
Ο Εξουσιαστής διαθέτει ένα κεφάλι ξύλινο, ασυγκίνητο, ανέκφραστο, αμετακίνητο, «κενόν αισθημάτων και ιδεών και πλήρες φιλοδοξιών».
Ένα κόμμα «αναπτυγμένου» τόπου διαβαίνει τον χρόνο μέσα από τις αντιθέσεις του. Εδώ, σ' εμάς, καταλύεται από τον χρόνο ή αλλάζει τίτλους.
Τώρα τελευταία
αποκτήσαμε και τις τυπικές διαδικασίες - συνέδρια, επιτροπές, αποφάσεις - μονότονες, μονόφωνες, που καταλήγουν σε σχοινοτενή πορίσματα τα οποία απηχούν τη διευκόλυνση των φιλοδοξιών του εξουσιαστή. Το πιο ανησυχητικό! Επειδή όλοι μας κρύβουμε μέσα μας έναν μικρό εξουσιαστή, αποτυχημένο, καταπιεσμένο, ανεκπλήρωτο, δεχόμαστε τον επιτυχόντα σαν μια προέκταση φανταστική του εαυτού μας. Όπως δεχόμαστε τον φθόνο των φθονερών, τη λάσπη των λασπολόγων, την ηθικολογία των ανηθίκων, τις καταγγελίες των βρωμερών καταδοτών.
Διότι εμπεριέχουν φθόνον, λασπολογική διάθεση, ανηθικότητα, καταδοτικά συμπλέγματα και χοιροστασιακή αναπνοή.
Τα ακριβά πρότυπα, τα διαθέτοντα αρετή και ιδιότητες χαρισματικές, χρειάζονται πρωτίστως αρετή και αθωότητα για να γίνουν αποδεκτά - χαρακτηριστικά αντεξουσιαστή. Γι' αυτό και στον λαϊκιστικό καιρό μας, της εύκολης λείας οπαδών και των ακόμη πιο εύκολων φιλοδοξιών, η έννοια του αντεξουσιαστή δεν είναι εφικτή ούτε καν νοητή! Και αναδύεται εκ των βάλτων και των απορριμμάτων πανένδοξος, απόλυτος, αμετακίνητος ο ένας, ο αδιαφιλονίκητος Εξουσιαστής.
Προτείνω: μία αντεξουσιαστική εκστρατεία. Έναν σιωπηλό πόλεμο που, αν συντελεστεί μ' επιμονή, κάτι αληθινά καλό μπορεί να επιφέρει.
Από τα «Σχόλια του Τρίτου» του Μάνου Χατζιδάκι, εκδόσεις Εξάντας
Το παραπάνω απόσπασμα του Μ. Χατζιδάκι μου ήρθε στο νου τις τελευταίες μέρες του προεκλογικού αγώνα και τις πρώτες ώρες μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων. Τι ήταν, απόρησα, όλο αυτό το γεγονός που συρθήκαμε τον τελευταίο μήνα; Για ποιο λόγο και στην εξυπηρέτηση ποιων ελπίδων συρθήκαμε από αηδιαστικούς μονολόγους φερέφωνων δημοσιογραφίσκων ή επαγγελματιών καλοταϊσμένων πολιτικών; Θα σωθεί επιτέλους αυτή η χώρα ή θα συνεχίσει αυτό που χρόνια τώρα της έμαθαν καλά να κάνει, υπάκουη σε αποχαυνωτές, μικρονοϊκούς απόγονους πολιτικών τζακιών; Τον ανιψιό Καραμανλή διαδέχτηκε ο γιος Παπανδρέου, κι αύριο ίσως η κόρη Μητσοτάκη ή κάποιο ξεχασμένο εγγόνι ή ανίψι κάποιου παλιού πρωθυπουργού. Γνώριμη η πολιτική μας μοίρα.
Και μιας και ο λόγος για παλιούς πολιτικούς, θυμάμαι που ο Γεώργιος Παπανδρέου (ο παππούς του νυν πρωθυπουργού), ενώπιον φαινομένων κομματικού κράτους και ασυδοσίας, ασυγκρίτως υποδεέστερα από τα σημερινά, κήρυττε τον περίφημο «ανένδοτο αγώνα» καλώντας τον λαό στους δρόμους να περιφρουρήσει ο ίδιος τη δημοκρατία και το Σύνταγμα.
