτω από μιαν αψίδα θριάμβου. Για λίγο φωτίζονται μέσα στην αγάπη του και έπειτα σκοτεινιάζουν ξανά• ό,τι φωτίστηκε μέσα στην αγάπη του παραμένει εντός της σαν εικόνα που δεν πρόκειται να χαθεί.
Από τα «Μικρά δοκίμια για την τέχνη» του Ράινερ Μαρία Ρίλκε, εκδόσεις Printa Ολόκληρη η ανάρτηση...
Από τα «Μικρά δοκίμια για την τέχνη» του Ράινερ Μαρία Ρίλκε, εκδόσεις Printa Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ετικέτες
Αχτίδα της εβδομάδας
Κυριακή 15 Μαΐου 2016
Γράμμα στους υποψήφιους
Προέλευση: 3vita.gr
Μια συγκινητική επιστολή στήριξης των μαθητών που αυτές τις ημέρες ανεβαίνουν τον ψυχολογικό και σωματικό Γολγοθά των πανελληνίων εξετάσεων απηύθυναν οι εκπαιδευτικοί των δημοτικών σχολείων της Βούλας.
Μια πρωτοβουλία του 2ου Δημοτικού της Βούλας και της διευθύντριας Κατερίνας Κουφοπούλου, που σκοπό έχει τη «συμπαράσταση και ενθάρρυνση προς τους μαθητές των Λυκείων της περιοχής μας οι οποίοι άλλωστε υπήρξαν και δικοί μας μαθητές, για «την περιπέτεια» των γραπτών Πανελληνίων εξετάσεων στην οποία άμεσα εισέρχονται», όπως χαρακτηριαστικά τονίζουν.
Αγαπημένοι μας μαθητές,
Τις επόμενες μέρες θα λάβετε μέρος στις Πανελλήνιες Εισαγωγικές Εξετάσεις. Γνωρίζουμε πόσο σκληρά έχετε προετοιμαστεί γι΄αυτές, αλλά υπάρχει κάτι πολύ σημαντικό που πρέπει να γνωρίζετε.
Οι Πανελλήνιες Εξετάσεις δεν αξιολογούν αυτό που κάνει τον καθένα από εσάς ιδιαίτερο και μοναδικό. Οι άνθρωποι που ετοιμάζουν και βαθμολογούν αυτά τα θέματα, δε γνωρίζουν τον καθένα από εσάς με τον τρόπο που γνωρίζουμε εμείς και σίγουρα οι οικογένειές σας.
Αγνοούν ότι κάποιοι από εσάς μιλούν δύο γλώσσες ή ότι σας αρέσει να τραγουδάτε και να ζωγραφίζετε. Δεν έχουν δει το φυσικό σας ταλέντο για χορό. Αγνοούν ότι οι φίλοι σας υπολογίζουν σε εσας να βρίσκεστε δίπλα τους ή ότι το χαμόγελό σας μπορεί να φωτίσει την πιο σκοτεινή μέρα, ή ότι κοκκινίζετε όταν νοιώθετε αμήχανα. Δεν έχουν ιδέα ότι αθλείστε, αγωνιάτε για το μέλλον ή ότι κάποιες φορές βοηθάτε τα μικρότερα αδέρφια σας μετά το σχολείο.
Αγνοούν ότι είστε ευγενικοί, άξιοι εμπιστοσύνης και συμπονετικοί, και κάθε μέρα προσπαθείτε να είστε καλύτεροι. Το αποτέλεσμα της εξέτασης θα σας δείξει κάτι αλλά δεν αποδεικνύει τα πάντα. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να είναι κάποιος έξυπνος. Εσείς είστε έξυπνοι!
Είστε έξυπνοι για να πετύχετε αυτό που θέλετε!
Είστε το φως που φωτίζει τις μέρες μας!
Έτσι, κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας σας και κατά τη διάρκεια των εξετάσεων μεταξύ άλλων, να θυμάστε ότι δεν υπάρχει εξέταση που να μπορεί να βαθμολογήσει όλες τις υπέροχες και εκπληκτικές παραμέτρους που ορίζουν ως μοναδικούς ΕΣΑΣ!! Ολόκληρη η ανάρτηση...
Μια συγκινητική επιστολή στήριξης των μαθητών που αυτές τις ημέρες ανεβαίνουν τον ψυχολογικό και σωματικό Γολγοθά των πανελληνίων εξετάσεων απηύθυναν οι εκπαιδευτικοί των δημοτικών σχολείων της Βούλας.
