Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2009

Για να περιπλεύσεις τη ζωή

Πρέπει νὰ σὲ ναυτολογήσει ὁ θάνατος γιὰ νὰ περιπλεύσεις τὴ ζωή, νὰ καταλάβεις ὅτι πρόκειται γιὰ τὴν πληρότητα τῆς σχέσης.
Τότε ξεδιακρίνεις τὶς ἀκτὲς τοῦ νοήματος: Ζωὴ σημαίνει νὰ παραιτεῖσαι ἀπὸ τὴν ἀπαίτηση τῆς ζωῆς γιὰ χάρη τῆς ζωῆς τοῦ Ἄλλου.
Νὰ ζεῖς,
στὸ μέτρο ποὺ δίνεσαι γιὰ νὰ δεχθεῖς τὴν αὐτοπροσφορὰ τοῦ Ἄλλου. Ὄχι νὰ ὑπάρχεις καὶ ἐπιπλέον νὰ ἀγαπᾶς. Ἀλλὰ νὰ ὑπάρχεις μόνο ἐπειδὴ ἀγαπᾶς, καὶ στὸ μέτρο ποὺ ἀγαπᾶς.

Από το «Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων» του Χρήστου Γιανναρά, εκδόσεις Δόμος

2 σχόλια:

Volta είπε...

To κείμενο είναι γιαάλλη μιαφορά συγκλονιστικό με την εγγύηση του Γιανναρά. Όντως ζωή υπάρχει μόνο στο επίπεδο της σχέσης. Δυσκολεύομαι ωστόσο να κατανοήσω τι σημαίνει να παραιτείσαι από τη ζωή για χάρη του άλλου. Δεν ισχύει αυτο που λέμε πως πρέπει να αγαπήσεις τον άλλον σαν τον εαυτό σου;

ΕΝΔΕΛΕΧΕΙΑ είπε...