Για να εμπεδώσω καλύτερα αυτό το συνειρμό ξαπλώνω πιο αναπαυτικά στη πολυθρόνα μου βλέποντας τον Χατζηνικολάου και τη Στάη να συναγωνίζονται σε κομπασμό και αλαζονεία τον Πρετεντέρη ή την Τρέμη, τον Τράγκα να παραβγαίνει σε εμετικά ευφυολογήματα τον Παπαδάκη, τον Ευαγγελάτο να αγωνιά να ανιχνεύσει κάποιο εκλογικό σκάνδαλο, τόσους και τόσους τυχάρπαστους καλεσμένους που ασφαλώς έχουν λόγο και για την πολιτική (εκτός από το μαγείρεμα και το κουτσομπολιό) και κάποια ονόματα πολιτικών προσώπων που βαρεθήκαμε μέσα από τις επαναλαμβανόμενες διακαναλικές παρουσίες να ακούμε να αξιολογούν τη νέα πολιτική κατάσταση της χώρας με την ίδια άνεση κι επιχειρηματολογία λες και πρόκειται για νούμερα τηλεθέασης ή την κατάκτηση του πρωταθλήματος ποδοσφαίρου. (θυμάται κανείς τι ξεχωριστό είπαν όλοι τους;)
Άλλες εποχές άλλα ήθη σκέφτηκα κλείνοντας τη τηλεόραση. Ο «ανένδοτος» του παππού Παπανδρέου απευθυνόταν σε πολίτες που δεν κατευθύνονταν από εταιρίες δημοσκοπήσεων και υποψιάζονταν έστω τα πρώτιστα και ουσιώδη εθνικά προβλήματα. Σήμερα αλλάζουμε από συνήθειο κυβερνήσεις (ή καλύτερα τζάκια εξουσιαστών κατά τον Χατζιδάκι) δίχως αλλαγή πολιτικής ιδεολογίας, χωρίς κοινωνικό όραμα, χωρίς ίχνος υποψίας για τα ουσιώδη προβλήματα της πατρίδας. Το κριτήριο της ψήφου μας το ορίζει το πόσο εύκολα μπορούμε να «χώσουμε» το παιδί μας σε κάποια δημοσιοϋπαλληλική θέση, στο πόσο εύπεπτη ήταν η προπαγάνδα που μας σέρβιραν, στο πόσο ανέξοδα θα μπορέσουμε να νομιμοποιήσουμε το αυθαίρετό μας, στο κατά πόσο βρε αδερφέ η ζωή μας θα γίνει πιο «εύκολη» μέσα από αυξήσεις μισθών με λιγότερο ως καθόλου κόπο, μέσα από την αλλοτρίωση θεσμών που εμποδίζουν την καλοπέρασή μας.
Δυστυχώς όμως σε κοινωνίες με χαμηλούς δείχτες κατά κεφαλήν καλλιέργειας, σαν τη δική μας, θα αναγκαστούμε (όλοι το απευχόμαστε μα το τηρούμε απαρέγκλιτα) να ξαναζήσουμε προτάσεις διαχειριστικών «βελτιώσεων» που δεν θα αλλάξουν σε τίποτα την πρόοδο της πατρίδας μας παρά θα μεταβάλλουν σε ελάχιστο βαθμό τις καταστάσεις που έχουν εδώ και χρόνια διαμορφωθεί. Πώς συμβαίνει αυτό; Απλά συνεχίζοντας με τη δική μας ψήφο (!!!) την δουλικά ακολουθούμενη παγκοσμιοποιημένη πολιτική πρακτική ξένων κέντρων αποφάσεων, τη χυδαία εμπορευματοποίηση του κοινοβουλευτισμού, τη μεθοδική αποχαύνωση των μαζών, την αδιάντροπη αναξιοκρατία, την κοινωνική παθητικότητα μπροστά σε προκλητικά σκάνδαλα, σε απροκάλυπτα ψεύδη, σε κραυγαλέες κοινωνικές αδικίες.
Ο Χατζιδάκις είναι σαφής. Ίσως η γνώμη του να είναι κι ο μόνος δρόμος της δημοκρατικής αναγέννησης στον τόπο μας. Οι εξουσιαστές δεν αλλάζουν. Εμείς θα πρέπει να ακολουθήσουμε «ακριβά» πρότυπα ανθρώπων που να διαθέτουν αρετή και ιδιότητες χαρισματικές, για να αποκτήσουμε χαρακτηριστικά αντεξουσιαστή. Ίσως τότε ο «ανένδοτος» του παππού Παπανδρέου «να νοηματοδοτηθεί από αγωνία και κοινό αγώνα για το δικαίωμα στην ελευθερία, στη δίκαιη μεταχείριση, στην αξιοπρέπεια, στη δημιουργική ελπίδα. Nα απαιτήσει αλήθεια στη σχέση πολίτη και εξουσίας, τίμια διαχείριση του κοινωνικού πλούτου, όραμα ταύτισης της πατρίδας με τον πολιτισμό και την ανθρώπινη καλλιέργεια».
Τι όμορφη η πρόταση του συγγραφέα για μία αντεξουσιαστική εκστρατεία. Έναν σιωπηλό πόλεμο που, αν συντελεστεί μ' επιμονή, κάτι αληθινά καλό μπορεί να επιφέρει. Πιθανόν αυτή να είναι και η δική μας ορθότερη πολιτική συμπεριφορά. Υγιή κριτήρια χρειάζονται και διάθεση για αγώνα. Και τα πρότυπα θα βρεθούν. Αργά ή γρήγορα...
Ολόκληρη η ανάρτηση...