Μια πρωτοβουλία του 2ου Δημοτικού της Βούλας και της διευθύντριας Κατερίνας Κουφοπούλου, που σκοπό έχει τη «συμπαράσταση και ενθάρρυνση προς τους μαθητές των Λυκείων της περιοχής μας οι οποίοι άλλωστε υπήρξαν και δικοί μας μαθητές, για «την περιπέτεια» των γραπτών Πανελληνίων εξετάσεων στην οποία άμεσα εισέρχονται», όπως χαρακτηριαστικά τονίζουν.
Αγαπημένοι μας μαθητές,
Τις επόμενες μέρες θα λάβετε μέρος στις Πανελλήνιες Εισαγωγικές Εξετάσεις. Γνωρίζουμε πόσο σκληρά έχετε προετοιμαστεί γι΄αυτές, αλλά υπάρχει κάτι πολύ σημαντικό που πρέπει να γνωρίζετε.
Οι Πανελλήνιες Εξετάσεις δεν αξιολογούν αυτό που κάνει τον καθένα από εσάς ιδιαίτερο και μοναδικό. Οι άνθρωποι που ετοιμάζουν και βαθμολογούν αυτά τα θέματα, δε γνωρίζουν τον καθένα από εσάς με τον τρόπο που γνωρίζουμε εμείς και σίγουρα οι οικογένειές σας.
Αγνοούν ότι κάποιοι από εσάς μιλούν δύο γλώσσες ή ότι σας αρέσει να τραγουδάτε και να ζωγραφίζετε. Δεν έχουν δει το φυσικό σας ταλέντο για χορό. Αγνοούν ότι οι φίλοι σας υπολογίζουν σε εσας να βρίσκεστε δίπλα τους ή ότι το χαμόγελό σας μπορεί να φωτίσει την πιο σκοτεινή μέρα, ή ότι κοκκινίζετε όταν νοιώθετε αμήχανα. Δεν έχουν ιδέα ότι αθλείστε, αγωνιάτε για το μέλλον ή ότι κάποιες φορές βοηθάτε τα μικρότερα αδέρφια σας μετά το σχολείο.
Αγνοούν ότι είστε ευγενικοί, άξιοι εμπιστοσύνης και συμπονετικοί, και κάθε μέρα προσπαθείτε να είστε καλύτεροι. Το αποτέλεσμα της εξέτασης θα σας δείξει κάτι αλλά δεν αποδεικνύει τα πάντα. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να είναι κάποιος έξυπνος. Εσείς είστε έξυπνοι!
Είστε έξυπνοι για να πετύχετε αυτό που θέλετε!
Είστε το φως που φωτίζει τις μέρες μας!
Έτσι, κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας σας και κατά τη διάρκεια των εξετάσεων μεταξύ άλλων, να θυμάστε ότι δεν υπάρχει εξέταση που να μπορεί να βαθμολογήσει όλες τις υπέροχες και εκπληκτικές παραμέτρους που ορίζουν ως μοναδικούς ΕΣΑΣ!! Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ετικέτες
Για την αγάπη
Τετάρτη 27 Απριλίου 2016
Σημείο του ξεπεσμού
ἄγαλμα γυναίκας μέ δεμένα χέρια
Ὅλοι σέ λένε κατευθείαν ἄγαλμα,
ἐγώ σέ πρσφωνῶ γυναίκα κατευθείαν.
Στολίζεις κάποιο πάρκο.
Ἀπό μακριά ἐξαπατᾶς.
Θαρρεῖ κανείς πώς ἔχεις ἐλαφρά ἀνακαθήσει
νά θυμηθεῖς ἕνα ὡραῖο ὄνειρο πού εἶδες,
πῶς παίρνεις φόρα νά τό ζήσεις.
Ἀπό κοντά ξεκαθαρίζει τό ὄνειρο:
δεμένα εἶναι πισθάγκωνα τά χέρια σου
μ’ ἕνα σκοινί μαρμάρινο
κι ἡ στάση σου εἶναι ἡ θέλησή σου
κάτι νά σέ βοηθήσει νά ξεφύγεις
τήν ἀγωνία τοῦ αἰχμάλωτου.
Ἔτσι σέ παραγγείλανε στό γλύπτη:
αἰχμάλωτη.
Δέν μπορεῖς
οὔτε μία βροχή νά ζυγίσεις στό χέρι σου,
οὔτε μία ἐλαφριά μαργαρίτα.
Δεμένα εἶναι τά χέρια σου.
Καί δέν εἴν’ τό μάρμαρο μόνο ὁ Ἄργος.
Ἄν κάτι πήγαινε ν’ ἀλλάξει
στήν πορεία τῶν μαρμάρων,
ἄν ἄρχιζαν τ’ ἀγάλματα ἀγῶνες
γιά ἐλευθερίες καί ἰσότητες,
ὅπως οἱ δοῦλοι,
οἱ νεκροί
καί τό αἴσθημά μας,
ἐσύ θά πορευόσουνα
μές στήν κοσμογονία τῶν μαρμάρων
μέ δεμένα πάλι τά χέρια, αἰχμάλωτη.