"Αδελφιδός μου παρήλθε·
ψυχή μου εξήλθεν εν λόγω αυτού" (Κεφ. Ε,΄ Στιχ. 6 Άσμα Ασμάτων).
("Αλλά ο αγαπητός μου είχε περάσει και φύγει. Η ψυχή μου σαν να έσβησε μέσα μου από το γεγονός αυτό", σε ελεύθερη μετάφραση).
Ο μοναδικός υπότιτλος της πρώτης ενότητας- εισαγωγής, του εξαιρετικού βιβλίου του Χρ. Γιανναρά, «Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων», αποτελεί υψίστης σημασίας προοίμιο του καταλυτικού του λόγου.
Ενός λόγου τόσο εμπνευσμένου, που διακρίνεται από το βάθος και την απλότητα της σοφίας του.
Μας καθοδηγεί, να διεισδύσουμε μέσα απ’ την φιλοσοφημένη μεστή του σκέψη, για να γνωρίσουμε μια αληθινή εμπειρία, ταξιδεύοντας γύρω και μέσα μας, ανιχνεύοντας, αγγίζοντας σχεδόν, το ανάγλυφο χνάρι, που άφησε ο τρόπος που πορευτήκαμε στο διάβα της ζωής.
Το φέρσιμό μας σε σχέση με εμάς και τους άλλους.
Πως ύστερα από την απώλεια, ποτισμένοι από τον πόνο και την θλίψη, αφημένοι στην παγωνιά της μοναξιάς, μπορούμε να την αποτιμήσουμε και να την εκτιμήσουμε όσο της άξιζε.
Γιατί όπως μοναδικά μας περιγράφει στην ίδια ενότητα:.«Τον τρόπο της ζωής τον σπουδάζουμε πάντοτε σαν χαμένο παράδεισο. Τον ψηλαφούμε στη στέρηση, στο εκμαγείο της απουσίας του. Έγγλυφο ίχνος του τρόπου της ζωής είναι η πίκρα της μοναξιάς στην ψυχή μας, Η ανέραστη μοναχικότητα. Γεύση θανάτου. Με αυτή τη γεύση μετράς τη ζωή».
Τότε που η ανάσα του θανάτου, του οποιουδήποτε θανάτου, συναισθήματος ή όντος, διαπερνά το συγκλονισμένο είναι μας, ποτίζοντάς το με την πικρή απελπισία της μοναξιάς, συντελείται ο απολογισμός των πράξεων, των ειλημμένων αποφάσεων και των επιλογών, του μεγέθους της επήρειας και του αντίκτυπου που άφησαν σε μας και στους άλλους που αγγίξαμε βαθιά. Με τον ανελέητο συνειδησιακό έλεγχο να τρυπάει και να ενοχλεί κάθε μας αδιάφορο κύτταρο.
Ξεκινάμε το ταξίδι με πυξίδα την επιθυμητή δικαίωση, περιπλέοντας αναγνωριστικά κατ’ αρχήν και προσεγγίζοντας προσεκτικά κατόπιν, τις απότομες ακτές όσο και τα ασφαλή προσβάσιμα λιμάνια της ζωής μας, για να ανακαλύψουμε πόσο «επιπόλαια επιδερμική» ή « βαθιά γεμάτη» υπήρξε στις σχέσεις μας.
Πόσο βάλαμε στην άκρη το υπέρμετρο εγώ, ανοίξαμε διάπλατα τις «θύρες», επιτρέποντας τους να κατοικήσουν μέσα μας, χαρίζοντάς τους τον θρόνο της ψυχής μας.
Πόσο προσφερθήκαμε αληθινά, ανιδιοτελώς και ολοκληρωτικά, άνευ όρων, μη ζητώντας τίποτα για εμάς, παραδομένοι στη δοτικότητα της θυσίας μας.
Είναι αυτός ο μόνος τρόπος να οδηγηθούμε στην αμοιβαιότητα.
Η αυτοταπείνωση του να ζεις μέσα από τον άλλον, απόλυτα ταυτισμένος μαζί του, αφοσιωμένος χωρίς να αισθάνεσαι λειψός ή αδικημένος, ποτέ απαξιωμένος και ζώντας μέσα απ’ την αγάπη αυτή να αναγεννιέσαι, είναι το μεγαλείο που βιώνεις, εκείνο της απόλυτης πληρότητας.
Μέσα στην παράφορη «μανική» αγάπη, που τα θέλω σου έχουν γίνει θέλω του, οι επιθυμίες σου επιθυμίες του, είναι δυνατόν «να παραιτείσαι από τη δική σου ζωή για χάρη του άλλου», αγαπητή μου Volta, επειδή ακριβώς η ανιδιοτελής προσφορά του εαυτού σου γίνεται η οδός που θα εισέλθει η αγάπη-προσφορά του άλλου.
Σπάνιο αλλά όχι ανέφικτο. Χρειάζεται χαρακτήρα εκπαιδευμένο αλλά κυρίως από την φύση του έτσι πλασμένο, χαρισματικό σχεδόν, να μπορέσει να νιώσει αυτήν την μοναδικότητα.
Όμως πόσο ποθούμε να το βιώσουμε, να ταπεινωθούμε και να χαρίσουμε την ζωή μας εκχωρώντας την στον άλλον;
Να υπάρχουμε, μόνο επειδή αγαπάμε;
Μη θέλοντας να βρεθούμε σ’ εκείνη την δυσάρεστη-απογοητευτική κατάσταση, που ο «αγαπητός μας», θα χτυπήσει την πόρτα, κι εμείς απασχολημένοι με το εγώ και τα θέλω μας δεν τον ακούσουμε - δεν τον νιώσουμε…
Κι όταν τόσο αργά ανοίξουμε την πόρτα, θα έχει περάσει, θα έχει φύγει…κι η ψυχή μας θλιμμένη θα σβήσει, θα χαθεί, μη αντέχοντας την απώλεια του θαύματος της αμοιβαίας αγάπης που στερήθηκε…