Ὅλοι σέ λένε κατευθείαν ἄγαλμα,
ἐγώ σέ λέω γυναίκα ἀμέσως.
Ὄχι γιατί γυναίκα σέ παρέδωσε
στό μάρμαρο ὁ γλύπτης
κι ὑπόσχονται οἱ γοφοί σου
εὐγονία ἀγαλμάτων,
καλή σοδειά ἀκινησίας.
Γιά τά δεμένα χέρια σου, πού ἔχεις
ὅσους πολλούς αἰῶνες σέ γνωρίζω,
σέ λέω γυναίκα.
Σέ λέω γυναίκα
γιατ’ εἴσ’ αἰχμάλωτη
. Από τα «Ποιήματα» της Κικής Δημουλά, εκδόσεις Ίκαρος Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ὅλοι σέ λένε κατευθείαν ἄγαλμα,
ἐγώ σέ πρσφωνῶ γυναίκα κατευθείαν.
Στολίζεις κάποιο πάρκο.
Ἀπό μακριά ἐξαπατᾶς.
Θαρρεῖ κανείς πώς ἔχεις ἐλαφρά ἀνακαθήσει
νά θυμηθεῖς ἕνα ὡραῖο ὄνειρο πού εἶδες,
πῶς παίρνεις φόρα νά τό ζήσεις.
Ἀπό κοντά ξεκαθαρίζει τό ὄνειρο:
δεμένα εἶναι πισθάγκωνα τά χέρια σου
μ’ ἕνα σκοινί μαρμάρινο
κι ἡ στάση σου εἶναι ἡ θέλησή σου
κάτι νά σέ βοηθήσει νά ξεφύγεις
τήν ἀγωνία τοῦ αἰχμάλωτου.
Ἔτσι σέ παραγγείλανε στό γλύπτη:
αἰχμάλωτη.
Δέν μπορεῖς
οὔτε μία βροχή νά ζυγίσεις στό χέρι σου,
οὔτε μία ἐλαφριά μαργαρίτα.
Δεμένα εἶναι τά χέρια σου.
Καί δέν εἴν’ τό μάρμαρο μόνο ὁ Ἄργος.
Ἄν κάτι πήγαινε ν’ ἀλλάξει
στήν πορεία τῶν μαρμάρων,
ἄν ἄρχιζαν τ’ ἀγάλματα ἀγῶνες
γιά ἐλευθερίες καί ἰσότητες,
ὅπως οἱ δοῦλοι,
οἱ νεκροί
καί τό αἴσθημά μας,
ἐσύ θά πορευόσουνα
μές στήν κοσμογονία τῶν μαρμάρων
μέ δεμένα πάλι τά χέρια, αἰχμάλωτη.
Ὅλοι σέ λένε κατευθείαν ἄγαλμα,
ἐγώ σέ λέω γυναίκα ἀμέσως.
Ὄχι γιατί γυναίκα σέ παρέδωσε
στό μάρμαρο ὁ γλύπτης
κι ὑπόσχονται οἱ γοφοί σου
εὐγονία ἀγαλμάτων,
καλή σοδειά ἀκινησίας.
Γιά τά δεμένα χέρια σου, πού ἔχεις
ὅσους πολλούς αἰῶνες σέ γνωρίζω,
σέ λέω γυναίκα.
Σέ λέω γυναίκα
γιατ’ εἴσ’ αἰχμάλωτη
. Από τα «Ποιήματα» της Κικής Δημουλά, εκδόσεις Ίκαρος Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ετικέτες
Λόγος πολιτικός
Σάββατο 23 Απριλίου 2016
Ο πρωταγωνιστής
Ὁ θάνατος δέν εἶναι τίποτα˙ ἀλλά ἐκεῖνος πού πεθαίνει εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωή μας.
Από το «Γειά σου Ασημάκη» του Χρήστου Βακαλόπουλου, εκδόσεις Παπαγιώργης Ολόκληρη η ανάρτηση...
Από το «Γειά σου Ασημάκη» του Χρήστου Βακαλόπουλου, εκδόσεις Παπαγιώργης Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ετικέτες
Αχτίδα της εβδομάδας
Τρίτη 29 Μαρτίου 2016
Στην αγκαλιά της Άνοιξης
Απόψε κοιμηθήκαμε στην αγκαλιά της άνοιξης
ακουμπώντας το κεφάλι στην καρδιά της.
Ακούγαμε στον ύπνο μας τις ανάσες των πουλιών και την καρδιά μας.
Το πρωί που ξυπνήσαμε, είδαμε τον ουρανό να περπατάει στην
κάμαρά μας σα γαλανό πουλί με χρυσά μάτια που τσίμπαγε
τα ψίχουλα των σκιών που ‘χαν μείνει από χθες βράδυ στο πάτωμα.
Μια στιγμή να νιφτούμε και φτάσαμε. […]
Σήμερα μια μικρή κοπέλα, με θαλασσιά κορδέλα στα μαλλιά,
στάθηκε στην κορφή της λεύκας και κελαδάει.
Απ’ το τραγούδι της πετούν μικρά πουλιά που γεμίζουν
τις αυλές και τις στέγες.
Τα πουλιά κάθονται στους ώμους των παιδιών.
Οι άνθρωποι μπλέκονται στα δίχτυα των αχτίνων και τρεκλίζουν
σαν πρωτόβγαλτα πουλιά.
Τα τριαντάφυλλα τρελάθηκαν και κάνουν τούμπες μέσα στο νερό.
Θε μου, το μεθυσμένο φως θα σπάσει τα τζάμια, θα πλημμυρίσει
τις κάμαρες και δε θ’ αφήσει μήτε έναν ίσκιο για να σκεπάσει
η μάνα τα μάτια της.
Τότε θα τινάξει στον αέρα το μαντήλι της και θα χορέψει κείνο το
νησιώτικο χορό που χόρευε στα νιάτα της μαζί με τον πατέρα
– ένα χορό που μυρίζει θάλασσα και βάρκες φορτωμένες πορτοκάλια.
Ο πατέρας θα κάνει πως ξέχασε το χορό και θα χαμογελάει
καθώς θα κρούει τη φτέρνα στον αέρα.
Κ’ εμείς ξοπίσω τους, παιδιά, πουλιά, λουλούδια και λιθάρια,
θα χορεύουμε στ’ αλώνι του ήλιου τραγουδώντας τις μέρες που
δε χάνουνται μες στο τραγούδι, όταν οι μεγάλοι χορεύουν
μαζί με τα παιδιά τους τον ίδιο χορό της κάθε άνοιξης.
Από το «Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού», του Γιάννη Ρίτσου, εκδ. Κέδρος Ολόκληρη η ανάρτηση...
ακουμπώντας το κεφάλι στην καρδιά της.
Ακούγαμε στον ύπνο μας τις ανάσες των πουλιών και την καρδιά μας.
Το πρωί που ξυπνήσαμε, είδαμε τον ουρανό να περπατάει στην
κάμαρά μας σα γαλανό πουλί με χρυσά μάτια που τσίμπαγε
τα ψίχουλα των σκιών που ‘χαν μείνει από χθες βράδυ στο πάτωμα.
Μια στιγμή να νιφτούμε και φτάσαμε. […]
Σήμερα μια μικρή κοπέλα, με θαλασσιά κορδέλα στα μαλλιά,
στάθηκε στην κορφή της λεύκας και κελαδάει.
Απ’ το τραγούδι της πετούν μικρά πουλιά που γεμίζουν
τις αυλές και τις στέγες.
Τα πουλιά κάθονται στους ώμους των παιδιών.
Οι άνθρωποι μπλέκονται στα δίχτυα των αχτίνων και τρεκλίζουν
σαν πρωτόβγαλτα πουλιά.
Τα τριαντάφυλλα τρελάθηκαν και κάνουν τούμπες μέσα στο νερό.
Θε μου, το μεθυσμένο φως θα σπάσει τα τζάμια, θα πλημμυρίσει
τις κάμαρες και δε θ’ αφήσει μήτε έναν ίσκιο για να σκεπάσει
η μάνα τα μάτια της.
Τότε θα τινάξει στον αέρα το μαντήλι της και θα χορέψει κείνο το
νησιώτικο χορό που χόρευε στα νιάτα της μαζί με τον πατέρα
– ένα χορό που μυρίζει θάλασσα και βάρκες φορτωμένες πορτοκάλια.
Ο πατέρας θα κάνει πως ξέχασε το χορό και θα χαμογελάει
καθώς θα κρούει τη φτέρνα στον αέρα.
Κ’ εμείς ξοπίσω τους, παιδιά, πουλιά, λουλούδια και λιθάρια,
θα χορεύουμε στ’ αλώνι του ήλιου τραγουδώντας τις μέρες που
δε χάνουνται μες στο τραγούδι, όταν οι μεγάλοι χορεύουν
μαζί με τα παιδιά τους τον ίδιο χορό της κάθε άνοιξης.
Από το «Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού», του Γιάννη Ρίτσου, εκδ. Κέδρος Ολόκληρη η ανάρτηση...
Ετικέτες
Αχτίδα της εβδομάδας
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)